Δευτέρα, Μαΐου 26, 2008

Όταν η Πολιτική πάει στα δικαστήρια…

Ως «αγωγή κατά της δημοκρατίας» και «επιχείρηση φίμωσης του πολιτικού κόσμου» χαρακτήρισε το σύνολο των κομμάτων την αγωγή που κατέθεσε ο αντιπρόεδρος της MIG κ. Ανδρέας Βγενόπουλος κατά του προέδρου του ΠΑΣΟΚ κ. Γιώργου Παπανδρέου. Αυτή η άποψη είναι εν μέρει σωστή, αν και οι συγκεκριμένοι χαρακτηρισμοί είναι εξαιρετικά οξείς. Οι πολιτικοί μας λένε τη μισή αλήθεια. Ναι μεν δεν είναι σωστό να ποινικοποιείται συλλήβδην η πολιτική ζωή του τόπου, εντούτοις είναι αναφαίρετο δικαίωμα του κάθε πολίτη να κινηθεί δικαστικά προκειμένου να διαφυλάξει τα έννομα συμφέροντά του. Ακόμα και αν είναι επιχειρηματίας. Έστω και αν απέναντι του έχει κάποιον πολιτικό.

Είναι φανερό ότι στην προκειμένη περίπτωση η αντίδραση σύσσωμου του πολιτικού κόσμου οφείλεται πρώτον στην αυτόματη τάση συσπείρωσης ενός κλάδου ο οποίος αισθάνεται ότι βάλλεται και δεύτερον στο γεγονός ότι η αγωγή δεν έγινε από έναν απλό πολίτη, αλλά από έναν επιχειρηματία, με ό,τι συνειρμούς μπορεί να δημιουργεί αυτό στο θυμικό της κοινωνίας. Οι πολιτικοί μας σωστά επισημαίνουν πως η όποια προσπάθεια παρέμβασης επιχειρηματιών στα πολιτικά πράγματα πέρα από εξωθεσμική είναι και δυνητικά επικίνδυνη για το ίδιο το πολίτευμα. Όμως για το ταγκό χρειάζονται πάντοτε δύο. Και ο πολιτικός κόσμος –κυρίως δε τα κόμματα που εκ περιτροπής διαχειρίζονται την εξουσία– δεν είναι άμοιρος ευθυνών για τη διαπλοκή οικονομικής και πολιτικής εξουσίας που παρατηρείται. Είναι τα μεγάλα κόμματα αυτά που έβαλαν στο «παιχνίδι» επιχειρηματίες παραβλέποντας τις πιθανές παρενέργειες μιας τέτοιας κίνησης. Εκτός αυτού, όπως προείπαμε κάθε πολίτης έχει το δικαίωμα να προσφύγει στη Δικαιοσύνη αν θεωρεί ότι συκοφαντείται. Αυτό ισχύει βέβαια και για κάποιον επιχειρηματία, ο οποίος πιστεύει ότι η κριτική που του ασκεί μια παράταξη είναι αβάσιμη και τον ζημιώνει, ηθικά και οικονομικά. Για το αν έχει δίκαιο ή όχι θα αποφανθεί η Δικαιοσύνη, στην οποία οι πολιτικοί μας έχουν εμπιστοσύνη, όπως συχνά λένε.

Το πιο λυπηρό, πάντως, είναι ότι για μια ακόμα φορά ο πολιτικός κόσμος προκρίνει τη λογική των «δύο μέτρων». Το λέμε αυτό έχοντας κατά νου ότι πολλάκις στο παρελθόν πολιτικοί –εκμεταλλευόμενοι τον λεγόμενο «τυποκτόνο νόμο»– έκαναν αγωγές εναντίον μέσων ενημέρωσης ή δημοσιογράφων για πράγματα που γράφτηκαν ή ειπώθηκαν εναντίον τους, επειδή θιγόταν η υπόληψή τους. Πρόκειται για την ίδια ακριβώς λογική που οι ίδιοι τώρα κατακρίνουν.

Είναι λοιπόν λιγάκι ειρωνικό και υποκριτικό να στηλιτεύουν κυβέρνηση και αντιπολίτευση ένα φαινόμενο που –κατά μιαν έννοια– εκείνοι ανέθρεψαν.

