Δευτέρα, Δεκεμβρίου 24, 2007

Χριστουγεννιάτικες αναζητήσεις…

Είμαστε στην εβδομάδα των Χριστουγέννων. Τα εμπορικά γεμίζουν από κόσμο, σε σημείο που –απηυδισμένοι– λέμε μέσα μας ότι δεν θα ξαναπάμε για ψώνια την τελευταία στιγμή. Εις μάτην, όμως. Λίγο η έλλειψη χρόνου λόγω υποχρεώσεων, λίγο η αναβλητικότητα που μας χαρακτηρίζει ως λαό, το «λάθος» θα επαναληφθεί…

Η ίδια εικόνα και στο κέντρο της πόλης. Στον πεζόδρομο της Ερμού χιλιάδες κόσμου ανεβοκατεβαίνει. Είναι περίοδος γιορτών, κι όμως όλοι τρέχουν «να προλάβουν» (τι;). Μάλλον βιαζόμαστε από συνήθεια. Για θέση για παρκάρισμα ούτε λόγος. Αν κάνεις το λάθος και κατέβεις με το αυτοκίνητο στο κέντρο θα το μετανιώσεις. Η ίδια εικόνα και στου «Ζόναρς», την ιστορική αθηναϊκή καφετέρια που ξανάνοιξε στον πεζόδρομο της Βουκουρεστίου. Κόσμος πολύς περιμένει υπομονετικά να αδειάσει κάποιο τραπέζι για να πιεί τον καφέ του, τον οποίο πάντως θα πληρώσει ακριβά…

Με όλη αυτή την καταναλωτική υστερία, αναρωτιέμαι αν βρίσκουμε λίγο χρόνο –εν μέσω των γιορτών– για να σκεφτούμε, να προσπαθήσουμε να «αποκρυπτογραφήσουμε» κάθε τι που μας προβληματίζει, αλλά και να απαντήσουμε στο τι σημαίνουν για μας τα Χριστούγεννα.

Η απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα, προφανώς, αφορά τον καθένα μας ξεχωριστά. Ωστόσο, νομίζω ότι γενικά η μεγάλη πλειονότητα του κόσμου βλέπει τα Χριστούγεννα ως μια (ακόμα) ευκαιρία για ξεκούραση. Έπειτα είναι και οι αναπόφευκτες (και ανιαρές πολλές φορές) κοινωνικές υποχρεώσεις. Χρόνος για πνευματικές αναζητήσεις μάλλον δεν υπάρχει. Χειρότερα: δεν έχουμε ιδιαίτερη διάθεση να προβληματιστούμε, ίσως φοβούμενοι ότι οι σκέψεις μας θα χαλάσουν το γιορτινό σκηνικό.

Απ’ την άλλη, τα Χριστούγεννα είναι τόσο κοντά στην αλλαγή του χρόνου που αναπόφευκτα, σχεδόν συνειρμικά και αυτόματα, καλούμαστε να «ζυγίσουμε» τα θετικά και τα αρνητικά της χρονιάς που πέρασε. Θα σκεφτούμε για λίγο το που ήμασταν ένα χρόνο πριν, που πήγαμε και τι θέλουμε να αλλάξει «από Δευτέρα». Σχέδια επί χάρτου, δηλαδή…

Παρά, πάντως, την εμπορευματοποίηση τους και τη μειωμένη διάθεση μας για πνευματικές αναζητήσεις, τα Χριστούγεννα μας δημιουργούν μια ιδιαίτερη διάθεση προσφοράς στους γύρω μας. Έτσι, είτε αγοράζοντας κάρτες της Unicef, είτε μαζεύοντας κάποια παλαιά ρούχα που δε μας χρειάζονται για να τα δώσουμε σε κάποιον που τα έχει ανάγκη, με κάποιον τρόπο θα προσπαθήσουμε να δώσουμε λίγη χαρά κι αγάπη στους γύρω μας. Αυτή η διάθεση προσφοράς είμαι μάλλον ολίγον επίπλαστη και πρόσκαιρη. Απόδειξη αυτού το ότι τις υπόλοιπες μέρες του χρόνου δεν είμαστε τόσο «φιλάνθρωποι». Στο υποσυνείδητο μας λειτουργεί η σκέψη ότι αν είμαστε τώρα γενναιόδωροι, θα μπορέσουμε να πάρουμε «άφεση αμαρτιών» για όσα (δεν) κάναμε τον υπόλοιπο χρόνο. Όπως και να ‘χει, έστω αυτό το «λίγο» είναι κάτι σε σχέση με το «τίποτα». Τα Χριστούγεννα επαναφέρουν στην επιφάνεια τα αντανακλαστικά της ανθρωπιάς μας και μας δημιουργούν –σκεφτόμενοι ότι κάποιοι τέτοιες μέρες είναι μόνοι– αυτή τη διάθεση προσφοράς.

Το ζήτημα είναι αν αυτή τη διάθεση θα την έχουμε και μετά της γιορτές. Για να το θέσω πιο σωστά, αν μπορούμε να εξελίξουμε αυτή τη σχέση αλληλεγγύης που δημιουργείται κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα. Αν μπορούμε να σφυρηλατήσουμε κάποιους δεσμούς αλληλεγγύης, προσφέροντας πιο συχνά στο διπλανό μας, όχι απ’ το υστέρημά μας, αλλά απ’ αυτό που θα μας περισσέψει.

Όπως κι αν το δούμε, τα Χριστούγεννα δεν είναι ίδια για όλους. Ο καθένας θέτει τις προτεραιότητές του και πράττει αναλόγως. Ανεξάρτητα, λοιπόν, αν θεωρούμε τα Χριστούγεννα μια ευκαιρία για βόλτα στο “Mall”, ή για μια παράσταση στο «Μέγαρο», ανεξάρτητα αν θα καθίσουμε να διαβάσουμε ένα λογοτεχνικό βιβλίο δίπλα στο τζάκι ή αν θα βρούμε την ευκαιρία που ψάχναμε για να συναντήσουμε φίλους που έχουμε καιρό να δούμε, η περίοδος αυτή έχει και την πνευματική της διάσταση. Για κάποιον είναι οι αναμνήσεις από κάποια παλαιότερα Χριστούγεννα, για κάποιον άλλον η ευκαιρία για να αποτυπώσει ο,τι τον βασανίζει σε μια κόλλα χαρτί κοκ. Είναι, πάντως, σίγουρο ότι τα Χριστούγεννα έχουν κάτι να πουν στον καθένα μας. Αρκεί να αφιερώσουμε λίγο χρόνο και διάθεση για να ξετυλίξουμε το κουβάρι των σκέψεών μας…

Καλά Χριστούγεννα

Δ. Τζ.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 22, 2007

Ο κ. Ζαχόπουλος και τα αδηφάγα ΜΜΕ

Η είδηση της απόπειρας αυτοκτονίας του τέως γεν. γραμματέα του υπουργείου Πολιτισμού Χρήστου Ζαχόπουλου σίγουρα δε θα άφηνε ασυγκίνητα τα ΜΜΕ. Πρόκειται για ένα θέμα το οποίο έχει οτιδήποτε χρειάζεται για να «πουλήσει»: τέως γενικός γραμματέας υπουργείου, μέχρι πρότινος στενός συνεργάτης του πρωθυπουργού, «βουτάει» απ’ το μπαλκόνι της οικίας του στο Κολωνάκι μια μέρα μετά την παραίτηση – αποπομπή του. Παράλληλα, μια γυναίκα προσπαθεί να πουλήσει στα κανάλια κασέτα, η οποία (λέγεται ότι) θα έφερνε σε πολύ δυσχερή θέση τον κ. Ζαχόπουλο.

Φυσικά, οι τηλεοπτικοί σταθμοί δεν έμειναν στα όσα προαναφέραμε και είναι τα διασταυρωμένα στοιχεία του ρεπορτάζ. Αντιθέτως, οι φήμες και οι «δημοσιογραφικές πληροφορίες» ανάγονται για μια ακόμα φορά σε είδηση. Μυστηριώδεις γυναίκες, οσμή ροζ σκανδάλου, ίσως και οικονομικού, λένε ορισμένοι. Άλλοι «ειδικοί» τηλε-σχολιαστές υποστηρίζουν ότι «ο Ζαχόπουλος δεν άντεξε την απομάκρυνση του από το υπουργείο», «ο Καραμανλής ήταν ο Θεός του…».

Είναι πολύ πιθανόν στις παραπάνω εικασίες να υπάρχουν ψήγματα αληθείας. Πολλές φορές όπου υπάρχει καπνός, υπάρχει πράγματι και φωτιά. Κι όταν βλέπουν τόσα σενάρια το φως της δημοσιότητας, στατιστικά κάποιο θα είναι λίγο έως πολύ αληθές. Ωστόσο, είναι εντελώς πέραν της λογικής, αλλά και πέραν κάθε δημοσιογραφικής δεοντολογίας η δημοσιοποίηση πληροφοριών οι οποίες όχι μόνο δεν είναι ελεγμένες, αλλά και –σε περίπτωση που τελικά δεν ισχύουν– σπιλώνουν ανθρώπους και υπολήψεις.

Όπως και να ‘χει το θέμα Ζαχόπουλου φαίνεται ότι έχει πολλές προεκτάσεις, πιθανόν και πολιτικές. Ωστόσο, το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε αυτή τη στιγμή είναι να περιμένουμε την εξέλιξη των ερευνών της αστυνομίας. Όσο για τη δημοσιογραφική έρευνα είναι και αυτή χρήσιμη και απαραίτητη, αρκεί να μη στηρίζεται σε κουβέντες επιπέδου «καφενείου»…

Δ. Τζ.

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 19, 2007

Η χαμένη ευκαιρία της Αριστεράς

Όταν πριν μερικές μέρες ο πρόεδρος του Συνασπισμού κ. Αλέκος Αλαβάνος ανακοίνωνε την απόφαση του να μη θέσει ξανά υποψηφιότητα για την αρχηγία του κόμματος της ανανεωτικής Αριστεράς, τα πάντα έμοιαζαν ιδανικά για το κόμμα του. Πολλοί θεώρησαν ότι η απόφαση του αυτή σηματοδοτούσε τη ρήξη με τις κατεστημένες νοοτροπίες. Την ώρα που οι δημοσκοπήσεις τον εμφάνιζαν ως τον πλέον δημοφιλή πολιτικό αρχηγό, ο κ. Αλαβάνος, τριάμισι χρόνια μετά την εκλογή του στον προεδρικό θώκο, έδειχνε στην πράξη ότι δεν είναι «κολλημένος» με την καρέκλα. Παρουσιαζόταν μια μεγάλη ευκαιρία στην Αριστερά να επιχειρήσει κάτι διαφορετικό από τα συνηθισμένα στην διαδικασία ανάδειξης προέδρου, κερδίζοντας παράλληλα τις εντυπώσεις…

Μερικές μέρες μετά, κύκλοι του κ. Αλαβάνου έκαναν γνωστό ότι ο πρόεδρος του ΣΥΝ θα στηρίξει για την προεδρία τον κ. Αλέξη Τσίπρα, του οποίου η υποψηφιότητα ανακοινώθηκε επίσημα χθες.

Εδώ υπάρχει ένα ζήτημα ηθικής τάξεως. Ήταν ο κ. Αλαβάνος αυτός που (σωστά) κατηγορούσε το ΠΑΣΟΚ για τον τρόπο με τον οποίο έγινε η αλλαγή ηγεσίας το 2004, μιλώντας για «δακτυλίδι» διαδοχής από τον τέως πρωθυπουργό κ. Κ. Σημίτη στον κ. Γ. Παπανδρέου. Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο κ. Αλαβάνος «αντιγράφει» αυτό που τότε λοιδορούσε. Στηρίζει ξεκάθαρα (και εντός των ημερών και επίσημα, όπως λέγεται) έναν εκ τον υποψηφίων αρχηγών.

Θέμα ηθικής τάξεως φαίνεται πως υπάρχει και για τον κ. Τσίπρα. Ο δημοτικός σύμβουλος της Αθήνας, είχε κάνει σαφές μετά τις δημοτικές εκλογές του 2006 ότι τα επόμενα τέσσερα χρόνια θα τιμήσει την ψήφο των Αθηναίων, ασχολούμενος αποκλειστικά με το δήμο. Με την πρώτη ευκαιρία, όμως, ο επικεφαλής της «Ανοιχτής Πόλης», ένα μόλις χρόνο μετά τις δημοτικές εκλογές, αφήνει την Αθήνα για να διεκδικήσει την προεδρία του Συνασπισμού.

Η μεγάλη ευκαιρία της ανανεωτικής Αριστεράς όπως όλα δείχνουν θα χαθεί. Τόσο ο κ. Αλαβάνος, όσο και ο κ. Τσίπρας είχαν τη δυνατότητα να δοκιμάσουν κάτι καινούργιο, κάτι διαφορετικό για τα πολιτικά ήθη της χώρας μας, αλλά δε το τόλμησαν. «Η πολιτική είναι ένας αγώνας συμφερόντων μεταμφιεσμένος σε διαγωνισμό αρχών» είχε πει ο Αμερικανός συγγραφέας Αμβρόσιος Μπίρς. Αυτό, δυστυχώς, φαίνεται ότι ισχύει και για την Αριστερά…

Δ. Τζ.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 15, 2007

Οι διαδηλώσεις

Με αφορμή τη διαδήλωση της περασμένης Τετάρτης ενάντια στις αλλαγές που προωθεί η κυβέρνηση στο ασφαλιστικό, σκέφτομαι για μια ακόμα φορά το ζήτημα των συγκεντρώσεων διαμαρτυρίας. Πιο συγκεκριμένα, αναρωτιέμαι συχνά αν ο τρόπος με τον οποίο διοργανώνονται οι διαδηλώσεις είναι ο σωστός και κατά πόσον βοηθάει τη διεκδίκηση των (όποιων) αιτημάτων έχουν οι συμμετέχοντες σε αυτές.

Στη χώρα μας, όπως και σε πολλές χώρες του δυτικού κόσμου, οι συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας οργανώνονται κατά βάση από τα συνδικάτα, τα οποία είναι σχεδόν πάντα υπό τον έλεγχο της (μείζονος ή ελάσσονος) αντιπολίτευσης. Άρα εξ αρχής οι πορείες έχουν έναν κομματικό μανδύα και μια μικροκομματική στόχευση. Τη φθορά της κυβέρνησης. Τα όποια αιτήματα διεκδικούνται κυρίως «επειδή το λέει το κόμμα» και σε δεύτερο επίπεδο επειδή θεωρούνται «δίκαια». Απόδειξη αυτού, οι 65χρονοι(!) που έπιασαν οι κάμερες να διαδηλώνουν πέρυσι το χειμώνα ενάντια στην εκπαιδευτική μεταρρύθμιση της Μαριέττας Γιαννάκου.

Πολλοί θα πουν ότι την (όποια) αντίδραση εναντίων των ρυθμίσεων που προωθούν οι κυβερνήσεις πρέπει κάποιος να την οργανώσει και να τη συντονίσει κεντρικά. Αυτό είναι εν μέρει σωστό. Ωστόσο, όταν η διαχείριση των συγκεντρώσεων γίνεται με προφανή μικροκομματική στόχευση πραγματικά αναρωτιέμαι τι υπηρεσίες προσφέρουν τα συνδικάτα στους απλούς, ανένταχτους κομματικά εργαζόμενους.

Επίσης, ακούγεται συχνά ότι οι πορείες χωρίς κεντρική κομματική ή συνδικαλιστική καθοδήγηση είναι καταδικασμένες να αποτύχουν. Αυτό το επιχείρημα καταρρίπτεται αν αναλογιστούμε τη μεγάλη τόσο σε όγκο όσο και σε παλμό και χωρίς κομματικές «πλάτες» συγκέντρωση για τα δάση μερικούς μήνες πριν. Αποδείχθηκε σ’ αυτή τη συγκέντρωση ότι αν θέλουμε κάτι, μπορούμε να το διεκδικήσουμε χωρίς να μας επιβάλλουν άλλοι τη συνθηματολογία και χωρίς να είμαστε αναγκασμένοι να κουνάμε «μπλε», «πράσινα» ή «κόκκινα» σημαιάκια…

Δ. Τζ.

