Κυριακή, Μαΐου 11, 2008

Μερικά διδάγματα από την υπόθεση ΟΤΕ – Deutsche Telekom

Αν κάποιος παρακολουθεί τη συζήτηση που γίνεται το τελευταίο διάστημα μεταξύ των κομμάτων εξουσίας για το μέλλον του ΟΤΕ και έχει κατά νουν το τι έχει ειπωθεί σε παλαιότερες προσπάθειες ιδιωτικοποίησης του οργανισμού, το πιο πιθανό είναι να βάλει τα γέλια. Είναι αστείο: «Πουλάτε τα ασημικά της χώρας» έλεγε ο κ. Γ. Αλογοσκούφης στους υπουργούς του ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του ’90, όταν γίνονταν οι πρώτες προσπάθειες ιδιωτικοποίησης του οργανισμού. Για «εθνική τραγωδία» μίλησε πρόσφατα ο κ. Γ. Παπανδρέου, λησμονώντας ότι το κόμμα του ήταν αυτό που –μέσω των μετοχοποιήσεων– ξεκίνησε την όλη διαδικασία.

Η επαμφοτερίζουσα αυτή στάση των δύο μεγαλυτέρων πολιτικών παρατάξεων εξηγείται με βάση την εκάστοτε πολιτική και οικονομική συγκυρία. Δηλαδή, τα όσα υποστηρίζουν στελέχη της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ πρέπει να ερμηνευτούν σε σχέση με το ποιος είναι στην εξουσία και ποιος στην αντιπολίτευση, αλλά και σε συνάρτηση με το κλίμα στις διεθνείς αγορές. Αναφορικά με το πρώτο, αντιλαμβάνεται κανείς ότι –κυρίως στο πεδίο της οικονομικής πολιτικής– πολλά αλλάζουν όταν ένα κόμμα μεταπηδά από τα έδρανα της αντιπολίτευσης σε αυτά της κυβέρνησης. Και αυτό γιατί πλέον δεν αρκούν οι μεγαλόστομες διακηρύξεις, αλλά πρέπει να παραχθεί πολιτική και μάλιστα ρεαλιστική. Σε σχέση με το κλίμα στην διεθνή Οικονομία, είναι γνωστό ότι σε περιόδους έντονης οικονομικής κινητικότητας (αστάθειας), εταιρείες – κολοσσοί (όπως η Deutsche Telekom) έχουν τη δυνατότητα να περάσουν πιο ανώδυνα την κρίση. Ως εκ τούτου, είναι εύλογο να επιζητούν οι «μικροί» παίκτες τη συνεργασία με τους μεγαλύτερους.

Ο τρόπος με τον οποίον αντιμετωπίζουν το θέμα του ΟΤΕ –αλλά και των άλλων ΔΕΚΟ– οι κομματικοί φορείς γίνεται αντιληπτός και αν ρίξει κανείς μια ματιά στα νομοσχέδια που έχουν ψηφιστεί ειδικά για το θέμα του οργανισμού. Από το 1994 μέχρι το 2007, σε διάστημα δηλαδή δεκατριών ετών, έχουν περάσει από τη Βουλή 7(!) νόμοι, οι οποίοι ορίζουν το ποσοστό που πρέπει να έχει το κράτος στον οργανισμό. Από το 75% του 1994 φτάσαμε στο «κάτω από το 1/3» του 2006. Ενδιάμεσα, το ποσοστό του κράτους στον Οργανισμό Τηλεπικοινωνιών είχε περιοριστεί στο 55% (1998), στο 51% (1999), στο 1/3 (2000) και στο 48,6% το 2005 («Η Καθημερινή», 26/04/2008). Μάλιστα, μέσα στο 2007 η κυβέρνηση πέρασε «φωτογραφική» διάταξη για να καταστεί νομικά αδύνατη πιθανή προσπάθεια εξαγοράς του ΟΤΕ από την Marfin Investment Group (MIG). Τα παραπάνω στοιχεία δείχνουν –αν μη τι άλλο– την προχειρότητα με την οποία προσεγγίζουν οι πολιτικοί μας ένα τόσο σοβαρό ζήτημα, όπως είναι αυτό του ΟΤΕ. Πλέον δεν αρκούμαστε στο «άλλα λέμε και άλλα πράττουμε». Επιπλέον, ψηφίζουμε συνεχώς νομοσχέδια (συχνά «φωτογραφικά») για να ελέγχουμε το «παιχνίδι».

Με όλα αυτά, όμως, κανείς δε μιλάει για την ταμπακιέρα. Για το αν δηλαδή είναι θετικό βήμα η είσοδος στον ΟΤΕ μιας εταιρείας του βεληνεκούς της Deutsche Telekom ή όχι. Οι μεν αρκούνται στο να αναθεματίζουν τους νόμους και τις συμφωνίες στις οποίες προχωρούν οι δε, υποσχόμενοι μάλιστα ότι «θα τις καταργήσουμε όταν γίνουμε κυβέρνηση». Οι δε μιλούν για αναγκαίες αλλαγές. Πιθανώς να έχουν δίκαιο, αλλά το χάνουν όταν δε μας εξηγούν το γιατί είναι σημαντική μια προσέγγιση μεταξύ του ΟΤΕ και της Deutsche Telekom. Κι έτσι ο φαύλος κύκλος της ανευθυνότητας συνεχίζεται…

Δ. Τζ.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Θάρρος» στις 04.05.2008

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

[...] Κι έτσι ο φαύλος κύκλος της ανευθυνότητας συνεχίζεται…

Συμφωνώ με το φαύλος, διαφωνώ με το ανευθυνότητα. Νομίζω έχουμε να κάνουμε με μια μίξη αντικρουόμενων συμφρόντων και μιας απροετοίμαστης υιοθέτησης των μοντέλων του λεγόμενου "καπιταλισμού καζίνου".

Δ. Τζ. είπε...

@ευάγγελος: Μιλάω για ανευθυνότητα, επειδή τα κόμματα δεν (πρέπει να) είναι επιχειρήσεις για να έχουν ως σκοπό το οικονομικό κέρδος (άρα... περίπου όλα επιτρέπονται), αλλά φορείς οι οποίοι –υποτίθεται ότι– πρέπει να έχουν μια υπεύθυνη στάση (τουλάχιστον τα κόμματα εξουσίας). Δυστυχώς, μπροστά στο (υποτιθέμενο) πρόσκαιρο πολιτικό όφελος οι ιδέες και οι πεποιθήσεις γίνονται λάστιχο. Είναι βέβαια και τα συμφέροντα στη μέση, αλλά το πρωτεύον είναι η κατάληψη της εξουσίας.