Δ. Τζ.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Θάρρος» στις 25.05.2008

Τετάρτη, Μαΐου 21, 2008

Πρυτανικές εκλογές: ευκαιρία υπέρβασης

Όλοι ασχολήθηκαν με τις δηλώσεις του υπουργού Παιδείας κ. Ευριπίδη Στυλιανίδη περί του δημιουργικού «σοκ» που θα επιφέρει χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης η ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων και πέρασε στα «ψιλά» η κίνηση φοιτητικών παρατάξεων (επισήμως μόνο της προσκείμενης στο ΚΚΕ, ΠΚΣ) να σαμποτάρουν τη διαδικασία της καθολικής ψηφοφορίας στις εκλογές για την ανάδειξη διοικητικών αρχών στα πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας. Υπενθυμίζουμε ότι σύμφωνα με το νέο νόμο πλαίσιο – πλαίσιο για τα ΑΕΙ (ψηφίστηκε εν μέσω αντιδράσεων πριν από περίπου έναν χρόνο) πλέον είναι οι φοιτητές στο σύνολο τους εκείνοι που εκλέγουν τις πρυτανικές αρχές και όχι δι’ αντιπροσώπων, όπως συνέβαινε μέχρι σήμερα.

Φαίνεται παράδοξο αλλά δεν είναι: Οι παρατάξεις στα πανεπιστήμια αντιδρούν στην κατά κοινή ομολογία πιο θετική διάταξη του νέου νόμου – πλαίσιο! Η καθολική ψηφοφορία των φοιτητών στις πρυτανικές εκλογές έγινε δεκτή με ικανοποίηση τόσο από τους καθηγητές, όσο και από τη συντριπτική πλειονότητα των φοιτητών. Και αυτό γιατί είναι κοινή πεποίθηση ότι μέσω αυτής της διαδικασίας, θα κοπεί ο ομφάλιος λώρος που συνδέει –μέσα από παρασκηνιακές διεργασίες– παρατάξεις και
υποψήφιους πρυτάνεις. Εφόσον η διοίκηση των ιδρυμάτων εκλέγεται από το σύνολο των φοιτητών, οι παρατάξεις χάνουν έναν από τους σημαντικότερους μοχλούς πίεσης που διαθέτουν: Το παζάρεμα της ψήφου των εκλεκτόρων τους, έτσι ώστε εάν εκλεγεί ο πρύτανης της αρεσκείας τους να έχουν λόγο στις αποφάσεις της διοίκησης. Εξ ου και η αντίδραση τους.

Αν και πρόκειται σίγουρα για ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, κανείς δεν υποστηρίζει ότι η καθολική ψηφοφορία θα λύσει μεμιάς το ζήτημα των υπόγειων διεργασιών μεταξύ παρατάξεων και μερίδας καθηγητών. Είναι παραπάνω από βέβαιο ότι οι κομματικοί φορείς δε θα ρίξουν τόσο εύκολα λευκή πετσέτα. Ενδεικτικά αναφέρουμε πως η φοιτητική παράταξη του ΚΚΕ ανακοίνωσε ότι θα καταθέσει ψήφισμα στους συλλόγους φοιτητών να αποφασίσουν την αποχή από τις εκλογές για τα όργανα διοίκησης των πανεπιστημίων και των ΤΕΙ. Εδώ δε μιλάμε απλά για «υπόγειες διεργασίες», αλλά για προκλητική αδιαφορία για το τι λέει ο νόμος! Πέραν αυτού, είναι βέβαιο ότι οι εκπρόσωποι των παρατάξεων θα προτείνουν στους φοιτητές τους πρυτάνεις της αρεσκείας τους με το σκεπτικό ότι «εμείς ξέρουμε καλύτερα από εσάς». Πλην όμως, οι πρυτανικές εκλογές που θα γίνουν το προσεχές διάστημα δίνουν στους φοιτητές το δικαίωμα της καθολικής ψηφοφορίας, κάτι που δε συνέβαινε έως τώρα. Οι τελευταίοι είναι αυτοί που θα επιλέξουν τις διοικητικές αρχές των ιδρυμάτων τους και όχι οι συνδικαλισμένοι εκπρόσωποι τους.

Υπό αυτό το πρίσμα, πρόκειται για μια σπουδαία ευκαιρία υπέρβασης της νοσηρότητας που προκαλεί η συνδιαλλαγή μεταξύ καθηγητών και μερίδας φοιτητών και που εδώ και χρόνια κρατάει τα ανώτατα ιδρύματα της χώρας μας δέσμια της συνδικαλιστικής μετριότητας, με το πρόσχημα της δήθεν πολιτικοποίησης των φοιτητών...