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 12, 2007

Το ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ

Τον τελευταίο καιρό το ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας, εξαιτίας των έντονων διπλωματικών διεργασιών μεταξύ Αθήνας, Σκοπίων και του ειδικού διαμεσολαβητή του ΟΗΕ κ. Mathew Nimic. Το ερώτημα που προκύπτει είναι τι μπορεί να περιμένει πλέον η Ελλάδα από τις διαπραγματεύσεις; Μετά από σχεδόν μια δεκαπενταετία στασιμότητας με κύρια υπαιτιότητα της χώρας μας υπάρχουν περιθώρια ενός «αναίμακτου» συμβιβασμού;

Η αλήθεια είναι ότι η Αθήνα εμφανίστηκε αρκετά αυτιστική στο παρελθόν στο ζήτημα της ονομασίας της γειτονικής μας χώρας. «Σπρώχνοντας» το θέμα κάτω από το χαλί, είχαμε την απατηλή ελπίδα ότι ως εκ θαύματος μια μέρα θα λυθεί. Καθ’ αυτόν τον τρόπο η Ελλάδα έχει πάρει την «ταμπέλα» του αδιάλλακτου, της πλευράς που δε δέχεται να συζητήσει το θέμα. Κι έτσι έχουμε φτάσει στο εξής παράδοξο σημείο: το πλαίσιο διαπραγμάτευσης που δεχόμαστε τώρα (σύνθετη ονομασία που να περιλαμβάνει τον όρο «Μακεδονία»), είναι περίπου το ίδιο που απορρίπταμε κατηγορηματικά το 1993! Μόνο που τα Σκόπια, λόγω της αναγνώρισης τους από πλειάδα χωρών με το συνταγματικό τους όνομα («Δημοκρατία της Μακεδονίας»), έχουν σκληρύνει κατακόρυφα τη στάση τους και (φαίνεται ότι) δε συζητούν στη βάση αυτή.

Ευθύνες για την ολιγωρία στο ζήτημα φέρουν σαφώς και οι έξι ελληνικές κυβερνήσεις από το 1993 έως σήμερα. Ωστόσο, για τη μη επίλυση του ζητήματος, οι ευθύνες δεν είναι μόνο πολιτικές ή διπλωματικές, αλλά υπάρχουν και στο επίπεδο της κοινής γνώμης. Όπως όλα τα προηγούμενα χρόνια, έτσι και σήμερα, η πλειοψηφία του ελληνικού λαού φέρεται σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις να είναι κατά οποιασδήποτε συμφωνίας για το όνομα, η οποία θα περιέχει τον όρο «Μακεδονία». Αυτό, όμως, το κομμάτι της κοινής γνώμης ξεχνάει ότι η διπλωματία βασίζεται αφενός στην διάθεση των αντιμαχόμενων πλευρών να διαπραγματευτούν και να συμβιβαστούν και αφετέρου στις διεθνείς συμφωνίες. Έτσι, λοιπόν, ξεχνάμε ότι μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο τα εδάφη της Μακεδονίας (ως γεωγραφικής οντότητας), με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου το 1913 και του Νεϊγί το 1919, δόθηκαν: 51,56% στην Ελλάδα, 38,32% στη Σερβία και 10,12% στην Βουλγαρία. Και ως γνωστόν, σ’ αυτό το 38, 32% της (τότε) Σερβίας, περιλαμβάνονται εδάφη που σήμερα ανήκουν στην ΠΓΔΜ. Άρα και οι Σλαβομακεδόνες γείτονές μας έχουν ορισμένα δικαιώματα στη χρήση του όρου.

Έτσι, λοιπόν, φτάνουμε σε ένα σημείο στο οποίο πρέπει να δώσουμε μιαν απάντηση για το ποια πρέπει να είναι η στάση της χώρας μας από τούδε και στο εξής. Έχω τη γνώμη ότι παρά τις λάθος τακτικές κινήσεις σε βάθος χρόνου, η Ελλάδα κρατάει στα χέρια της το παιχνίδι. Πρώτον, γιατί δείχνει τον τελευταίο καιρό ειλικρινή διάθεση για να συζητήσει και να συμβιβαστεί, να συναντήσει δηλαδή τα Σκόπια «στη μέση της διαδρομής». Και δεύτερον, διότι αν η ΠΓΔΜ εντείνει την αδιαλλαξία της (πράγμα διόλου απίθανο), υπάρχει πάντα –ως έσχατη λύση– το «όπλο» της αρνησικυρίας (veto) για τη μη είσοδο της χώρας στους ευρωατλαντικούς θεσμούς.

Όπως φαίνεται τα πάντα στο θέμα της ονομασίας της ΠΓΔΜ είναι ανοιχτά. Η υπόθεση είναι πολύ λεπτή, γι’ αυτό η ελληνική διπλωματία οφείλει να είναι πολύ προσεκτική στις τακτικές της κινήσεις. Τέλος, υπάρχει και μια ακόμα παράμετρος την οποία πρέπει να έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας. Σε ζητήματα όπως το Κυπριακό ή αυτό της ονομασίας της ΠΓΔΜ υπάρχει ένας άγραφος νόμος: η πείρα διδάσκει ότι η προηγούμενη πρόταση είναι πάντα καλύτερη από αυτή που ακολουθεί, για την πλευρά που κατά κανόνα «τραινάρει» την όλη διαδικασία. Και δυστυχώς στο ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ αυτή η πλευρά ήταν επί χρόνια η ελληνική…

Δ. Τζ.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 08, 2007

Το «φαινόμενο» ΛΑΟΣ

Τον πρώτο μήνα κοινοβουλευτικής του παρουσίας του ΛΑΟΣ, τα στελέχη του είχαν φροντίσει να μην δώσουν λαβές για σχόλια σε σχέση με τον ιδεολογικό προσανατολισμό του κόμματος. Ωστόσο, η ιδεολογική τοποθέτηση ενός κομματικού φορέα είναι κάτι το οποίο δεν κρύβεται. Ήταν απλά θέμα χρόνου να βγει στην επιφάνεια.

Την αρχή έκανε ο πρόεδρος του κόμματος κ. Γιώργος Καρατζαφέρης, ο οποίος απείλησε ότι θα απαντάει με αγωγή σε όποιον χαρακτηρίζει το ΛΑΟΣ ακροδεξιό κόμμα. Την Τετάρτη, ο νεαρός βουλευτής του κόμματος κ. Αθ. Πλεύρης (ιός του κ. Κ. Πλεύρη, συγγραφέα «επιστημονικού» –σύμφωνα με τον ίδιο– συγγράμματος, που χαρακτηρίζει τους Εβραίους «μιάσματα») είχε μια πρωτότυπη ιδέα: πρότεινε να αφαιρούνται τα γεννητικά όργανα(!) βιαστών ανηλίκων, έτσι –υποστηρίζει– ώστε να μην είναι σε θέση να διαπράξουν ξανά την ίδια πράξη…

Πολλοί από εκείνους που ψήφισαν το κόμμα του κ. Καρατζαφέρη στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές, το έκαναν πιστεύοντας ότι πρόκειται για έναν «ανώδυνο» τρόπο διαμαρτυρίας κατά, όχι μόνο της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και του διπολικού μας συστήματος γενικότερα. Προφανώς θεώρησαν ότι ο ΛΑΟΣ δεν πρεσβεύει κάτι το ακραία αντιδημοκρατικό και ως –εκ τούτου– επικίνδυνο.

Ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο πολιτεύεται ο ΛΑΟΣ δεν μπορεί να ερμηνευτεί διαφορετικά: πρόκειται για ένα κόμμα το οποίο στελεχώνεται κυρίως από άτομα του ακροδεξιού χώρου, ενώ υπάρχουν και ορισμένες διαφορετικές «πινελιές» (Β. Αποστολάτος, Δ. Αράπογλου), που του προσδίδουν μια (υποτιθέμενη) πολυσυλλεκτικότητα.

Πίσω από το «προσωπείο» της πολυσυλλεκτικότητας κρύβεται ένας πολιτικός φορέας με αντιδημοκρατικές ιδέες και με μια λανθάνουσα φασιστική νοοτροπία. Οι μετανάστες για το ΛΑΟΣ είναι a priori άνθρωποι ενός κατώτερου θεού. Επίσης, ο ΛΑΟΣ βρίσκεται απέναντι σε οποιονδήποτε υποστηρίζει το δικαίωμα στην διαφορετικότητα (θρησκευτική, εθνική κ.ο.κ.). Όμως, πέραν τούτου, ο ΛΑΟΣ είναι και η εν ελλάδι προσωποποίηση του πολιτικού τυχοδιωκτισμού και λαϊκισμού. Δηλαδή, δεν είναι μόνον φορέας ακραίων ιδεών. Υιοθετεί, επίσης, μια πανσπερμία απόψεων μόνο και μόνο για να «κρύψει» τις πραγματικές του θέσεις. Ο ίδιος ο κ. Καρατζαφέρης δηλώνει «δεξιός» στα εθνικά ζητήματα και «αριστερός» στα κοινωνικά!

Μέχρι τώρα ίσως δεν είχαμε δώσει τη σημασία που έπρεπε στο «φαινόμενο» ΛΑΟΣ. Όμως όταν ένα κόμμα όχι απλά δημαγωγικό και οπορτουνιστικό, ούτε καν ακραία συντηρητικό, αλλά ένα κόμμα που αντιτίθεται στη θεμελιώδη αρχή της ισότητας μεταξύ των πολιτών, ξεχωρίζοντάς τους σε «καλούς» και «κακούς», Έλληνες και ξένους, Εβραίους και μη, βρίσκεται στη Βουλή, τότε μάλλον πρέπει να ανησυχούμε. Ίσως τελικά δεν πρόκειται μόνο για ψήφο διαμαρτυρίας. Ίσως υπάρχει και κάποιο κοινωνικοπολιτικό υπόβαθρο από πίσω…

Δ. Τζ.

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 05, 2007

Η βία στα γήπεδα

Με αφορμή ένα ακόμη περιστατικό γηπεδικής βίας, που συνέβη την περασμένη Κυριακή στον ποδοσφαιρικό αγώνα Άρης – ΑΕΚ, αναδημοσιεύω ένα παλαιότερο κείμενό μου πάνω στο θέμα της βίας στα γήπεδα. Φαίνεται ότι παρά τις γενικόλογες διαβεβαιώσεις της πολιτείας, δεν υπάρχει καμία πρόοδος στο θέμα αυτό. Και πολύ φοβάμαι ότι θα ξανασυζητήσουμε τα ίδια πράγματα στο μέλλον με κάποια νέα δυσάρεστη αφορμή…

Όπως όλες οι κυβερνήσεις της τελευταίας δεκαπενταετίας, έτσι και η σημερινή, προχώρησε σε μεγαλόστομες δηλώσεις για την πάταξη της βίας στα γήπεδα. Δηλώσεις, οι οποίες –δυστυχώς– δε συνοδεύτηκαν απ’ το ανάλογο νομοθετικό πλαίσιο και περιορίστηκαν σ’ ένα φιλολογικό – θεωρητικό επίπεδο.

Πολλοί υποστηρίζουν ότι η πάταξη της βίας στα γήπεδα, όπως και κάθε άλλου φαινομένου κοινωνικής παθογένειας, είναι καθαρά θέμα βούλησης της εκάστοτε πολιτικής τάξης. Και μάλλον δεν έχουν άδικο, αν λάβουμε υπόψη μας τον τρόπο με τον οποίο αντέδρασε η πρώην πρωθυπουργός της Μ. Βρετανίας, Margaret Thatcher, στα γενικευμένα κρούσματα γηπεδικής και εξωγηπεδικής βίας στη «Γηραιά Αλβιόνα», τη δεκαετία του ’80. Η βρετανική κυβέρνηση, λοιπόν, θέσπισε ένα αυστηρότατο νομοθετικό πλαίσιο, στοχεύοντας κατά κύριο λόγο στην πρόληψη και όχι την καταστολή. Αν, παρ’ ελπίδα, συνέβαιναν επεισόδια σ’ έναν ποδοσφαιρικό αγώνα, οι δράστες συλλαμβάνονταν άμεσα, κι όφειλαν να παρουσιάζονται στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής τους κάθε φορά που έπαιζε η ομάδα τους. Εξίσου αυστηρές ήταν και οι πρωτοβουλίες απ’ την πλευρά των συλλόγων (απαγόρευση προμήθειας εισιτηρίων κοκ.).

Ένα ακόμα μεγάλο κεφάλαιο στο φάκελο «βία στα γήπεδα», ως προέκταση των κυβερνητικών πρωτοβουλιών, είναι ο ρόλος της αθλητικής δικαιοσύνης. Στην Ελλάδα έχουμε το εξής παράδοξο: οι νόμοι, συνήθως, τηρούνται μεν, πλημμελώς δε. Στις περιπτώσεις, ωστόσο, που οι ποινές είναι αυστηρές (όχι, όμως, απαραίτητα άδικες), ξεσηκώνονται πολιτικοί και αθλητικοί παράγοντες. Συμπτωματικώς, η ποινή μειώνεται (ή και εξαλείφεται) σε δευτεροβάθμιο επίπεδο.

Απ’ τον προαναφερθέντα… «ξεσηκωμό», βεβαίως, δε λείπουν και οι 10(!) ημερήσιες αθλητικές εφημερίδες (όταν η ποδοσφαιρικά προηγμένη Γερμανία έχει ένα εβδομαδιαίο περιοδικό, το “Kicker” και η Αγγλία καμία αμιγώς αθλητική εφημερίδα). Πολλά απ’ αυτά τα έντυπα, συνεπικουρούμενα απ’ τις Ποδοσφαιρικές Ανώνυμες Εταιρίες (ΠΑΕ), προβάλλουν και προωθούν μια πολεμική ατμόσφαιρα στηριζόμενη σε ύβρεις, καθώς και στη δημιουργία κλίματος αδικίας/εύνοιας υπέρ/κατά της μιας ή της άλλης ομάδας. Όλο το προαναφερθέν σκηνικό απέχει έτη φωτός απ’ την καλώς εννοούμενη καζούρα, τον επονομαζόμενο «χαβαλέ».

Έπειτα, είναι και ο ρόλος των ΠΑΕ, οι οποίες –πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, οι οποίες απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα– συγκαλύπτουν και τροφοδοτούν τέτοια φαινόμενα. Οι οπαδοί θέλουν να έχουν έναν ρόλο ιδιότυπης συνδιοίκησης, αίτημα που γίνεται συνήθως αποδεκτό απ’ τους ιδιοκτήτες των ΠΑΕ, οι οποίοι θέλουν να τα ‘χουν καλά με τους «οργανωμένους». Το ερώτημα εύλογο: αν δεν παίρνουν μέτρα γι’ αυτήν την κατάσταση οι σύλλογοι, που έχουν άμεσο (οικονομικό κι όχι μόνο) συμφέρον απ’ την καταπολέμηση της βίας, πώς μπορούμε να τα περιμένουμε όλα απ’ το κράτος;

Το κεφάλαιο «βία στα γήπεδα» είναι πολύ μεγάλο και φυσικά δε μπορεί να αναλυθεί επαρκώς μέσα σε λίγες γραμμές. Ωστόσο, λίγες γραμμές είναι υπεραρκετές για να καταδείξουν το μέγεθος του προβλήματος και τη –συνεχιζόμενη– λάθος αντιμετώπισή του από τους αθλητικούς και πολιτικούς παράγοντες. Ας ελπίσουμε ότι δε θα μείνουμε για μια ακόμα φορά στις διαπιστώσεις και τα ευχολόγια.

Δ. Τζ.

Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Portatif” τεύχος Ιούνιος – Ιούλιος – Αύγουστος 2006

Σάββατο, Δεκεμβρίου 01, 2007

Η απελευθέρωση των τηλεπικοινωνιών

Πολλά λέγονται για την απελευθέρωση των τηλεπικοινωνιών στη χώρα μας. Θεωρητικά στην Ελλάδα υπάρχει εδώ και μερικά χρόνια, με νομοθετική διάταξη, πλήρης απελευθέρωση των τηλεπικοινωνιών. Όμως στην πράξη αυτό δε φαίνεται να ισχύει.

Η αρμόδια επίτροπος για την Κοινωνία της Πληροφορίας κ. Vivian Reding, μιλώντας στο 2ο Διεθνές Συνέδριο για το Ευρυζωνικό Δίκτυο που διοργάνωσε τον περασμένο Ιούνιο η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) άφησε αιχμές για τις καθυστερήσεις που παρατηρούνται στην ενσωμάτωση του ρυθμιστικού πλαισίου απελευθέρωσης της αγοράς τηλεπικοινωνιών (“Euro2day” – 01/06/2007).

Ταυτόχρονα, πέρα από τις διαπιστώσεις της επιτρόπου, οι ίδιοι οι πολίτες γίνονται καθημερινά μάρτυρες περιστατικών που δείχνουν ότι στην πράξη η απελευθέρωση των τηλεπικοινωνιών δεν έχει ολοκληρωθεί, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι. Όλοι μας έχουμε κάποιον γνωστό, ο οποίος έκανε αίτηση για να ενταχθεί σε μια εταιρεία σταθερής τηλεφωνίας και internet –πλην του ΟΤΕ. Σε πολλές περιπτώσεις η διαδικασία είναι «περίεργα» αργή. Πολλές αιτήσεις «χάνονται» σύμφωνα με τους αρμοδίους, πράγμα πρακτικά αδύνατο, καθώς αυτές υποβάλλονται συνήθως μέσω email. Στη συνέχεια και όταν έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία αλλαγής παρόχου, εμφανίζονται άλλου είδους προβλήματα: αν είσαι στην εταιρεία χ δε μπορείς –σε ορισμένες περιπτώσεις– να επικοινωνήσεις με κάποιον που είναι στην εταιρεία ψ. Άρα κάτι συμβαίνει. Η μόνη λογική εξήγηση είναι ότι ο ΟΤΕ, που είναι εκείνος που ακόμα ελέγχει την όλη διαδικασία, φροντίζει έτσι ώστε να υπάρχει μεγάλη καθυστέρηση στην υλοποίηση των αιτημάτων. Κι αυτό γιατί έτσι ελπίζει ότι ο καταναλωτής –απηυδισμένος από τις καθυστερήσεις– θα επιστρέψει στις «αγκάλες» του…

Είναι λοιπόν εμφανές ότι οι νομοθετικές διατάξεις δεν αρκούν. Ο νόμος για να φέρει αποτελέσματα πρέπει να τηρούνται δύο συνθήκες: πρώτον να εφαρμόζεται στο ακέραιο και δεύτερον να μην υπάρχει δυνατότητα υπερκέρασης του. Στη συγκεκριμένη περίπτωση φαίνεται ότι ο ΟΤΕ έχει βρει τρόπους να παρακάμπτει το νόμο, εκμεταλλευόμενος το ρόλο του ρυθμιστή που (κακώς) έχει στο χώρο των τηλεπικοινωνιών.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι εξαιρετικά σημαντικό το γεγονός ότι πλέον ο πολίτης έχει τη δυνατότητα να επιλέξει μεταξύ διαφορετικών τηλεπικοινωνιακών παρόχων. Μέσω του ανταγωνισμού μεταξύ των εταιρειών οι τιμές πέφτουν και ο καταναλωτής βγαίνει κερδισμένος. Ωστόσο αυτό δεν αρκεί. Για να μιλήσουμε για πραγματική απελευθέρωση πρέπει να παρέχεται σε όλες τις εταιρείες η δυνατότητα να προσφέρουν υπηρεσίες υψηλού επιπέδου. Αλλά για να συμβεί αυτό πρέπει να καταλάβει επιτέλους ο ΟΤΕ ότι δεν έχει πλέον το μονοπώλιο στον κλάδο. Μέχρι τότε η απελευθέρωση θα είναι «λειψή»…

Δ. Τζ.

Τετάρτη, Νοεμβρίου 28, 2007

Φήμες και life style

Διάβασα στον τύπο ορισμένες δηλώσεις του προέδρου του ΠΑΣΟΚ για το θέμα του ασφαλιστικού, τις οποίες και παραθέτω. Συγκεκριμένα ο κ. Παπανδρέου είπε ότι «η κυβέρνηση δεν σκοπεύει να λύσει το ασφαλιστικό πρόβλημα. Σκοπεύει να διαλύσει το δημόσιο ασφαλιστικό σύστημα». Σε άλλη αποστροφή του λόγου του ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης τόνισε ότι η πολιτική της κυβέρνησης οδηγεί σε «πετσόκομμα των συντάξεων και στη δήμευση των περιουσιακών στοιχείων των Ταμείων».

Θεωρητικά αυτές οι δηλώσεις δε θα έπρεπε να μας προξενούν καμία απολύτως εντύπωση. Είναι η κριτική που οφείλει(;) να κάνει η εκάστοτε αντιπολίτευση στην εκάστοτε κυβέρνηση. Ωστόσο, αν καλοσκεφτεί κανείς τη χρονική στιγμή που έγιναν οι δηλώσεις αυτές έχει σίγουρα να πει πολλά.

Στην Ελλάδα έχουμε μια κακή συνήθεια. Μας αρέσει να σχολιάζουμε «φήμες» και «δημοσιογραφικές πληροφορίες». Έτσι συνέβη και σ' αυτή την περίπτωση. Παρότι είναι τοις πάσι γνωστό ότι ο διάλογος για το ασφαλιστικό συνεχίζεται και ότι η κυβέρνηση δεν έχει καταθέσει ακόμα καμία απολύτως πρόταση για το θέμα, πολιτικο-συνδικαλιστικοί παράγοντες ομιλούν λες και έχουν το νομοσχέδιο στα χέρια τους. Η πληροφορία ανάγεται σε είδηση και έτσι είμαστε μπροστά στο εκπληκτικό φαινόμενο του σχολιασμού –από επίσημα μάλιστα χείλη– απλών φημών!

Αυτή είναι η μια πτυχή του όλου θέματος. Αν προσπαθήσει να δει κανείς σε ένα δεύτερο επίπεδο, θα παρατηρήσει ότι πέρα από το να σχολιάζουμε φήμες έχουμε την τάση να συζητούμε τα –όποια– ζητήματα όχι από την σκοπιά του γεγονότος αυτού καθαυτού, αλλά από τη σκοπιά του life style. Όπως έγραψε ο κ. Πάσχος Μανδραβέλης στην «Καθημερινή» της περασμένης Πέμπτης «το κουτσομπολιό που παράγεται πέριξ της πλατείας Κολωνακίου ανάγεται σε πολιτικό ζήτημα: ποιος έφαγε με ποιον, ποιος μίλησε σε ποια, πώς κοίταξε ο ένας υπουργός τον άλλο, και τι είπαν οι διαβόητοι “κύκλοι”». Αυτή είναι η κύρια ενασχόληση των ΜΜΕ. Τα παραπολιτικά θέματα πάντα προηγούνται των πολιτικών και των υπολοίπων θεμάτων…

Δυστυχώς, όμως, αυτού του είδος το κουτσομπολιό δεν είναι καθόλου «ανώδυνο». Μπορεί να φαίνεται διασκεδαστικό, αλλά δεν είναι ακριβώς έτσι. Η κοινωνία μας «συνηθίζει» να βλέπει τα ζητήματα υπό αυτό το πρίσμα και όταν έρθει η ώρα να συζητήσουμε σοβαρά για τα πραγματικά προβλήματα, δεν έχουμε τη διάθεση, ίσως και τη δυνατότητα να το κάνουμε. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μιλάμε απλουστευτικά, σχεδόν σχηματοποιημένα, με στερεότυπα. Μόνο που ξεχνάμε κάτι: συνήθως η «αλήθεια» δεν είναι ούτε «μαύρο» ούτε «άσπρο». Είναι κάπου ενδιάμεσα…

Δ. Τζ.

Σάββατο, Νοεμβρίου 24, 2007

Ιστορίες του δρόμου…


Τον τελευταίο χρόνο στο Cambridge της Μεγάλης Βρετανίας όλοι συζητούν για μια μεγάλη ραδιοφωνική επιτυχία. Μόνο που πίσω από την επιτυχία αυτή δε βρίσκεται κάποιος γνωστός παραγωγός, αλλά μια ομάδα αστέγων. Όλα ξεκίνησαν από ένα περιοδικό φτιαγμένο από αστέγους. Τα στελέχη του ραδιοφωνικού σταθμού “209 radio” σκέφτηκαν ότι θα ήταν πολύ καλή ιδέα η δημιουργία μιας ραδιοφωνικής εκδοχής του περιοδικού, εκμεταλλευόμενοι μια ειδική χρηματοδότηση που προσέφερε το τοπικό συμβούλιο. Όπερ και εγένετο.

Έτσι, λοιπόν, κάθε δεκαπέντε μέρες θέση πίσω από τα μικρόφωνα του σταθμού παίρνει μια ομάδα αστέγων, αποτελούμενη από εφτά άτομα. Οι τελευταίοι κάνουν (σχεδόν) τα πάντα. Από την παραγωγή, τα κείμενα, την ηχοληψία και φυσικά την παρουσίαση. Ο Mark McDuff, κειμενογράφος της εκπομπής φαίνεται ενθουσιασμένος από το show στο οποίο συμμετέχει. Ένα άλλο μέλος της ομάδας, ο Scot John Lawton λέει ότι η εκπομπή έχει ανεβάσει πολύ την αυτοπεποίθησή του και ότι του δίνει την ευκαιρία να εστιάσει κάπου στη ζωή του. Τέλος, ο διευθυντής του σταθμού Karl Hartland μιλάει για τις δεξιότητες και το σεβασμό που έχουν κερδίσει μέσω αυτής της εθελοντικής εργασίας οι άστεγοι.

Είναι πραγματικά εντυπωσιακό! Έχουμε, άραγε, αναλογιστεί ποτέ ότι πίσω από ανθρώπους που ζουν στο περιθώριο μπορεί να κρύβεται ένα μεγάλο ταλέντο, μια κλίση; Ένα ταλέντο το οποίο λόγω συγκυριών δεν καλλιεργήθηκε ποτέ. Κι όμως αν τους δοθεί μια ευκαιρία είναι ικανοί να ανατρέψουν όλα τα στερεότυπα που υπάρχουν γι’ αυτούς. Άνθρωποι οι οποίοι αποζητούν μια ευκαιρία για να μας δείξουν ότι κάνουμε λάθος. Ότι είναι ικανοί για πολλά πράγματα, αρκεί κάποιος να τους απλώσει το χέρι του…

Για να έρθουμε και στα καθ’ ημάς, πριν μερικούς μήνες άστεγοι συμπολίτες μας –με την υποστήριξη του περιοδικού «Γαλέρα», αν δεν κάνω λάθος– συγκεντρώθηκαν, προπονήθηκαν και εκπροσώπησαν τη χώρα μας στο «Παγκόσμιο Κύπελλο αστέγων». Αυτή η πρωτοβουλία φυσικά δεν διαφημίστηκε καθόλου. Όμως, μερικοί άνθρωποι έφυγαν για λίγες μέρες από τα φανάρια, τις στάσεις του μετρό και τα παγκάκια και συμμετείχαν σε κάτι το οποίο τους γέμισε, τους έδωσε χαρά και ελπίδα.

Φυσικά τέτοιες πρωτοβουλίες στη χώρα μας είναι μεμονωμένες. Η πολιτεία δεν έχει προνοήσει (γιατί;) για παρόμοια προγράμματα που αν και θα κόστιζαν λίγο, θα έδιναν απέραντη ευχαρίστηση και θα γέμιζαν ευγνωμοσύνη εκατοντάδες ανθρώπους του δρόμου. Θα τους έδιναν μια ευκαιρία να αναδείξουν τα ταλέντα τους, να απασχοληθούν δημιουργικά και, γιατί όχι, να ξεκινήσουν μια καινούργια ζωή.

Για την ιστορία, ο ραδιοφωνικός σταθμός “209 radio” του Cambridge προγραμματίζει και δεύτερο κύκλο εκπομπών, με τη συμμετοχή και άλλων αστέγων. Όμως το team που συμμετείχε στον πρώτο κύκλο δε θα μείνει χωρίς απασχόληση. Θα είναι οι καθοδηγητές, οι δάσκαλοι των νέων παραγωγών του “Homeless Show”. Η συνέχεια επί του ραδιοφωνικού σας δέκτη…

Δ. Τζ.

Info: Η φωτογραφία όπως και πληροφορίες που χρησιμοποιήθηκαν στο άρθρο αυτό προέρχονται από τη διαδικτυακή τοποθεσία της εφημερίδας Guardian (http://www.guardian.co.uk/).

Τετάρτη, Νοεμβρίου 21, 2007

Η «γοητεία» των blogs

Πριν λίγες μέρες ο φίλος ο Νίκος με κάλεσε σε ένα «παιχνίδι». Μου ζήτησε να γράψω μερικές σκέψεις για τα blogs που μου αρέσουν. Θέλοντας να κάνω λίγο πιο δύσκολο το «παιχνίδι» αυτό, θα προσπαθήσω να γράψω μερικά πράγματα για το γιατί θεωρώ τα blogs μια πολύ ενδιαφέρουσα υπόθεση.

Είναι προφανές ότι η εποχή που ζούμε έχει μια κυρίαρχη τάση: την όλο και πιο ευρεία χρήση του Internet. Καθώς η τεχνολογία εξελίσσεται και τα κόστη πέφτουν, όλο και περισσότεροι άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα απόκτησης ηλεκτρονικού υπολογιστή.

Η τάση που προανέφερα, φυσικά, αφορά και τα media. Οι εφημερίδες, τα περιοδικά, τα τηλεοπτικά δίκτυα κλπ. επενδύουν χρόνο, χρήμα και ανθρώπινο κεφάλαιο για να φτιάξουν μια πολύ καλή ιστοσελίδα. Την ίδια, όμως, ώρα εκατομμύρια άνθρωποι ανά τον κόσμο έχουν τη δυνατότητα να μοιραστούν τις σκέψεις τους με άλλους, «ανεβάζοντας» στο Internet κείμενο, εικόνα και ήχο. Και για να το κάνουν αυτό χρειάζονται δύο μόνο πράγματα: έναν υπολογιστή και σύνδεση στο Internet.

Έτσι, λοιπόν, σήμερα κάθε δευτερόλεπτο που περνάει «γεννιέται» και ένα blog ανά τον κόσμο. Ο καθένας από μας μπορεί να δημοσιεύσει στην κυριολεξία ό, τι θέλει και μάλιστα χωρίς να υπάρχει κανενός είδους λογοκρισία: ανεβάζεις ο, τι ΕΣΥ θέλεις.

Το πιο ενδιαφέρον, όμως, στοιχείο των blogs, είναι η διαδραστικότητά τους. Οτιδήποτε δημοσιεύεις μπορεί να συζητηθεί. Η ανταλλαγή απόψεων με άλλους χρήστες είναι ο κανόνας στα bloggs. Πέρα από την επιμέρους συμφωνία ή διαφωνία, υπάρχει η δυνατότητα του διαλόγου, βασικότατου στοιχείου της δημοκρατίας. Όπως έλεγε ο Πρωταγόρας «δεν υπάρχει αλήθεια, μόνο ανθρώπινη γνώμη». Καμία άποψη λοιπόν δεν είναι de facto σωστή εδώ. Σε κάθε θέση υπάρχει και η αντίθεση. Και τα blogs μέσω αυτής της αντίθεσης, προάγουν τη σύνθεση των απόψεων.