Δ. Τζ.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Θάρρος» στις 18.05.2008

Κυριακή, Μαΐου 18, 2008

Πανεπιστημιακό άσυλο και κοινή λογική

Τι ειρωνεία! Την ώρα που ο πρόεδρος του φημισμένου αμερικανικού πανεπιστημίου Yale κ. Ρίτσαρντ Λέβιν μίλαγε στην Αθήνα για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα εκπαιδευτικά ιδρύματα στον 21ο αιώνα, στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο φοιτητές καταλάμβαναν την αίθουσα που συνεδρίαζαν οι συγκλητικοί, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να διαμαρτυρηθούν για την απόφαση των τελευταίων να αφαιρεθούν οι πίνακες ανακοινώσεων των κομμάτων από την είσοδο του κτιρίου. Όμως οι φοιτητές δεν έμειναν εκεί: Πήραν ως «ενέχυρο» τεχνολογικό εξοπλισμό από το γραφείο του πρύτανη κ. Γρηγόρη Πραστάκου, έως ότου αρθεί η απόφαση για αφαίρεση των ταμπλό!

Η «επαναστατική γυμναστική» μερίδας φοιτητών προσκείμενης σε σχηματισμούς της Αριστεράς δεν είναι κάτι πρωτοφανές. Συχνά πυκνά μέλη των συγκεκριμένων παρατάξεων διακόπτουν τις συνεδριάσεις των αρμόδιων οργάνων και υπαγορεύουν στους καθ’ ύλην αρμόδιους τις αποφάσεις της αρεσκείας τους. Βάζουν «λουκέτο» στα ιδρύματα, λησμονώντας ότι αυτή τους η πράξη είναι πέρα για πέρα αντισυνταγματική. Το αστείο είναι ότι οι συγκεκριμένοι φοιτητές είναι οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές του ασύλου με τη σημερινή του μορφή. Ενός θεσμού που δημιουργήθηκε μετά την πτώση της δικτατορίας για την ελεύθερη διακίνηση ιδεών στα πανεπιστήμια και που παραβιάζεται ασύστολα σήμερα έχοντας εκφυλισθεί σε άσυλο ναρκομανών, πλασιέ, αναρχικών, αλλά πάντως όχι ιδεών.

Παρά τις κινδυνολογίες της συγκεκριμένης μερίδας φοιτητών, ακόμα και σε πλείστες όσες περιπτώσεις τέλεσης αξιόποινων πράξεων εντός των πανεπιστημιακών τειχών, το άσυλο δεν έχει καταλυθεί, πλην μίας δύο περιπτώσεων. Αν κάτι καταλύεται σε καθημερινή σχεδόν βάση στα ελληνικά πανεπιστήμια αυτό είναι η έννοια της κοινής λογικής. Για ποιες ακαδημαϊκές ελευθερίες και για ποια αναβάθμιση του δημόσιου πανεπιστημίου μιλάμε όταν φοιτητές παρεμβαίνουν στο έργο των καθηγητών με τρόπο όχι απλώς παράνομο ή άκομψο, αλλά και εντελώς παράλογο; Πώς θα αναβαθμιστεί το πανεπιστήμιο όταν οι ίδιοι οι φοιτητές με τις πράξεις τους το υποβαθμίζουν;

Πολλοί θα πουν ότι οι φοιτητές –έστω οι εκπρόσωποι τους, μέλη των φοιτητικών παρατάξεων– δικαιούνται να εκφράσουν τις ανησυχίες τους για τα ενδοπανεπιστημιακά δρώμενα, διότι το πανεπιστήμιο ανήκει και σε αυτούς. Καμία αντίρρηση. Πλην όμως το πανεπιστήμιο δεν ανήκει αποκλειστικά στους φοιτητές του. Ο γνωστός Γάλλος κομμουνιστής φιλόσοφος Λουί Αλτουσέρ, σχολιάζοντας το σύνθημα «Η Σορβόννη στους φοιτητές» σημείωνε το 1964: «Εάν μεν σημαίνει ότι η Σορβόννη δεν ανήκει στην αστυνομία, το σύνθημα αυτό είναι σωστό. Εν τούτοις, η Σορβόννη δεν ανήκει κατ’ αποκλειστικότητα ούτε στους φοιτητές της. Ανήκει εξίσου πολύ και στους καθηγητές της, καθώς και το πανεπιστήμιο, το θεσμό που είναι ταγμένος να διασφαλίσει την απρόσκοπτη διεξαγωγή της παιδαγωγικής διαδικασίας». Σαφώς, λοιπόν, το πανεπιστήμιο ανήκει και στους φοιτητές του. Όμως αυτό επ’ ουδενί δε νομιμοποιεί τις αυθαιρεσίες ή τις παρανομίες των αριστεριστών.