Βέβαια, κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις. Διότι ναι μεν τα blogs δίνουν τη δυνατότητα της αμφίδρομης επικοινωνίας –κάτι που δεν προσφέρουν τα παραδοσιακά ΜΜΕ– ωστόσο ορισμένες φορές κάνει και εδώ την εμφάνισή της η λογοκρισία. Σχόλια αναγνωστών κόβονται όχι γιατί είναι υβριστικά (θεμιτό), αλλά επειδή εκφράζουν μια αντίθετη άποψη. Το χειρότερο, όμως, είναι ότι και στον τομέα των blogs μεγάλο ρόλο παίζει πλέον η αναγνωσιμότητα. Αν και δεν είναι εντελώς παράλογο να βγάζει κάποιος χρήματα από το blog του (διαφημίσεις), ωστόσο θεωρώ τρομερά επικίνδυνη την είσοδο υπηρεσιών τύπου AGB στο χώρο, υπηρεσιών που μετρούν πόσες επισκέψεις δέχεται κάθε blog.

Όπως και να ‘χει, πολλά μπορούν να ειπωθούν πάνω στο κεφάλαιο blogs. Και σίγουρα η συζήτηση αυτή θα κρατήσει για χρόνια, μιας και πρόκειται για μια σχετικά καινούρια και ταχύτατα αναπτυσσόμενη υπηρεσία. Πολλοί λένε ότι τα blogs είναι τα ΜΜΕ της νέας εποχής. Ότι σιγά αλλά σταθερά θα κερδίζουν τους αναγνώστες που χάνουν οι εφημερίδες και τα περιοδικά και ότι σε κάποια φάση θα τα αντικαταστήσουν. Δεν ξέρω αν αυτή η πρόβλεψη επιβεβαιωθεί, ούτε καν αν θέλω να επιβεβαιωθεί. Ωστόσο είμαι πεπεισμένος ότι τα blogs δίνουν νέες δυνατότητες που τα παραδοσιακά media δεν προσέφεραν…

Δ. Τζ.

Σάββατο, Νοεμβρίου 17, 2007

Για τα μη κρατικά πανεπιστήμια


Η συζήτηση στο χώρο της παιδείας το τελευταίο διάστημα σχεδόν μονοπωλείται από το ζήτημα της ύπαρξης ή όχι μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών (ή κατ’ άλλους ιδιωτικών) πανεπιστημίων. Έτσι δημιουργείται η εντύπωση πως το μοναδικό πρόβλημα της παιδείας στην Ελλάδα είναι το αν θα μπορεί κάποιος μη κρατικός φορέας να ιδρύσει πανεπιστημιακό ίδρυμα.

Στο σκεπτικό των όσων υποστηρίζουν την παραπάνω άποψη λανθάνει ένας άλλος συλλογισμός: ότι αν ιδρυθούν μ.κ. πανεπιστήμια θα έρθει το τέλος της «δημόσιας δωρεάν παιδείας». Αν, όμως, δεν αναθεωρηθεί το άρθρο 16 –και ως εκ τούτου δεν δημιουργηθούν μ.κ. πανεπιστήμια– τότε όλα θα είναι καλά στο βασίλειο της Δανιμαρκίας.

Κατά τη γνώμη μου τα πράγματα δεν είναι έτσι. Σαφώς και το μεγαλύτερο πρόβλημα της παιδείας δεν είναι το αν θα μπορεί κάποιος ιδιώτης να ιδρύσει πανεπιστημιακό ίδρυμα. Η εκπαίδευση στη χώρα μας –και δη η τριτοβάθμια– έχει πολλά μεγαλύτερης σημασίας άλυτα ζητήματα. Πρώτο και σημαντικότερο, η υποχρηματοδότηση των ιδρυμάτων –οι τετραετίες περνούν και το υπεσχημένο 5% μοιάζει άπιαστο όνειρο. Είναι η έρευνα που στα πανεπιστήμια μας κυκλοφορεί ως σύντομο ανέκδοτο. Είναι η πραγματική αξιολόγηση όλων των εμπλεκομένων φορέων (φοιτητών, καθηγητών, πρυτάνεων), έτσι ώστε να έχει το κράτος μια εικόνα για το ποιος κάνει τη δουλειά του καλά και ποιος όχι. Είναι οι φοιτητικές παρατάξεις, οι οποίες όσο υποκαθιστούν τις γραμματείες και τους καθηγητές τόσο τα πράγματα δε θα βελτιώνονται.

Φυσικά, υπάρχει και το θέμα των μ.κ. πανεπιστημίων αυτό καθαυτό. Όμως δεν είναι το μείζον, δεν είναι το σημαντικότερο. Για να το πω πιο απλά η αύξηση της χρηματοδότησης της παιδείας αποτελεί αναγκαία συνθήκη για να βελτιωθεί το ακαδημαϊκό επίπεδο των πανεπιστημίων μας. Αν δεν αυξηθεί η χρηματοδότηση σίγουρα δε θα βελτιωθεί και το επίπεδο των πανεπιστημίων. Από την άλλη, η ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων, αν γίνει με τήρηση ορισμένων προδιαγραφών, δε φαντάζομαι το λόγο για τον οποίο πρέπει να μας ενοχλεί.

Το ζήτημα για μένα είναι τα μ.κ. πανεπιστήμια που θα ιδρυθούν να πληρούν ορισμένες προϋποθέσεις. Να γίνεται σοβαρή δουλεία και να μην μοιράζουν πτυχία έναντι μερικών χιλιάδων ευρώ. Και προπαντός να είναι το κράτος σε θέση να ελέγχει αν τηρούνται αυτές οι προδιαγραφές.

Πολλοί –μέσα σ’ αυτούς κι εγώ– είναι καχύποπτοι και δεν είναι καθόλου σίγουροι ότι το κράτος θα μπορέσει να διαχειριστεί καλά μια τόσο καυτή πατάτα. Αυτό, όμως, είναι ένα άλλο ζήτημα και λίγο έχει να κάνει με την παιδεία. Σε τελική ανάλυση, ένα δημόσιο πανεπιστήμιο με αυξημένη χρηματοδότηση, με αξιολόγηση, με έρευνα και χωρίς φοιτητοπατέρες δεν έχει να φοβάται τίποτα...

Δ. Τζ.

Τετάρτη, Νοεμβρίου 14, 2007

Η ψυχολογία του σινεφίλ


Το βράδυ της Κυριακής που μας πέρασε κανονίσαμε με μια φίλη να δούμε μια ταινία στον κινηματογράφο. Ήταν από τις λίγες φορές που πηγαίνοντας στο σινεμά δεν ήξερα τι θα δω. Θα αποφασίζαμε την τελευταία στιγμή, σύμφωνα με το πρόγραμμα και τα κέφια. Έτσι λοιπόν μην έχοντας διάθεση για κάτι πολύ «ψαγμένο» καταλήξαμε να δούμε το “Stardust”, μια ανάλαφρη κωμοδιο-περιπέτεια με στοιχεία επιστημονικής φαντασίας.

Μόλις είπα τη λέξη διάθεση. Άραγε η διάθεση μας παίζει κάποιον ρόλο σε σχέση με τις ταινίες που επιλέγουμε να δούμε; Πιστεύω πως ναι. Είναι λογικό όταν είσαι π.χ. κουρασμένος ή δεν έχεις πολλά κέφια να θες να δεις κάτι ευχάριστο και συνάμα χαλαρωτικό, κάτι που δε θα σε προβληματίσει ιδιαιτέρα. Ναι μεν δε θα είναι αριστούργημα, αλλά σίγουρα θα σου ανεβάσει τη διάθεση.

Απ’ την άλλη, για να δεις π.χ. την «Μπλε Ταινία» του Κισλόφσκι πρέπει να έχεις μια συγκεκριμένη ψυχολογία και διάθεση. Πρέπει να έχεις καθαρό μυαλό έτσι ώστε να είσαι σε θέση να κατανοήσεις τα βαθύτερα νοήματα. Πρέπει να είσαι εντελώς προσηλωμένος στην ταινία.

Τα λέω όλα αυτά, διότι βλέποντας το “Stardust”, μια “average” ταινία, αισθάνθηκα την ανάγκη να υπερασπιστώ την κατηγορία των ταινιών χωρίς βαθύτερο νόημα. Καμία φορά θέλουμε να δούμε απλά κάτι ευχάριστο, μόνο και μόνο για να αποφορτιστούμε από την ένταση της γεμάτης άγχος, τρέξιμο, υποχρεώσεις εβδομάδας. Τι κι αν αυτό δεν έχει τη φοβερή πλοκή, τη στυλιζαρισμένη σκηνοθεσία, τα βαθυστόχαστα νοήματα. Αρκεί που όταν βγούμε από την αίθουσα έχουμε ένα πλατύ χαμόγελο...

Δ. Τζ.

Κυριακή, Νοεμβρίου 11, 2007

Το βαθύτερο πρόβλημα της Παιδείας


Οι δομικές αδυναμίες του εκπαιδευτικού μας συστήματος έρχονται για μια ακόμα φορά στην επιφάνεια, με αφορμή μια έρευνα του Κέντρου Εκπαιδευτικής Έρευνας που δημοσιεύτηκε στην «Καθημερινή» του Σαββάτου 10/11. Σύμφωνα με αυτήν, «οι μαθητές του λυκείου δυσκολεύονται να επιχειρηματολογήσουν και επομένως να πείσουν, όταν διατυπώνουν γραπτώς τις σκέψεις τους σε μορφή δοκιμιακού κειμένου». Οι σχολικές εκθέσεις που εξετάστηκαν εμφανίζουν κενά και αδυναμίες, λογικά άλματα, ατεκμηρίωτα συμπεράσματα, αντιφάσεις, ενώ το 73% των γραπτών δεν είχε λογική αλληλουχία.

Από τα συμπεράσματα της έρευνας γίνονται εμφανείς οι εγγενείς αδυναμίες γραπτής έκφρασης των σημερινών 16αρηδων. Ωστόσο, σε ένα μεγάλο ποσοστό δε φταίνε εκείνοι για το γεγονός αυτό, αλλά το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Όπως είναι δομημένο όλο το οικοδόμημα της Παιδείας στην Ελλάδα δεν ευνοεί τον δημιουργικό τρόπο σκέψης και τη μάθηση. Αντιθέτως, αυτοσκοπός είναι η βαθμοθηρία. Όλα έχουν μια αφετηρία και κυρίως ένα σημείο τερματισμού: τις πανελλαδικές εξετάσεις.

Αυτό έχει ως συνέπεια οι μαθητές να μην αποκτούν γερά θεμέλια. Το σημαντικό (απ’ το δημοτικό κιόλας) δεν είναι ο σωστός τρόπος σκέψης, η κριτική ικανότητα και η συνθετική σκέψη, αλλά ο βαθμός. Όλα γίνονται γι’ αυτόν. Κάποια στιγμή ο μαθητής φτάνει στο λύκειο. Εκεί κυριαρχούν δύσκολα μαθήματα, για την παρακολούθηση των οποίων απαιτείται ιδιαίτερος κόπος. Έτσι, το μάθημα της Έκθεσης αντιμετωπίζεται ως η «ώρα του παιδιού». Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με την έλλειψη βάσεων, οδηγεί στις αδυναμίες που η προαναφερθείσα έρευνα καταγράφει.

«Όταν ένα σπίτι κριθεί ακατάλληλο για να κατοικείται, πρέπει να κατεδαφιστεί και να φτιαχτεί από την αρχή. Τι κι αν ανακαινίσεις τον τρίτο όροφο, αν το πρόβλημα είναι στα θεμέλια;» έγραφα σε προηγούμενο κείμενο αναφερόμενος στη μεταρρύθμιση της κ. Μ. Γιαννάκου στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Όσο γρηγορότερα το καταλάβουμε τόσο το καλύτερο…

Δ. Τζ.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 09, 2007

Οι υπεράνω του νόμου


Τα όσα συνέβαιναν στα Ζωνιανά ήταν ένα καλά κρυμμένο μυστικό. Υπήρχε κάτι σαν όρκος σιωπής. «Δε μιλάμε για να μην αποκαλυφθεί η δράση μας». Ώσπου ένα τυχαίο περιστατικό έγινε η αφορμή μιας αλυσιδωτής αντίδρασης, με βάση την οποία δημοσιοποιήθηκαν εξαντλητικές λεπτομέρειες για το θέμα.

Σε ένα πρώτο επίπεδο έχουμε να κάνουμε με μια (γενικευμένη και όχι μεμονωμένη) παραβατική συμπεριφορά, η οποία αφενός σχετίζεται με την -παράνομη- οπλοχρησία και αφετέρου με την καλλιέργεια ναρκωτικών. Σε ένα δεύτερο επίπεδο βλέπουμε πως ορισμένοι συμπολίτες μας είναι πιο... ίσοι από τους υπόλοιπους απέναντι στο νόμο. Κάνουν ό, τι θέλουν, δε λογοδοτούν σε κανέναν, δεν ελέγχονται από κανέναν και αν πας να ψελλίσεις κάτι διαφορετικό μπορεί και να σε σημαδέψουν μερικά όπλα.

Φυσικά, δεν ανακαλύψαμε την Αμερική. Οι κάτοικοι των Ζωνιανών δεν είναι οι μόνοι που δεν τηρούν το νόμο σ' αυτή τη χώρα. Οι παραβατικές συμπεριφορές είναι στην ημερήσια διάταξη. Όμως αυτό δε τους δίνει κανενός είδους άλλοθι για να κάνουν ο, τι θέλουν στο... «φέουδο» τους.

Πέρα, όμως, από τη συμπεριφορά των κατοίκων υπάρχουν πάντα και οι ευθύνες του κράτους. Ένα κράτος που ήξερε για το «αυτοδιοίκητο» της περιοχής, τις αξιόποινες πράξεις που συνέβαιναν εκεί (αν δεν κάνω λάθος η καλλιέργεια χασισιού είναι κακούργημα) και όμως δεν είχε το ανάστημα να κάνει τίποτα.

Περιστατικά σαν αυτά των Ζωνιανών έρχονται να μας θυμίσουν αυτό που όλοι έχουμε κατά νουν: ότι έχουμε έναν πολύ μέτριο κρατικό μηχανισμό, ο οποίος εύκολα «λαδώνεται», κοροϊδεύεται και κοροϊδεύει, «λουφάρει» και σε τελική ανάλυση δεν κάνει την δουλεία του καλά. Μήπως ομοιάζει λίγο και με την κοινωνία μας;

Δ. Τζ.

Τρίτη, Νοεμβρίου 06, 2007

Οι καταυλισμοί των Τσιγγάνων στο Βοτανικό


Ένα από τα μεγαλύτερα κοινωνικά προβλήματα στην περιοχή του Βοτανικού είναι οι συνθήκες κάτω από τις οποίες ζουν σε δύο καταυλισμούς περίπου 2.000 Τσιγγάνοι. Ζουν εκεί κάτω από υποβαθμισμένες συνθήκες, καθότι σύμφωνα με επανειλημμένους ελέγχους της Νομαρχίας Αθηνών δεν υπάρχουν ούτε δίκτυα ύδρευσης και αποχέτευσης, ούτε γίνεται αποκομιδή των σκουπιδιών τους.

Ωστόσο, το ζήτημα έχει πολλές συνιστώσες. Απ’ τη μία πλευρά είναι η ειλημμένη απόφαση κατασκευής του γηπέδου του Παναθηναϊκού, αλλά και άλλων εμπορικών συγκροτημάτων στην περιοχή. Εφόσον, λοιπόν, ο Βοτανικός μπαίνει σε τροχιά αναβάθμισης, τόσο επιχειρηματικοί φορείς, όσο και κάτοικοι επιδιώκουν την απομάκρυνση των Τσιγγάνων από την περιοχή. Εδώ, όμως, ο νομοθέτης είναι ξεκάθαρος. Όπως ενημερώνει ο Συνήγορος του Πολίτη «τυχόν εξαναγκασμός αυτών, αμέσως ή εμμέσως, να αποχωρήσουν χωρίς προηγούμενη υπόδειξη καταλλήλων χώρων μετεγκατάστασης θα ήταν παράνομη». Οι ίδιοι οι Τσιγγάνοι φέρονται αποφασισμένοι να διεκδικήσουν την παραμονή τους στην περιοχή του Βοτανικού. Εκτός των άλλων, για να είναι δυνατή η μετεγκατάστασή τους πρέπει το αρμόδιο υπουργείο (Χωροταξίας) να βρει μια άλλη περιοχή για να μεταφερθούν, κάτι που μέχρι σήμερα δεν έχει συμβεί.