Σε συζητήσεις που γίνονται για τα μεγάλα προβλήματα των ΑΕΙ, οι πιο πολλοί μιλούν για την υποχρηματοδότηση των ιδρυμάτων και για τους κινδύνους που μπορεί να υπάρξουν αν κάποτε ιδρυθούν μη κρατικά πανεπιστήμια, αγνοώντας ότι η πιο μεγάλη ζημία για το πανεπιστήμιο γίνεται μέσω της καθημερινής του φθοράς από την παραβίαση του νόμου και της ίδιας της λογικής. «Οι ακρότητες (σ.σ. που συμβαίνουν στα ιδρύματα) προσβάλουν κάθε έννοια ακαδημαϊκής αξιοπρέπειας, ελευθερίας και δεοντολογίας και προσδίδουν στο ελληνικό πανεπιστήμιο ένα στίγμα από το οποίο θα δυσκολευθεί πολύ να απαλλαγεί» θα πει ο κ. Νίκος Αλιβιζάτος (καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών). Αν ποτέ απαλλαγεί…

Δ. Τζ.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Θάρρος» στις 11.05.2008

Info: Νίκος Κ. Αλιβιζάτος «Πέρα από το 16: τα πριν και τα μετά», Αθήνα 2007, Εκδόσεις Μεταίχμιο

Κυριακή, Μαΐου 11, 2008

Μερικά διδάγματα από την υπόθεση ΟΤΕ – Deutsche Telekom

Αν κάποιος παρακολουθεί τη συζήτηση που γίνεται το τελευταίο διάστημα μεταξύ των κομμάτων εξουσίας για το μέλλον του ΟΤΕ και έχει κατά νουν το τι έχει ειπωθεί σε παλαιότερες προσπάθειες ιδιωτικοποίησης του οργανισμού, το πιο πιθανό είναι να βάλει τα γέλια. Είναι αστείο: «Πουλάτε τα ασημικά της χώρας» έλεγε ο κ. Γ. Αλογοσκούφης στους υπουργούς του ΠΑΣΟΚ τη δεκαετία του ’90, όταν γίνονταν οι πρώτες προσπάθειες ιδιωτικοποίησης του οργανισμού. Για «εθνική τραγωδία» μίλησε πρόσφατα ο κ. Γ. Παπανδρέου, λησμονώντας ότι το κόμμα του ήταν αυτό που –μέσω των μετοχοποιήσεων– ξεκίνησε την όλη διαδικασία.

Η επαμφοτερίζουσα αυτή στάση των δύο μεγαλυτέρων πολιτικών παρατάξεων εξηγείται με βάση την εκάστοτε πολιτική και οικονομική συγκυρία. Δηλαδή, τα όσα υποστηρίζουν στελέχη της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ πρέπει να ερμηνευτούν σε σχέση με το ποιος είναι στην εξουσία και ποιος στην αντιπολίτευση, αλλά και σε συνάρτηση με το κλίμα στις διεθνείς αγορές. Αναφορικά με το πρώτο, αντιλαμβάνεται κανείς ότι –κυρίως στο πεδίο της οικονομικής πολιτικής– πολλά αλλάζουν όταν ένα κόμμα μεταπηδά από τα έδρανα της αντιπολίτευσης σε αυτά της κυβέρνησης. Και αυτό γιατί πλέον δεν αρκούν οι μεγαλόστομες διακηρύξεις, αλλά πρέπει να παραχθεί πολιτική και μάλιστα ρεαλιστική. Σε σχέση με το κλίμα στην διεθνή Οικονομία, είναι γνωστό ότι σε περιόδους έντονης οικονομικής κινητικότητας (αστάθειας), εταιρείες – κολοσσοί (όπως η Deutsche Telekom) έχουν τη δυνατότητα να περάσουν πιο ανώδυνα την κρίση. Ως εκ τούτου, είναι εύλογο να επιζητούν οι «μικροί» παίκτες τη συνεργασία με τους μεγαλύτερους.

Ο τρόπος με τον οποίον αντιμετωπίζουν το θέμα του ΟΤΕ –αλλά και των άλλων ΔΕΚΟ– οι κομματικοί φορείς γίνεται αντιληπτός και αν ρίξει κανείς μια ματιά στα νομοσχέδια που έχουν ψηφιστεί ειδικά για το θέμα του οργανισμού. Από το 1994 μέχρι το 2007, σε διάστημα δηλαδή δεκατριών ετών, έχουν περάσει από τη Βουλή 7(!) νόμοι, οι οποίοι ορίζουν το ποσοστό που πρέπει να έχει το κράτος στον οργανισμό. Από το 75% του 1994 φτάσαμε στο «κάτω από το 1/3» του 2006. Ενδιάμεσα, το ποσοστό του κράτους στον Οργανισμό Τηλεπικοινωνιών είχε περιοριστεί στο 55% (1998), στο 51% (1999), στο 1/3 (2000) και στο 48,6% το 2005 («Η Καθημερινή», 26/04/2008). Μάλιστα, μέσα στο 2007 η κυβέρνηση πέρασε «φωτογραφική» διάταξη για να καταστεί νομικά αδύνατη πιθανή προσπάθεια εξαγοράς του ΟΤΕ από την Marfin Investment Group (MIG). Τα παραπάνω στοιχεία δείχνουν –αν μη τι άλλο– την προχειρότητα με την οποία προσεγγίζουν οι πολιτικοί μας ένα τόσο σοβαρό ζήτημα, όπως είναι αυτό του ΟΤΕ. Πλέον δεν αρκούμαστε στο «άλλα λέμε και άλλα πράττουμε». Επιπλέον, ψηφίζουμε συνεχώς νομοσχέδια (συχνά «φωτογραφικά») για να ελέγχουμε το «παιχνίδι».

Με όλα αυτά, όμως, κανείς δε μιλάει για την ταμπακιέρα. Για το αν δηλαδή είναι θετικό βήμα η είσοδος στον ΟΤΕ μιας εταιρείας του βεληνεκούς της Deutsche Telekom ή όχι. Οι μεν αρκούνται στο να αναθεματίζουν τους νόμους και τις συμφωνίες στις οποίες προχωρούν οι δε, υποσχόμενοι μάλιστα ότι «θα τις καταργήσουμε όταν γίνουμε κυβέρνηση». Οι δε μιλούν για αναγκαίες αλλαγές. Πιθανώς να έχουν δίκαιο, αλλά το χάνουν όταν δε μας εξηγούν το γιατί είναι σημαντική μια προσέγγιση μεταξύ του ΟΤΕ και της Deutsche Telekom. Κι έτσι ο φαύλος κύκλος της ανευθυνότητας συνεχίζεται…

Δ. Τζ.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Θάρρος» στις 04.05.2008

Δευτέρα, Μαΐου 05, 2008

Μια «είδηση» από το διαδίκτυο

Η είδηση προκάλεσε σοκ. Κοσταρικανός καλλιτέχνης –εν είδει τέχνης– έδεσε έναν σκύλο σε μια αίθουσα κάποιας μπιενάλε και τον άφησε να πεθάνει, μη παρέχοντάς του τροφή και νερό. Μάλιστα, το κοινό πέρναγε ατάραχο μπροστά από το ζωντανό «έκθεμα», αν και μόλις έγινε ευρέως γνωστό το περιστατικό άρχισε η συλλογή υπογραφών εναντίον του «δημιουργού».