Η σπουδαιότητα του προβλήματος γίνεται εμφανής αν αναλογιστούμε ότι την περιοχή έχει επισκεφθεί ο δήμαρχος Αθηναίων κ. Νικήτας Κακλαμάνης, ενώ για το θέμα έχει παρέμβει –όπως προαναφέρθηκε– και ο Συνήγορος του Πολίτη. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι από τους περίπου 2.000 κατοίκους τα 300 είναι παιδιά.

Το πρόβλημα λοιπόν έχει επισημανθεί. Τώρα αναμένουμε τον τρόπο διαχείρισης του από τους αρμόδιους φορείς…

Δ. Τζ.

Info: ΑΠΕ (www.ana.gr)

Κριστίνα Κίρχνερ, η νέα πρόεδρος της Αργεντινής


Το κεντρικό προεκλογικό σύνθημα της Κριστίνα Φερνάντεζ Κίρχνερ, άρτι εκλεγείσας προέδρου της Αργεντινής, ήταν ότι «ξέρουμε τι χρειαζόμαστε και ξέρουμε πώς να το αποκτήσουμε». Το σλόγκαν αυτό υποδείκνυε δυναμισμό, αποφασιστικότητα και ικανότητα, χαρακτηριστικά που φαίνεται να έχει η 54χρονη πρώην δικηγόρος και γερουσιαστής.

Η κυρία Κίρχνερ σπούδασε στη Νομική του Πανεπιστημίου της Λα Πλάτα, όπου γνώρισε τον μετέπειτα πρόεδρο και σύζυγο της Νέστωρ Κίρχνερ. Αριστερών καταβολών και οι δύο και ιδιαίτερα «ανήσυχοι» πολιτικά, αποφάσισαν να ασχοληθούν με τα κοινά. Έτσι εντάχθηκαν στο κεντροαριστερό Κόμμα για την Κοινωνική Δικαιοσύνη, εκπροσωπώντας μάλιστα την αριστερή του πτέρυγα.

Ο κ. Κίρχνερ χρημάτισε κυβερνήτης της Σάντα Φε, προτού πάρει στα χέρια του τα ηνία της χώρας το 2003. Η Κριστίνα Κίρχνερ διατέλεσε γερουσιαστής και σύμβουλος του προέδρου-συζύγου της. Τον περασμένο Ιούλιο ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά ότι θα κατέβει αυτή ως υποψήφια πρόεδρος και όχι ο δημοφιλής σύζυγός της. Πολλοί βλέπουν την κίνηση αυτή ως ένα πολιτικό παιχνίδι του Νέστωρ Κίρχνερ, δεδομένου ότι βάσει του Συντάγματος της Αργεντινής, ο πρόεδρος δεν μπορεί να εκλεγεί πάνω από δύο τετραετίες στη σειρά. Έτσι, υποστηρίζουν οι άσπονδοι εχθροί της κυρίας Κίρχνερ, μετά από την τετραετία της συζύγου του, ο Νέστωρ Κίρχνερ μπορεί να επιστρέψει στον προεδρικό θώκο, έχοντας «μηδενίσει» το κοντέρ.

Η ίδια δεν έχει σχολιάσει αυτές τις φήμες. Ωστόσο, όταν την συγκρίνουν με την Εβίτα Περόν απαντάει κοφτά: «Δεν θέλω να με συγκρίνουν με τη Χίλαρι Κλίντον ή με την Εβίτα Περόν ή με οποιαδήποτε άλλη. Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από το να είσαι ο εαυτός σου». Εντούτοις, φαίνεται ότι η νεοεκλεγείσα πρόεδρος έχει πολλά κοινά με τη σύζυγο του πρώην προέδρου της χώρας, Χουάν Περόν. Πρόκειται για δύο πολύ ισχυρές προσωπικότητες, με μεγάλη πολιτική επιρροή, πλούσια κοινωνική δράση και ιδιαίτερη αγάπη για τη μόδα. Το κόμμα μάλιστα του οποίου ηγείται η κυρία Κίρχνερ, συγκροτείται από περονιστές – οπαδούς της πολιτικής του ζεύγους Περόν.

Οι ομοιότητες, όμως, μεταξύ των δύο κάπου εδώ τελειώνουν. Τώρα είναι η ώρα που η Κριστίνα Φερνάντεζ Κίρχνερ καλείται να δείξει τις ικανότητες της. «Η αλλαγή τώρα αρχίζει» υποστήριζε στις προεκλογικές τις ομιλίες. Μένει να αποδειχτεί...

Δ. Τζ.

Τετάρτη, Οκτωβρίου 31, 2007

Η Παιδεία δέσμια της νοοτροπίας μας


Οι αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση που πέρασε η τέως υπουργός Παιδείας κ. Μαριέττα Γιαννάκου, με βρήκαν σε πολλά σημεία σύμφωνο. Αναφέρω επί παραδείγματι τις διατάξεις για το ανώτατο όριο φοίτησης, για τη μη εκλογή των καθηγητών από φοιτητές και για τα πολλαπλά συγγράμματα. Παρότι, λοιπόν, ο νόμος ήταν κατά τη γνώμη μου στη σωστή κατεύθυνση, η συλλογιστική πάνω στην οποία βασίστηκε ήταν εντελώς λανθασμένη.

Όταν ένα σπίτι κριθεί ακατάλληλο για να κατοικείται, πρέπει να κατεδαφιστεί και να φτιαχτεί από την αρχή. Τι κι αν ανακαινίσεις τον τρίτο όροφο, αν το πρόβλημα είναι στα θεμέλια; Κάπως έτσι είναι τα πράγματα και στο χώρο της Παιδείας. Η πολιτική ηγεσία θεώρησε ότι αν αλλάξει τα πράγματα στο επίπεδο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, θα βελτιωθεί ως εκ θαύματος και το υπόλοιπο οικοδόμημα της Παιδείας.

Στη χώρα μας το πρόβλημα της Παιδείας είναι διττό: αφορά αφενός τον τρόπο με τον οποίο είναι το όλο σύστημα δομημένο και αφετέρου τη νοοτροπία που κυριαρχεί σε ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας. Ακόμα χειρότερα, αυτά τα δύο είναι αλληλοτροφοδοτούμενα και αλληλοεξαρτώμενα. Από το δημοτικό ο μαθητής διδάσκεται ότι το σημαντικό είναι να κυνηγάει το βαθμό. Οι γονείς δεν κοιτάζουν τόσο την προσπάθεια, τον τρόπο σκέψης, όσο το αποτέλεσμα. Όσο μεγαλώνει ο μαθητής αυτή η βαθμοθηρία γίνεται όλο και πιο επιτακτική. Έπειτα, εισάγεται σε κάποιο πανεπιστημιακό ίδρυμα και αίφνης ανακαλύπτει ότι δεν ξέρει να δουλεύει με συστηματικό τρόπο, να αναλύει και να συνθέτει, να περατώνει σύνθετες εργασίες.

Όλα τα παραπάνω είναι τα αποτελέσματα αυτού του συστήματος, αλλά και του τρόπου σκέψης της κοινωνίας μας. Όλοι πρέπει να σπουδάσουν. Δεν έχει σημασία το αν μπορούν, το τι ικανότητες θα έχουν αναπτύξει έως τότε κλπ., αλλά το να μπουν «κάπου». Η σπουδή λοιπόν της πολιτείας να δημιουργήσει σε κάθε χωρίο και ΤΕΙ, έρχεται να καλύψει αυτή την κοινωνική «απαίτηση».

Αργά ή γρήγορα έρχεται κι η ώρα που ο γονιός, ο οποίος πριν λίγα χρόνια απαιτούσε το παιδί του να σπουδάσει οτιδήποτε και οπουδήποτε, παρακαλάει κάποιον πολιτικό για ένα διορισμό στο δημόσιο. Μετά απ’ όλα αυτά αναρωτιέμαι μήπως πρέπει να ρίξουμε μια ματιά στα κοινωνικά μας «θεμέλια»…

Δ. Τζ.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 29, 2007

Το κράτος είμαστε εμείς


Πολύ συχνά κατηγορούμε το κράτος, το δημόσιο για την ακρίβεια, για όλα τα δεινά του κόσμου. Τονίζουμε -και σωστά- τα μελανά του σημεία, όπως είναι η γραφειοκρατία, η διαφθορά, η κακοδιοίκηση, τα ρουσφέτια κλπ., όμως ξεχνάμε δύο βασικά πράγματα. Πρώτον, ότι έως ενός σημείου είμαστε εμείς, οι πολίτες υπεύθυνοι γι’ αυτήν την κατάσταση και δεύτερον ότι σε πρώτη ευκαιρία θα προσπαθήσουμε να εξαπατήσουμε το κράτος.

Το δεύτερο σημείο αυτού που προανέφερα φαίνεται να είναι θεμελιακά λάθος ως προς τη συλλογιστική του: ξεχνάμε ότι ουσιαστικά, το κράτος είμαστε εμείς. Πολλοί θα απορήσουν με αυτό που λέω. Δυστυχώς, συχνά μας διαφεύγει ότι όταν εισφοροδιαφεύγουμε κάνουμε ζημία όχι σε κάποιο «κακό» κράτος, αλλά κατά βάσιν στον ίδιο μας τον εαυτό. Τα χρήματα αυτά που φαινομενικά «γλιτώνουμε» θα κλιθούμε με την πρώτη ευκαιρία να τα επιστρέψουμε, μέσω άμεσων ή έμμεσων φόρων. Τα ρουσφέτια που χρησιμοποιούμε για να βρούμε δουλειά στο δημόσιο θα είναι αυτά που θα μας κάνουν να χάσουμε τη δουλειά μας, όταν πχ. αλλάξει η κυβέρνηση ή ο υπουργός.

Βεβαίως, το όλο σύστημα είναι αλληλοτροφοδοτούμενο. Όσο το κράτος έχει όλα όσα αρνητικά προαναφέραμε, οι πολίτες θεωρούν ότι μπορούν (αν όχι πρέπει) να το εξαπατήσουν. Όποιος δεν ακολουθεί αυτή τη συλλογιστική θεωρείται το λιγότερο αφελής…

Δυστυχώς το πρόβλημα δεν είναι τόσο απλό όσο φαίνεται. Είναι δομικό. Σε αυτή τη χώρα από τα πρώτα χρόνια της ζωής μας βρισκόμαστε αντιμέτωποι με το κράτος, είτε αυτό έχει τη μορφή του δημόσιου νοσοκομείου με τα ράντζα, είτε έχει τη μορφή του «λαδώματος» στις εξετάσεις για το δίπλωμα οδήγησης, είτε έχει τη μορφή της γραμματείας στο πανεπιστήμιο, που κάνει δέκα μέρες για να σου δώσει μια απλή βεβαίωση.

Ως εκ τούτου αν κάποιος πολιτικός αποφασίσει να κάνει πράξη την πολυθρύλητη επανίδρυση του κράτους πρέπει να ξέρει ότι έχει να τα βάλει με συντεχνίες, με κατεστημένα συμφέροντα, με βολεμένους, οι οποίοι θα κάνουν τα πάντα για να διατηρήσουν τα κεκτημένα τους. Κάτι σαν το τέρας του Λεβιάθαν, δηλαδή…

Δ. Τζ.

Σάββατο, Οκτωβρίου 27, 2007

Γραφειοκρατία παντού…


Το θέμα της γραφειοκρατίας στην Ελλάδα και πιο συγκεκριμένα στον ευρύτερο δημόσιο τομέα ενέχει στοιχεία ταμπού. Όλοι το συζητάμε, όλοι ενοχλούμαστε από αυτήν, αλλά δυστυχώς κανένας (και κυρίως κανένας πολιτικός) δεν φαίνεται να κάνει κάτι έτσι ώστε να απαλλαγούμε οριστικά από αυτήν.

Αυτές οι σκέψεις έρχονται για πολλοστή φορά στο μυαλό μου με αφορμή μια προσωπική υπόθεση. Θέλοντας να ξεκινήσω την πτυχιακή μου εργασία στο Ιστορικό & Διπλωματικό Αρχείο του υπουργείου Εξωτερικών, τους τηλεφώνησα για να μάθω τι χρειάζεται να κάνω για να μπορέσω να έχω άδεια έρευνας στην αρχειακή τους υπηρεσία. Όπως με ενημέρωσαν, πρέπει καταρχάς να πάω εκεί για να δω τη λίστα των θεμάτων (όχι ντοκουμέντα, απλά τίτλους) και να διαλέξω τι με ενδιαφέρει. Έπειτα, πρέπει να συμπληρώσω μια αίτηση με τα στοιχεία μου και να παραδώσω σε μια κόλλα Α4 ένα πρόλογο του θέματος για το οποίο θα γράψω (και για το οποίο δε θα είμαι ουσιαστικά ενήμερος, μόνο τίτλους θα έχω δει), καθώς και ένα αντίγραφο του βιογραφικού μου. Μετά από ένα μήνα, αφού συνεδριάσει η αρμόδια επιτροπή, θα λάβω απαντητική επιστολή για την κατάληξη του αιτήματος μου, για το αν δηλαδή θα μπορέσω και με ποιους όρους να ερευνήσω στο αρχείο του ΥΠΕΞ για την πτυχιακή μου εργασία.

Όλη η προαναφερθείσα διαδικασία στα δικά μου μάτια φαίνεται τρομερά χρονοβόρα, σύνθετη και σε κάποια σημεία της άσκοπη. Πραγματικά σ’ αυτή τη χώρα κάνουμε ότι μπορούμε για να δυσχεράνουμε -εκτός όλων των άλλων και- την έρευνα. Και έπειτα αναρωτιόμαστε κοιτάζοντας ο ένας τον άλλον γιατί όλο και πιο πολλοί Έλληνες φεύγουν για σπουδές ή καριέρα στο εξωτερικό…

Δ. Τζ.

Πέμπτη, Οκτωβρίου 25, 2007

Ποιον ευνοεί η αποσταθεροποίηση;


Πολλές φορές κατά το παρελθόν πολιτικοί παράγοντες έχουν δημοσίως πει ότι αισθάνονται πως το πολιτικό μας σύστημα αποσταθεροποιείται σκόπιμα από εξωθεσμικούς παράγοντες. Όταν όμως μια τέτοιου μια είδους δήλωση γίνεται από έναν πρώην πρόεδρο της Βουλής, έναν άνθρωπο του οποίου η πορεία αναγνωρίζεται διακομματικά, τότε νομίζω ότι πρέπει να ανησυχούμε.

Ο κ. Κακλαμάνης σε χθεσινή του δήλωση ανέφερε εκτός των άλλων τα εξής: «Yπάρχουν σκέψεις που διακινούνται και εν Eλλάδι και εκτός των συνόρων μας, ότι πλέον η χώρα έχει ένα ασθενέστατο πολιτικό σύστημα, ότι θα ήταν ευχής έργο κανένα από τα δύο μεγάλα κόμματα να μην έχει αυτοδυναμία στις εκλογές, να υποχρεωθούν σε μια συγκυβέρνηση. Kαι αν αυτό δεν επιτευχθεί, τότε ίσως θα είναι καλύτερο αυτά τα δύο μεγάλα κόμματα να γίνουν τέσσερα -γιατί να μη γίνουν και έξι;- ώστε να γίνεται εδώ ό,τι και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες όπου συρράπτονται ιδέες και ιδιοτέλειες». Τα συνέδεσε μάλιστα ευθέως και με τις τελευταίες εξελίξεις στα δύο μεγάλα κόμματα αναφέροντας χαρακτηριστικά: «Διαπιστώνετε αυτές τις ημέρες τι γίνεται: Aσχολείται η κοινή γνώμη όχι με το τι πολιτικές θέσεις διατυπώνονται στον εσωκομματικό διάλογο του ΠAΣOK, αλλά με το τι ανοησία μπορεί να είπε κάποιος εναντίον κάποιου άλλου. Kαι έχουν αναγορευθεί σε προσωπικότητες είκοσι, τριάντα πρόσωπα, που ξέρουμε ότι ελάχιστοι εξ αυτών έχουν ένα ειδικό πολιτικό βάρος. Tα ανεχόμεθα, όπως ανεχόμεθα να δημιουργείται η εντύπωση ότι είναι μείζον θέμα πως δέκα βουλευτές της NΔ έχουν μία άποψη – όπως δικαιούνται και οφείλουν κατά το Σύνταγμα να έχουν άποψη».

Θαρρώ πως τα όσα είπε ο κ. Κακλαμάνης θα πρέπει να μας προβληματίσουν πολύ. Αν πράγματι υπάρχουν παράγοντες (επιχειρηματικοί;) που θεωρούν ότι τα συμφέροντα τους εξυπηρετούνται καλύτερα εν μέσω πολιτικής αστάθειας, θα είχε ενδιαφέρον να μάθουμε αφενός ποιοί είναι και αφετέρου ποια τα κίνητρα τους. Επίσης, θα ήταν εξαιρετικά ενδιαφέρον να μάθουμε με ποιους τρόπους προσπαθούν να επιτύχουν αυτή την αποσταθεροποίηση.

Βεβαίως υπάρχει και το (ακραίο κατά τη γνώμη μου) σενάριο τα όσα είπε ο πρώην πρόεδρος της Βουλής να είναι δημιουργήματα της φαντασίας του. Αλλά πραγματικά δεν μπορώ να βρω έναν πειστικό λόγο για τον οποίο ο κ. Κακλαμάνης θα έλεγε κάτι τέτοιο χωρίς να ισχύει, υπερασπιζόμενος παράλληλα και τη ΝΔ.

Είναι δεδομένο ότι το πολιτικό σύστημα που έχουμε θα μπορούσε να είναι απείρως καλύτερο. Τα κόμματα μας θα μπορούσαν να είχαν πολύ πιο φρέσκες ιδέες και ρηξικέλευθες επιλογές στα μείζονα προβλήματα της χώρας. Τα πρόσωπα που θα εφάρμοζαν αυτές τις πολιτικές να ήταν λιγότερο φθαρμένα κοκ. Όμως, όταν βλέπω ότι κάποιοι εξωθεσμικοί παράγοντες προσπαθούν να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα τους με αθέμιτο τρόπο εναντίον των πολιτικών μας φορέων αισθάνομαι την ανάγκη να στηρίξω το μετριότατο αυτό πολιτικό σύστημα.

Δ. Τζ.

Τετάρτη, Οκτωβρίου 24, 2007

Ο θαυμαστός κόσμος του διαδικτύου…


Όταν η Υπηρεσία Προηγμένων Αμυντικών Ερευνών του υπουργείου Άμυνας των Ηνωμένων Πολιτειών έθετε τα θεμέλια του διαδικτύου στις αρχές της δεκαετίας του 1980, οι πιο πολλοί πίστεψαν ότι πρόκειται για ένα ακόμα φαινόμενο του «συρμού» (trend). Κι όμως, σχεδόν εικοσιπέντε χρόνια μετά, το Internet όχι μόνο δεν αποτελεί παρελθόν, αλλά αντιθέτως αποτελεί το παρόν και σίγουρα έχει θέση και στο μέλλον της ανθρωπότητας. Κάποιοι, υπερβάλλοντας ίσως, το χαρακτήρισαν ως τη μεγαλύτερη εφεύρεση της ανθρωπότητας μετά την γραφή και την τυπογραφία. Ίσως αυτή η άποψη να μην απέχει τελικά και πολύ από την πραγματικότητα.

Σήμερα το διαδίκτυο είναι παντού. Μέσω αυτού μπορείς να κάνεις τα πάντα και αν δεν ξέρεις να το χρησιμοποιήσεις είναι σίγουρο ότι «χάνεις» πράγματα. Στα τεχνολογικώς προηγμένα κράτη του κόσμου το σύνολο σχεδόν των υπηρεσιών που προσφέρει το κράτος στους πολίτες παρέχεται μέσω του internet (ηλεκτρονική διακυβέρνηση). Επίσης μπορείς να συνδιαλλαγείς με πλήθος φορέων, να κάνεις τις τραπεζικές σου συναλλαγές κλπ. Πέραν τούτου, είναι πανεύκολο να αγοράσεις το αγαπημένο σου βιβλίο, cd ή dvd και μάλιστα κατά κανόνα εξοικονομώντας χρήματα εν συγκρίσει με το «αναλογικό» βιβλιοπωλείο.

Ακόμη, προσφέρονται υπηρεσίες που δεν υπάρχουν στην ελληνική αγορά. Ηλεκτρονικοί εκδοτικοί οίκοι, όπως το lulu.com εκδίδουν το βιβλίο σου, χωρίς να το λογοκρίνουν και μάλιστα με προνομιακούς όρους για το συγγραφέα. Σε άλλα sites μπορείς να ξανασμίξεις με τους παλιούς σου συμμαθητές (facebook, hi5), να δημοσιεύσεις ελεύθερα και δωρεάν τα κείμενα σου, ανταλλάσοντας απόψεις πάνω σε αυτά (blog). Επίσης, μπορείς να βρεις πληροφορίες για οτιδήποτε σε ενδιαφέρει μέσω ηλεκτρονικών εγκυκλοπαιδειών, αλλά και μηχανών αναζήτησης όπως η google. Και η λίστα δεν έχει τελειωμό.

Φυσικά υπάρχει και η άλλη άποψη του νομίσματος. Πολλοί υποστηρίζουν ότι το διαδίκτυο είναι εξαιρετικά εθιστικό και απρόσωπο και ότι ελλοχεύουν πολλοί κίνδυνοι αν το χρησιμοποιείς. Από το να σου «κλέψουν» τον αριθμό της πιστωτικής κάρτας ενώ ψωνίζεις σε κάποιο διαδικτυακό «κατάστημα», μέχρι το να εθιστείς και να αποκτήσεις αντικοινωνικές συμπεριφορές.

Είναι σίγουρο ότι μερικές από τις προαναφερθείσες αιτιάσεις έχουν βάση. Και δε θα μπορούσε να είναι αλλιώς. Μια τόσο μεγάλη πλατφόρμα όπως το διαδίκτυο είναι μικρογραφία της κοινωνίας. Εκεί θα βρεις όλων των ειδών τους ανθρώπους και τις υπηρεσίες. Έπειτα εναπόκειται σε σένα να κάνεις σωστή χρήση, να μην εθιστείς στους –πολλούς είναι η αλήθεια πειρασμούς του– και να εκμεταλλεύεσαι στο έπακρο τα πλεονεκτήματα που αυτό σου δίνει. Και τα τελευταία είναι πολλά…

Δ. Τζ.

Τρίτη, Οκτωβρίου 23, 2007

Ενόψει της παρέλασης της 28ης Οκτωβρίου


Καθώς πλησιάζει ο εορτασμός (και η παρέλαση) της 28ης Οκτωβρίου ανακαλώ στη μνήμη μου τα όσα συνέβησαν τα προηγούμενα χρόνια. Θα θυμόσαστε ότι ορισμένοι αριστούχοι μαθητές που έτυχε να είναι και αλλοδαποί κλήθηκαν βάση της ισχύουσας διάταξης να σηκώσουν τη σημαία στην παρέλαση. Το γεγονός αυτό προκάλεσε την αντίδραση ορισμένων παραγόντων της κοινωνικοπολιτικής ζωής.

Να ξεκαθαρίσω κάτι. Δε θεωρώ ότι η καλύτερη επιβράβευση για έναν αριστούχο μαθήτη, κυρίως όταν προέρχεται από άλλη χώρα, είναι το να σηκώνει τη σημαία στις παρελάσεις. Ίσως να ήταν πιο λογικό να έχει θεσμοθετηθεί κάποιου άλλου είδους επιβράβευση, η οποία να έχει όχι εθνικά χαρακτηριστικά (σημαία), αλλά να συνδέεται κάπως με τις επιδόσεις του στο σχολείο (π.χ. ένα laptop) . Όμως, εφόσον υπάρχει η ισχύουσα διάταξη που του δίνει αυτό το δικαίωμα και -κυρίως- όταν ο ίδιος ο μαθητής αισθάνεται περήφανος που το κάνει αυτό μου είναι δύσκολο να αντιληφθώ γιατί δεν πρέπει να το αποδεχθούμε και γιατί όχι και να το χειροκροτήσουμε.

Φαίνεται, ότι τα τελευταία χρόνια η ακροδεξιά κοινωνικοπολιτικά αυξάνει τις δυνάμεις της. Οι ιδέες της γίνονται αποδεκτές από ένα μικρό, αλλά όχι αμελητέο πια κομμάτι του πληθυσμού. Αυτό συμβαίνει και στο θέμα της σημαίας. Το πιο καλό που έχουμε να κάνουμε εμείς οι υπόλοιποι είναι να κρατήσουμε την ψυχραιμία μας και να μην ακολουθήσουμε τις κραυγές της άλλης πλευράς...

Δ. Τζ.

Κυριακή, Οκτωβρίου 21, 2007

Το “unfair” του κ. Βύρωνα Πολύδωρα


Ο κ. Βύρων Πολύδωρας είχε την τύχη να βρεθεί την προηγούμενη τετραετία διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας σε θέσεις ευθύνης. Αρχικά ως κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του κυβερνώντος κόμματος και μετά τον ανασχηματισμό του Φεβρουαρίου του 2006 ως υπουργός Δημοσίας Τάξεως, μέχρι τον περασμένο μήνα. Θα περίμενε λοιπόν κανείς ότι ο τέως υπουργός –παρά την πικρία που πιθανώς έχει για τη μη αξιοποίηση του– δε θα δημιουργούσε προβλήματα στην κόμμα του, λόγω της εμπιστοσύνης που του έδειξε όλα αυτά τα χρόνια ο πρωθυπουργός.

Όσοι περίμεναν μια στάση ευθύνης απέναντι στην παράταξη με την οποία ο κ. Πολύδωρας πολιτεύεται, μάλλον διαψεύδονται με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο. Δίνοντας συνεντεύξεις στα Κυριακάτικα φύλλα τριών(!) εφημερίδων μιλάει με πολύ σκληρά λόγια για το πρωθυπουργικό περιβάλλον και εμμέσως για τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Υποστηρίζει (στο «Βήμα») ότι τα media τον πολέμησαν, κι ότι «ο Καραμανλής και τα φερέφωνα του διέρρεαν πως προκάλεσα μεγάλη ζημιά στην παράταξη». Μάλιστα σε άλλη δήλωση του στην εφημερίδα «Παρόν» λέει για τη μη είσοδο του στην κυβέρνηση: «Δεν το περίμενα από τον Καραμανλή. Είναι μεγίστη, τρισμέγιστη η ...».

Η στάση του κ. Πολύδωρα μοιάζει σχεδόν ανεξήγητη. Συνήθως οι πολιτικοί ακόμα κι όταν είναι πολύ πικραμένοι από τις αποφάσεις των πολιτικών τους προϊσταμένων, είναι εξαιρετικά φειδωλοί στο τι και κυρίως στο πώς και πότε το λένε. Μοιάζει ανεξήγητη, ωστόσο δεν είναι. Για το ότι ο κ. Βύρων Πολύδωρας ενεργεί έτσι τρία πράγματα μπορεί να συμβαίνουν:
α. Ως υποψήφιος αρχηγός της ΝΔ το 1997 και αντίπαλος τότε του σημερινού πρωθυπουργού έχει ακόμα μια πικρία για το ότι δεν εξελέγη εκείνος πρόεδρος του κόμματος
β. Παίρνει την εκδίκηση του για το γεγονός ότι, όπως ο ίδιος λέει, δεν είχε τη στήριξη που περίμενε από του Μαξίμου
γ. Ακολουθεί μια προσωπική στρατηγική έχοντας κατά νουν τη δημιουργία νέου πολιτικού φορέα (κάτι που πάντως δε διαψεύδεται από τον ίδιο).
Και τα τρία σενάρια έχουν έντονο το στοιχείο της προσωπικής στρατηγικής και πάντως επεξηγούν πολλά για τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρεται σήμερα ο πρώην υπουργός. Ωστόσο, όποιο από τα σενάρια κι αν ισχύει, η συμπεριφορά του κ. Πολύδωρα αφήνει μια πικρή γεύση. Όσα χρόνια κατείχε θέσης ευθύνης δεν αντιδρούσε με ακραίο τρόπο και δεν ασκούσε κανενός είδους κριτική στον πρωθυπουργό. Η άδικη απέναντι του στάση από πλευράς Μαξίμου άρχισε, άραγε, μετά τις εκλογές;

Εδώ θέλω να σημειώσω κάτι προς αποφυγήν παρεξηγήσεων. Άλλο πράγμα είναι η απόλυτη (κακώς εννοούμενη) κομματική πειθαρχία και άλλο το να συμφωνείς σε βασικές, προγραμματικού τύπου θέσεις με τον κομματικό φορέα που είσαι ενταγμένος. Γιατί αν πράγματι ο κ. Πολύδωρας αισθάνεται τόσο μακριά ιδεολογικοπολιτικά από τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση του και εννοεί τα όσα λέει το καλύτερο που έχει να κάνει τόσο για την ΝΔ όσο κυρίως γι’ αυτόν είναι να παραιτηθεί…

Δ. Τζ.

Σάββατο, Οκτωβρίου 20, 2007

Τα αρχεία των εφημερίδων

«Ως αρχείο ορίζεται το σύνολο των τεκμηρίων, το οποίο έχει δεχθεί ή παραγάγει ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο στα πλαίσια των δραστηριοτήτων του». Από αυτό τον ορισμό της έννοιας αρχείο, αντιλαμβανόμαστε ότι το τελευταίο παράγεται φυσικά, μέσω των καθημερινών μας δραστηριοτήτων. Ως εκ τούτου, θα έπρεπε η πρόσβαση σε αυτό (τουλάχιστον στο κομμάτι το οποίο δεν έχει χαρακτηριστεί απόρρητο για ιατρικούς ή άλλους λόγους) να είναι ελεύθερη για το κοινό.

Αφορμή για αυτές τις σκέψεις είναι ο τρόπος διαχείρισης των αρχείων τους (ενεργών ή ιστορικών) από μερικές από τις σημαντικότερες εφημερίδες του κόσμου. Οι "New York Times" αποφάσισαν από τα μέσα Σεπτεμβρίου να διαθέτουν δωρεάν το μεγαλύτερο κομμάτι του ιστορικού τους αρχείου, μέσω του διαδικτύου. Μέχρι πρότινος, όποιος ήθελε να έχει πρόσβαση στο υλικό αυτό έπρεπε να πληρώνει ετήσια συνδρομή 50 δολαρίων. Φυσικά, η απόφαση αυτή ελήφθη μετά από οικονομικές μελέτες. Όπως εξηγεί η Vivian Schiller , γενική διευθύντρια του διαδικτυακού τόπου της εφημερίδας (http://www.nyt.com/) «απελευθερώνοντας εκατομμύρια νέα ντοκουμέντα, σε συνδυασμό με την εντυπωσιακή μας ανάπτυξη, θα δημιουργηθεί ένα νέο ρεύμα εσόδων, που θα υπερβεί κατά πολύ τα έσοδα από συνδρομές». Το παράδειγμα των "NYT" πιθανότατα θα ακολουθήσουν και η "Wall Street Journal" καθώς και οι "Financial Times".

Στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, όπως μας ενημερώνει ο βρετανικός "Guardian", και ο "Economist" αποφάσισε να κάνει τα αρχεία του προσβάσιμα στο κοινό. Με μια, όμως, βασική διαφορά: στις 600.000 σελίδες του αρχείου του περιοδικού θα έχουν πρόσβαση μόνον όσοι γίνουν συνδρομητές στην αντίστοιχη υπηρεσία. Το ίδιο σχεδιάζουν να κάνουν και οι εφημερίδες "Guardian" και "Observer".