Πριν προλάβετε να αισθανθείτε «αηδία» και «αποστροφή» για αυτή την «κτηνώδη συμπεριφορά κάποιου που θέλει να λέγεται καλλιτέχνης», πρέπει να σας ενημερώσουμε ότι το παραπάνω περιστατικό δεν ήταν παρά μια πολύ καλά στημένη φάρσα. Ο σκύλος ήταν όντως δεμένος στο μουσείο. Με μια διαφορά: ο καλλιτέχνης τον τάιζε και τον πότιζε κανονικά και φυσικά ο σκύλος ποτέ δεν πέθανε. Όπως δήλωσε προ ημερών ο καλλιτέχνης ονόματι Γκιγιέρμο Βάργκας, προέβη σε αυτήν την κίνηση θέλοντας να καταδείξει την υποκρισία μιας κοινωνίας η οποία ξεσηκώθηκε για το «θάνατο» ενός σκύλου σε μια μπιενάλε, ενώ αδιαφορεί παντελώς για τα χιλιάδες τετράποδα που χάνουν κάθε μέρα τη ζωή τους στους δρόμους.

Λεπτομέρεια: Η παραπάνω «είδηση» έγινε ευρέως γνωστή μέσω του διαδικτύου. Κάποιος χρήστης του ίντερνετ δημιούργησε και ανέβασε στη δημοφιλή ιστοσελίδα youtube ένα βίντεο με εικόνες από την μπιενάλε, θέλοντας να ενημερώσει την κοινή γνώμη για το περιστατικό.

Η «είδηση» αυτή, πέρα από την υποκρισία της κοινωνίας για την οποία μίλησε ο κ. Βάργκας, καταδεικνύει και κάτι ακόμα: δείχνει πόσο σχετική είναι η έννοια της εγκυρότητας και της αξιοπιστίας των πληροφοριών στο διαδίκτυο. Ενός χώρου που είναι ιδανικός για να φλερτάρεις, να περάσεις ευχάριστα την ώρα σου χαζεύοντας, να ανταλλάξεις απόψεις, ακόμα και για να αναζητήσεις πληροφορίες, αλλά υπό προϋποθέσεις. Κι αυτό γιατί η πληροφορία στο διαδίκτυο, συχνά ανώνυμη και χαοτική λόγω της φύσης και της δομής του μέσου (εκατομμύρια δέκτες, αλλά και εκατομμύρια πομποί), δεν έχει το τεκμήριο εγκυρότητας ενός ρεπορτάζ του κ. Χ στην Ψ εφημερίδα. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι πρέπει να απορρίπτουμε συλλήβδην οποιαδήποτε πληροφορία λαμβάνουμε από το διαδίκτυο. Το αντίθετο: πρέπει να τη αξιοποιούμε, αφού βέβαια την ελέγξουμε και την αξιολογήσουμε.

Μια άλλη δημοφιλής υπηρεσία του διαδικτύου, η ηλεκτρονική εγκυκλοπαίδεια Wikipedia παρέχει στους χρήστες της τη δυνατότητα αναζήτησης πληροφοριών σχετικά με το θέμα που τους ενδιαφέρει, αλλά παράλληλα τους δίνει την ευκαιρία να την συνδιαμορφώσουν, προσθέτοντας ή τροποποιώντας λήμματα. Αυτό έχει και τη θετική και την αρνητική του πλευρά. Με μια πρώτη ανάγνωση μπορούμε να μιλήσουμε για μια συλλογική διαδικασία, όπου ο ένας συμπληρώνει τον άλλον και όλοι μαζί δημιουργούν γνώση. Πλην όμως, όταν δεν υπάρχει καμία διαδικασία φιλτραρίσματος των πληροφοριών ο καθένας μπορεί να γράφει ο,τι του κατέβει και όλοι οι υπόλοιποι –αν δεν ελέγχουμε την πληροφορία– συχνά να αναπαραγάγουμε άθελα μας θεωρίες χωρίς ίχνος αλήθειας.

Παρόλα αυτά, το διαδίκτυο είναι μια εφαρμογή που –εκτός των άλλων– προωθεί το διάλογο και τον προβληματισμό μεταξύ των πολιτών και υπό αυτό το πρίσμα μόνο θετικό αντίκτυπο μπορεί να έχει. Υπό αυτή την έννοια, το ίντερνετ είναι ένα χρήσιμο εργαλείο (και) για να αναζητήσουμε πληροφορίες και να ενημερωθούμε. Έστω και αν καμιά φορά μέσω αυτού διαδίδονται ανυπόστατες θεωρίες.

Εξάλλου ανοησίες λέμε και μεταξύ μας, εκτός του κυβερνοχώρου. Το ζήτημα λοιπόν είναι η διασταύρωση της πληροφορίας…

Δ. Τζ.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Θάρρος» στις 27.04.2007