Είναι εμφανές ότι οι εφημερίδες και τα περιοδικά έχουν χωριστεί σε αυτές που πιστεύουν ότι τα έσοδα από τις διαφημίσεις θα είναι πολύ περισσότερα από αυτά των συνδρομών στις αντίστοιχες υπηρεσίες και σε αυτές που πιστεύουν ότι η μεγιστοποίηση των κερδών τους θα γίνει μέσω των συνδρομητικών υπηρεσιών. Κάπου στη μέση υπάρχει και ο αναγνώστης, αυτός που η καθημερινότητα του έχει γίνει είδηση στις σελίδες των εφημερίδων. Και θέλει να έχει ελεύθερη πρόσβαση στο υλικό αυτό.

Οι αρχειονόμοι για να δείξουν τη σημασία της διατήρησης ακέραιων των αρχείων χρησιμοποιούν μια παροιμοιώδη φράση, η οποία αντίκειται σε ένα από τα βασικότερα αξιώματα των μαθηματικών. Λένε ότι «το όλον είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα των μερών του». Αν λοιπόν λείπει έστω και ένα κομμάτι του πάζλ, δε θα καταφέρουμε να εξαντλήσουμε ποτέ την πληροφόρησή μας πάνω σε αυτό που διαβάζουμε...

Δ. Τζ.

Info: Ανδρέας Μπάγιας «Αρχειονομία: Βασικές Έννοιες και Αρχές», Αθήνα 2005, Εκδόσεις Κριτική

Παρασκευή, Οκτωβρίου 19, 2007

Για το περιβάλλον


Η προηγούμενη Δευτέρα ονομάστηκε "Blog Action Day". Bloggers από όλα τα μήκη και πλάτη της γης ένωσαν τις φωνές τους για να μιλήσουν για κάτι που αισθάνονται ότι τους αφορά άμεσα: την προστασία του περιβάλλοντος.

Πριν λίγα μόλις χρόνια, όποιος «τόλμαγε» να μιλήσει για θέματα σχετικά με το περιβάλλον χαρακτηριζόταν περίπου ως γραφικός. Τα τελευταία, όμως, χρόνια όλο και πιο πολλοί πολίτες δείχνουν ευαισθητοποιημένοι για τα θέματα αυτά και με οικολογική συνείδηση. Και το σημαντικότερο, υπάρχουν άνθρωποι με διεθνές κύρος που θέλουν να μιλήσουν για την καταστροφή που συντελείται, συγκεντρώνοντας πάνω τους τα φώτα της δημοσιότητας και μέσω των ΜΜΕ κάνοντας ευρέως γνωστό το πρόβλημα, που είναι μεγάλο και επείγει να κάνουμε κάτι για αυτό.

Εδώ θα μπορούσα να παραθέσω ορισμένους δείκτες, που καταδεικνύουν το μέγεθος του προβλήματος. Δε θα το κάνω. Δε χρειάζεται. Αρκεί να κοιτάξει κανείς γύρω του. Το 20% των Ελληνικών δασών δεν υπάρχει πια μετά τις πυρκαγιές του περασμένου καλοκαιριού. Σε περιοχές της χώρας άνθρωποι πίνουν μολυσμένο (επικίνδυνο) νερό, επειδή τα σπίτια τους γειτνιάζουν με εργοστάσια. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η υπερθέρμανση του πλανήτη είναι εμφανής παντού. Τα ακραία καιρικά φαινόμενα είναι μόνο ένα σημάδι της συντελούμενης καταστροφής.

Δεν αρκεί βέβαια να θεωρητικολογούμε για το περιβάλλον. Το πρώτο βήμα είναι η διάγνωση του προβλήματος. Έπειτα ακολουθεί η δράση. Δεν πρέπει να περιμένουμε τις κυβερνήσεις για να κινηθόυμε. Πρέπει έμεις, οι πολίτες να πάρουμε την πρωτοβουλία. Μερικά απλά βήματα: Ας ανακυκλώνουμε τις εφημερίδες και τα περιοδικά που διαβάζουμε, τα κουτάκια των αναψυκτικών. Ας μην πετάμε τα σκουπίδια μας όπου να 'ναι. Ας παίρνουμε που και που το μετρό αντί για το αυτοκίνητο. Καμιά φορά τα μικρά, καθημερινά και (σχεδόν) αυτονόητα πράγματα είναι αρκετά...

Δ. Τζ.

Πέμπτη, Οκτωβρίου 18, 2007

Η εργασιακή ανασφάλεια των νέων


Τα στοιχεία από το Ευρωβαρόμετρο της άνοιξης του 2007 καταδεικνύουν το μέγεθος και τη βαρύτητα του προβλήματος. Για τους Έλληνες, η ανεργία είναι το σημαντικότερο πρόβλημα της χώρας σε ποσοστό 51%, όταν στην ΕΕ των «27» αποτελεί το σημαντικότερο πρόβλημα για το 34% των πολιτών. Το στατιστικό αυτό στοιχείο επιβεβαιώνεται και από παλαιότερες μετρήσεις του Ευρωβαρόμετρου. Αν και η έρευνα αυτή δε μας δείχνει πως διάκεινται απέναντι στο πρόβλημα οι διάφορες ηλικιακές ομάδες, είναι προφανές ότι οι νέοι αισθάνονται μεγαλύτερη εργασιακή ανασφάλεια.

Σύμφωνα με έρευνα του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ) που έγινε σε αποφοίτους των τμημάτων Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης και Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών των ετών '90-'91 και '93-'94, στα πρώτα εργασιακά χρόνια «η εικόνα που έχουν διαμορφώσει οι απόφοιτοι για το εργασιακή τους πορεία δεν είναι ιδιαίτερα θετική αφού λιγότεροι από τους μισούς απόφοιτους δηλώνουν ότι είναι ικανοποιημένοι ή σχετικά κοντά σε αυτό που θα επιθυμούσαν».
Το πρόβλημα τοποθετείται κυρίως στην έλλειψη ίσων ευκαιριών. Οι απόφοιτοι αισθάνονται απογοήτευση για το γεγονός ότι κυρίαρχο ρόλο στην επαγγελματική ανέλιξη παίζουν οι γνωριμίες, αλλά και διότι θεωρούν ότι το κράτος δε δίνει ίσες ευκαιρίες σε όλους.

Όμως εξαιρετικό ενδιαφέρον έχει και η γνώμη ορισμένων νέων ανθρώπων που βρίσκονται στο τελευταίο έτος της σχολής τους και ετοιμάζονται να βγουν -ή έχουν ήδη βγει- στην αγορά εργασίας. Ο Γιάννης είναι τελειόφοιτος του τμήματος Βιβλιοθηκονομίας στο ΤΕΙ Αθήνας και δουλεύει ως φύλακας στην Ακρόπολη. Θεωρεί ότι επαγγελματική σιγουριά μπορεί να βρει κανείς κυρίως στον δημόσιο τομέα, γι' αυτό και ο στόχος του είναι να μονιμοποιηθεί εκεί. Ο Στέλιος βρίσκεται στο τελευταίο έτος στο τμήμα Πληροφορικής στο ΤΕΙ Αθήνας. Έχει δουλέψει μέχρι σήμερα σε διάφορα πόστα, κυρίως part - time. Θεωρεί ότι -λόγω και των απαραίτητων σήμερα μεταπτυχιακών σπουδών- δεν υπάρχει περίπτωση να βρει κανείς εύκολα σταθερή δουλειά στα πλαίσια των ενδιαφερόντων του και των σπουδών του πριν τα 30.
Τέλος, ο Δημήτρης, ασκούμενος δικηγόρος και τελειόφοιτος της Νομικής Αθηνών, πιστεύει ότι στον τομέα του το σημαντικότερο είναι το πότε θα καταφέρεις «να ανοίξεις τα φτερά σου». Δηλαδή, να είσαι σε θέση να σου εμπιστεύονται δικαστικές υποθέσεις, αλλά και -ακόμα καλύτερα- να ανοίξεις το δικό σου δικηγορικό γραφείο, κάτι που προϋποθέτει κάποιο χρονικό διάστημα προεργασίας, αλλά και ένα σημαντικό χρηματικό ποσό.

Από όλα τα παραπάνω, μπορούμε να δούμε το πόσα ρευστά φαίνονται τα πράγματα στο επίπεδο αναζήτησης εργασίας στα μάτια των σημερινών 22αρηδων. Στέκονται κριτικά απέναντι στην έλλειψη ίσων ευκαιριών από πλευράς κράτους, αλλά επενδύουν στη σιγουριά που το δημόσιο προσφέρει. Πιστεύουν ότι οι παραπάνω τίτλοι θα τους βοηθήσουν να «ανοίξουν τα φτερά τους», αλλά όχι πριν τα 30. Αισθάνονται ανασφαλείς, αλλά κατά βάθος ελπίζουν ότι θα μπορέσουν να απασχοληθούν σε κλάδο που σχετίζεται με τις σπουδές και τα ενδιαφέροντα τους...

Δ. Τζ.

Info: Eurobarometer (http://www.europa.eu/), Χ. Κασίμης «Διαδικασίες Ενσωμάτωσης των Νέων στην Αγορά Εργασίας: Η περίπτωση των απόφοιτων Κοινωνικών Επιστημών της Ανώτατης Εκπαίδευσης» (ΕΚΚΕ: http://www.ekke.gr/)

Τετάρτη, Οκτωβρίου 17, 2007

Περί δημοσιογραφίας


Όταν κάποιος ρωτήσει ένα τελειόφοιτο Λυκείου για το τι θέλει να σπουδάσει, η απάντηση που παίρνει πιο συχνά (μετά ίσως από Νομική και Ιατρική) είναι δημοσιογραφία. Στα αλήθεια, όμως, πόσοι από εκείνους που θέλουν να σπουδάσουν Δημοσιογραφία ή -για να το θέσω πιο ευρύτερα- που θέλουν να δουλέψουν ως δημοσιογράφοι, μπορούν να αιτιολογήσουν πειστικά την απάντησή τους;

Παρατηρώ συχνά ότι πολλοί από όσους θέλουν να σπουδάσουν δημοσιογραφία, θεωρούν ότι τα πράγματα είναι πολύ απλά: ότι πρόκειται για μια «εύκολη» δουλειά, με καλές προσβάσεις και πολλές γνωριμίες. Άλλοι θέλουν να δουλέψουν στο χώρο των media μόνο και μόνο για να βγουν στο «γυαλί». Άλλοι για να έχουν την ευκαιρία να πίνουν καφέ με τον τάδε ή το δείνα πολιτικό στο Da Cappo.

Τα πράγματα ασφαλώς και δεν είναι έτσι. Από όσο είμαι σε θέση να γνωρίζω, η δημοσιογραφία είναι ένα σχετικά κορεσμένο επάγγελμα, με δύσκολο (έως απάνθρωπο, ορισμένες φορές) ωράριο και όχι θέλει πολύ όρεξη, επιμονή και υπομονή. Είναι μια δουλειά, που όπως μου είπε κάποιος «πρέπει να έχεις κατά νουν ότι μπορεί να κάνεις πολύ καιρό να δεις τους φίλους σου».

Φυσικά, όσα προανέφερα δεν αφορούν κατ' ανάγκην αποκλειστικά το χώρο των ΜΜΕ, αλλά μπορούν να αναχθούν και σε ένα ευρύτερο πλαίσιο. Πολλά είναι τα επαγγέλματα που άλλη είναι η βιτρίνα και άλλο το... «υπόγειο». Αυτό που συμβαίνει με τη δημοσιογραφία είναι, ίσως, μια ακόμα απόδειξη της αποθέωσης της εικόνας και του θεαθήναι έναντι της ουσίας των πραγμάτων...

Δ. Τζ.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 15, 2007

Παραδομένος στις ορέξεις των media…

Σκίτσο του Αντρέα Πετρουλάκη («Καθημερινή» 11।10.2007)

Ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος ως δημόσιο πρόσωπο έχει πολλές συμπάθειες και πολλές αντιπάθειες. Παρόλαυτα, αυτές τις μέρες της σκληρής δοκιμασίας του, σχεδόν όλοι οι Έλληνες πολίτες είναι κοντά του, ασχέτως αν τον συμπαθούν ή όχι, αν είναι θρήσκοι κοκ.

Σε αυτή, λοιπόν, τη δυσκολότερη περίοδο της ζωής του, τα ΜΜΕ πραγματικά «κανιβαλίζουν» πάνω απ’ το κρεβάτι του. Εκπομπές με ειδήμονες και μη, δελτία «ειδήσεων» και πάσης φύσεως talk shows, παραβιάζουν κάθε είδους έννοια του ιατρικού απορρήτου (η έννοια της ιδιωτικότητας έχει χαθεί προ πολλού για τα media) και «αποφαίνονται» για το «μέλλον» του εν είδει ιατρικού τηλε-συμβουλίου. Όμως, οι μεγαλοδημοσιογράφοι και οι τηλε-μαϊντανοί δεν είναι μόνοι σ’ αυτό τους το εγχείρημα. Συνεπικουρούνται και από ανώτατους ιεράρχες, άσπονδους (ή μη) φίλους του κ. Χριστόδουλου.

Φυσικά αυτή δεν είναι η πρώτη, ούτε προφανώς και η τελευταία φορά που τα ΜΜΕ εκμεταλλεύονται τον ανθρώπινο πόνο. Κάποιοι άλλοι υπενθυμίζουν ότι ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος επέτρεψε την είσοδο των τηλεοπτικών συνεργείων στους ναούς, ως εκ τούτου το «σενάριο» που ζούμε σήμερα ήταν προδιαγεγραμμένο.

Όπως και να έχει το θέμα, είναι τουλάχιστον λυπηρό να βλέπεις σχεδόν σε όλα τα κανάλια συζητήσεις οι οποίες πέρα από το ότι δεν οδηγούν πουθενά και θίγουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, είναι και προσβλητικές για το επάγγελμα (ή λειτούργημα) της δημοσιογραφίας. Ευτυχώς, για μια ακόμα φορά, η πλειονότητα των έντυπων μέσων (δηλ. των εφημερίδων) κρατούν τη σημαία της δημοσιογραφικής αξιοπρέπειας σχετικά ψηλά…

Δ. Τζ.

Κυριακή, Οκτωβρίου 14, 2007

Επιβράβευση του εξτρεμισμού;

Ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ ήταν οι δύο κοινοβουλευτικές πολιτικές δυνάμεις οι οποίες επένδυσαν την πολιτική του επιβίωση ο πρώτος, την κατακόρυφη αύξηση των δυνάμεων του το δεύτερο, στο θέμα των μεταρρυθμίσεων στα πανεπιστήμια. Πολλές φορές, μάλιστα, επιδίωξαν την επίτευξη του στόχου τους παραβιάζοντας κάθε όριο νομιμότητας και κοινής λογικής.

Ήταν ο Πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ εκείνος που διαμαρτυρόταν έξω απ’ τη ΓΑΔΑ, για να αφεθούν ελεύθεροι άνθρωποι που καμία σχέση δεν είχαν με τα πανεπιστημιακά πράγματα. Ήταν αυτές οι δυνάμεις της Αριστεράς οι οποίες έκλεισαν με το έτσι θέλω και με επίφαση δημοκρατικών διαδικασιών (βλ. συνελεύσεις – παρωδία) τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας, κατά παράβαση του Συντάγματος, το οποίο ορίζει την ελεύθερη πρόσβαση στη γνώση και την πληροφορία, η οποία εκείνες τις μέρες ήταν αδύνατη.

Δεν είναι, φυσικά, άμοιρα ευθυνών και τα δύο μεγαλύτερα κόμματα για την όλη κατάσταση. Το ΠΑΣΟΚ με την επαμφοτερίζουσα στάση του «συμμετέχω – δε συμμετέχω», η δε ΝΔ για την έλλειψη «ελαστικότητας» της τ. υπουργού και γιατί δε προσπάθησε να εξηγήσει με νηφαλιότητα στην κοινωνία το νομοθετικό πλαίσιο. Ότι δηλαδή, δε χάλασε και ο κόσμος αν υπάρχει ένα ανώτατο όριο φοίτησης ν+2 (ουσιαστικά παραπάνω από ν+2 με ορισμένα «παραθυράκια), ότι επιτέλους δεν έχουν κανένα λόγο να εκλέγουν φοιτητές(!) τους καθηγητές, ότι τα «μη κρατικά» πανεπιστήμια θα αναγνωριστούν θέλουμε – δε θέλουμε βάση οδηγίας της Ε.Ε. και ότι το άσυλο πρέπει κάπως να αλλάξει για να μην είναι άσυλο εξω – πανεπιστημιακών αναρχικών δυνάμεων, αλλά άσυλο ιδεών (όπως ήταν κάποτε).

Θα κλείσω με ένα απόσπασμα του άρθρου του κ। Πάσχου Μανδραβέλη στην «Καθημερινή» της 11।10.2007: «Κάποιοι -είτε ονομαστούν “ταραξίες” είτε “προϊόντα της κακούργας κοινωνίας”- χρησιμοποιούν το υπάρχον νομικό πλαίσιο για να καταστρέφουν και δημόσια και ιδιωτική περιουσία. Το πρόβλημα δεν είναι ούτε δεξιό ούτε αριστερό. Είναι υπαρκτό. Η λύση που προκρίνει ο Συνασπισμός είναι «μην αλλάζετε τίποτε. Κάποτε θα αλλάξει ο κόσμος και “τα παιδιά” δεν θα έχουν λόγους να τα καίνε». Αυτό πιθανόν κάποτε να γίνει πραγματικότητα, αλλά βραχυπρόθεσμα κάτι πρέπει να γίνει. Το λογικό είναι να αλλάξει το νομοθετικό πλαίσιο που τοις πράγμασι δίνει άσυλο σε όσους καταστρέφουν. Αν αυτό αποτελεί “δεξιά θέση” τόσο το χειρότερο για την Αριστερά».

Δ. Τζ.

Σάββατο, Οκτωβρίου 13, 2007

Η φθίνουσα ποιότητα της ενημέρωσης

Σε παλαιότερη συνέντευξή του στην «Καθημερινή» ο πρώην Πρόεδρος του Συνασπισμού κ. Νίκος Κωνσταντόπουλος σημείωνε μεταξύ άλλων ότι «η δημοκρατία μας μεταβάλλεται σε μιντιοκρατία». Μ’ αυτή του τη δήλωση ο κ. Κωνσταντόπουλος υπονοούσε τη σταδιακή μετατροπή των ΜΜΕ από φορείς ενημέρωσης σε αυτόκλητους αντικαταστάτες της εκτελεστικής (ενίοτε και της δικαστικής) εξουσίας. Αυτή η μεταβολή στο ρόλο των Μέσων είναι, σαφώς, αλληλένδετη και με τη φθίνουσα ποιότητα της ενημέρωσης.
Στο σημείωμα αυτό θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε τρεις βασικές –κατά τη γνώμη μας– συνιστώσες του όλου θέματος: την τηλεοπτική «ζούγκλα», καθώς και την ποιοτική υποβάθμιση των εντύπων, σε συνάρτηση με την επίδραση που ασκεί το επιχειρηματικό συμφέρον πάνω στο μέσο.

Οι τηλεοπτικές «κοκορομαχίες» είναι κάτι το οποίο πουλάει. Για το λόγο αυτό οι καναλάρχες και οι υπεύθυνοι προγράμματος των καναλιών τις έχουν αναγάγει σε ναυαρχίδα του προγράμματος τους. Το σκηνικό γνωστό: υπουργοί βρισκόμενοι σε αμηχανία, αμύνονται απέναντι στον παρουσιαστή – αφέντη, ο οποίος δε διστάζει να κουνάει επιδεικτικά το δάκτυλο στους πολιτικούς του πάνελ. Ο παρουσιαστής – αφέντης συνηθίζει να «λέει τα πράγματα με τ’ όνομα τους», να τα «χώνει σε όλους», θέλοντας με την –υποτιθέμενη– αντικειμενικότητα του να εντυπωσιάσει το αποχαυνωμένο και μπουχτισμένο κοινό.

Άλλες εκπομπές της τηλοψίας, προχωρούν ένα βήμα παραπέρα. Χρησιμοποιώντας κρυφές κάμερες μεταδίδουν αμφιβόλου εγκυρότητας και ίσως μεμονωμένα περιστατικά, τα οποία (αν και ενδείξεις) βαφτίζουν «αποδείξεις», αγνοώντας το αντιδεοντολογικό και το νομικό κομμάτι του θέματος. «Πάνω απ’ όλα είναι η ενημέρωση του πολίτη» σημειώνουν βαυκαλιζόμενοι οι επίδοξοι δικαστές. Άλλοι συνάδελφοί τους –με υλικό το οποίο έχει αποκτηθεί παρανόμως– εκβιάζουν υψηλά ιστάμενους πολίτες κι αν δεν πάρουν το αντάλλαγμα που ‘θέλουν «βγάζουν τ’ άπλυτά τους στη φόρα» και γίνονται ήρωες (ορισμένες, μάλιστα, φορές και εκδότες).

Η τηλεοπτική είναι, δυστυχώς, μόνον μια πτυχή της ενημερωτικής ευτέλειας που μας κατακλύζει καθημερινά. Δυστυχώς υπάρχει και οι έντυπη. Στα πλαίσια του υγιούς(;) ανταγωνισμού τα έντυπα (κυρίως, δε, οι εφημερίδες) προχωρούν σε πάμπολλες –αμφιβόλου ποιότητας και αισθητικής, σ’ ορισμένες περιπτώσεις– «προσφορές». DVD, όχι πάντα κατάλληλα, μουσικά CD, VCD με… συμβουλές πλαστικής χειρουργικής, δωρεάν SMS και γενικότερα υλικό κατά κανόνα όχι έντυπο. Κάπως έτσι τα έντυπα ΜΜΕ εκμαυλίζονται, μεταβάλλουν τον ρόλο ύπαρξής τους. Ρόλος ο οποίος έχει να κάνει με την ποιοτικότερη και βαθύτερη ενημέρωση, απ’ αυτήν που η εντυπωσιοθηρική τηλεόραση προσφέρει.
Μια διαφήμιση κυριακάτικης εφημερίδας στην τηλεόραση θα σας πείσει. Αυτό που προβάλλεται δε είναι έντυπο, άλλα κάτι που δεν αποτελεί φύσει και θέσει μέρος της εφημερίδας.


Κάπου στη μέση όλων όσων προαναφέραμε βρίσκεται και το επιχειρηματικό συμφέρον. Ορισμένοι ιδιοκτήτες μέσων χρησιμοποιούν αθέμιτα τη δύναμη των μέσων τους για να ρίξουν λάσπη σε αντιπάλους τους, να προωθήσουν πολιτικούς τους «φίλους», ακόμα και για να εκβιάσουν την εκάστοτε πολιτική τάξη, σε περίπτωση που τυγχάνει είναι και εργολήπτες. Δημιουργούν, επίσης, εταιρίες φαντάσματα για να μην πληρώνουν τις εισφορές τους στα ασφαλιστικά ταμεία. Τα ζητήματα που ανακύπτουν πολλά: δεοντολογικά, νομικά, σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν να κάνουν ακόμα και με την ποιότητα της δημοκρατίας, εφόσον ο υγιής ανταγωνισμός νοθεύεται.

Για όλα τα παραπάνω, όμως, τι κάνει άραγε η Συντεταγμένη Πολιτεία; Αν όχι τίποτα, τουλάχιστον πολύ λίγα! Προωθεί νομοθετικά πλαίσια είτε με «παραθυράκια», είτε αξιόλογα, τα οποία στη συνέχεια –και για αδιευκρίνιστους λόγους– παίρνει πίσω. Αφήνει το ραδιοτηλεοπτικό τοπίο μετέωρο (16 χρόνια ιδιωτικής τηλεόρασης και τα κανάλια λειτουργούν ακόμα σε καθεστώς… «προσωρινής αδειοδότησης»). Δεν δίνει στο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ) το κύρος και τις αρμοδιότητες που πρέπει. Όλα τα παραπάνω συνεπάγονται ή ελλιπή πολιτική βούληση ή συμβιβασμό με τα συμφέροντα. Ειλικρινά, δεν ξέρω ποιο απ’ τα δύο είναι πιο τραγικό…

Βεβαίως και οι ευθύνες των πολιτών είναι εξίσου σημαντικές. Ας μην παραβλέπουμε ότι εκείνοι είναι αυτοί οι οποίοι σε τελική ανάλυση επικροτούν αδιαφανείς, κακόγουστες, προσβλητικές στην κοινή νοημοσύνη μιντιακές προσπάθειες μέσω είτε της τηλεθέασης, είτε της αναγνωσιμότητας. Ο χαρακτηρισμός «τζάμπα θέαμα» για την τηλεόραση, είναι μια εύκολη μεν, φθηνή δε δικαιολογία για την παρακολούθηση προγραμμάτων χαμηλής ποιότητας. Δεν αναιρεί, επ’ ουδενί, τις ευθύνες των πολιτών.

Για την προαναφερθείσα κατάσταση στα μέσα ευθυνόμαστε λίγο πολύ όλοι: οι εκδότες, οι δημοσιογράφοι, οι πολιτικοί, οι πολίτες. Ως εκ τούτου, οι λύσεις σ’ αυτό το μείζονος σημασίας πρόβλημα προϋποθέτουν τη συμμετοχή όλων, πράγμα εξαιρετικά δύσκολο αν αναλογιστούμε πόσα συμφέροντα υπάρχουν στη μέση. Έτσι το μεγαλύτερο μερίδιο ευθύνης πέφτει αναπόφευκτα στο κράτος, το ποίο οφείλει να προστατέψει τον αδύναμο πολίτη απ’ τις αυθαιρεσίες του επιχειρηματία των media.
Και κάτι ακόμα, το οποίο νομίζουμε ότι περιγράφει εύγλωττα το διαμορφωθέν σκηνικό στα ΜΜΕ: Κάποτε λέγαμε ότι τα μέσα ανήκουν στο κοινό τους. Σήμερα αυτή η συνθήκη τείνει να μεταβληθεί. Από δω και στο εξής τα μέσα ανήκουν στους εκδότες τους...

Δ. Τζ.

Νυν και Πρώην

Πολύ κουβέντα γίνεται συνήθως αναφορικά με τις σκέψεις ενός αρχηγού κράτους λίγο πριν από έναν ανασχηματισμό, μια εκλογική αναμέτρηση ή μια κρίσιμη εκλογική απόφαση. Ωστόσο, λίγοι αναλυτές έχουν αποπειραθεί να «ακτινογραφήσουν» την πλέον ανθρώπινη των στιγμών ενός ηγέτη: τη στιγμή της παραίτησης, τη μετεχμιακή αυτή φάση μεταξύ του να είναι κάποιος «νυν» και «τέως».

Αφορμή γι’ αυτές τις σκέψεις είναι η πρόσφατη αποχώρηση του Tony Blair από την πρωθυπουργία της Μ. Βρετανίας, αλλά και το τέλος της 40χρονης πολιτικής καριέρας του τ. προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας Jaques Chirac. Δύο ανθρώπων με ισχυρές προσωπικότητες και αδιαμφισβήτητες πολιτικές ικανότητες, με φανατικούς οπαδούς, αλλά και φανατικούς εχθρούς, που για διαφορετικούς λόγους ο καθένας, εγκαταλείπουν την εξουσία.

Ομολογώ ότι –προσπαθώντας να μπω στο μυαλό ενός πολιτικού– πάντοτε σκεφτόμουν με δέος τη στιγμή της αναγγελίας της παραίτησης ενός αρχηγού κράτους, ενός υπουργού, ενός κρατικού αξιωματούχου. Είναι η στιγμή που ενδοσκοπεί, μετανιώνει για πράγματα που είτε έκανε, είτε δεν έκανε, σκέφτεται πως ίσως τα πράγματα να ήταν αλλιώς αν…, προβληματίζεται για το αύριο. Εξισώνεται εκείνη την ώρα ο ανώτατος αξιωματούχος με το μέσο «θνητό».

Απ’ την άλλη πρέπει να είναι μεγάλη η αδημονία, η ανυπομονησία ενός μέλλοντος πρωθυπουργού, όπως πχ. του επί χρόνια «εν αναμονή» πρωθυπουργού και διαδόχου του T. Blair, Gordon Brown. Σίγουρα θα κάνει σχέδια επί χάρτου για τον τρόπο με τον οποίο θα κυβερνήσει, για το ποιους θα «υπουργοποιήσει» και προς τα ποια κατεύθυνση θα στρίψει το τιμόνι της χώρας.

Τελικά καταλήγω στη σκέψη ότι τα αξιώματα έρχονται και παρέρχονται, οι «νυν» γίνονται «πρώην» χωρίς να το πολυκαταλάβουν, και η (πολιτική) ζωή συνεχίζει τους κύκλους της. Αυτό που μένει στο βάθος είναι ο άνθρωπος, λιγότερο δυνατός, χωρίς τη δύναμη της εξουσίας και την κυρίαρχη εμφάνιση που του προσδίδει ο πρωθυπουργικός θώκος.

Δ. Τζ.

Παρασκευή, Οκτωβρίου 12, 2007

Παθογένειες

Το προηγούμενο διάστημα έλαβαν χώρα συζητήσεις στους πανεπιστημιακούς κύκλους, σε σχέση με την προωθούμενη από το υπουργείο Παιδείας μεταρρύθμιση. Ωστόσο, δυστυχώς, φαίνεται ότι δεν έγινε καμία κουβέντα για ορισμένα θέματα που άπτονται της «καθημερινότητας» των φοιτητών.

Αφορμή γι’ αυτές τις σκέψεις αποτέλεσαν δύο περιστατικά που έλαβαν χώρα στη σχολή μου (τμήμα Βιβλιοθηκονομίας, ΤΕΙ Αθήνας) τις προηγούμενες ημέρες και καταδεικνύουν μια γενικότερη, ίσως, παθογένεια στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας. Θέλοντας να ελέγξω ποια μαθήματα είχα δηλώσει στο προηγούμενο, χειμερινό, εξάμηνο (η εξεταστική του οποίου έλαβε χώρα τον Ιούνιο, λόγω των καταλήψεων) και έχοντας χάσει τη φωτοτυπία δήλωσης μαθημάτων, ζήτησα αντίγραφό της από τη γραμματεία. Η απάντηση που έλαβα ήταν ότι το αντίγραφο έχει δοθεί και εφόσον το έχασα, δε μπορώ να λάβω άλλο.

Προχωρώντας προς τις αίθουσες διδασκαλίας αντίκρισα για πολλοστή φορά ένα οικείο θέαμα. Φοιτητές του τμήματός μου έχουν –εδώ και χρόνια– «καταλάβει» μια αίθουσα διδασκαλίας, η οποία έχει μετονομαστεί σε «στέκι σπουδαστών». Φυσικά, εκεί δε γίνεται μάθημα αλλά ορισμένοι νέοι άνθρωποι πίνουν καφέ και ακούνε μουσική. Το θέαμα δε θα με ξένιζε τόσο, αν δεν υπήρχε πρόβλημα έλλειψης αιθουσών. Οι διαθέσιμες αίθουσες διδασκαλίας είναι 5 – 6 και πολλές φορές ψάχνουμε χώρο για να κάνουμε μάθημα, ενώ παράλληλα μια αίθουσα δεν χρησιμοποιείται για σπουδαστικούς λόγους!

Έπειτα απ’ όλα αυτά σκέφτομαι ότι ίσως τα πράγματα να ήταν καλύτερα αν είχαμε όλοι μας αντιληφθεί τους ρόλους μας. Οι μεν διοικητικοί να εξυπηρετούν, οι δε φοιτητές να σπουδάζουν…

Δ. Τζ.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 08.08.2007

Πέμπτη, Οκτωβρίου 11, 2007

Υπευθυνότητα και Συναίνεση

Παρατηρώ με εξαιρετικό ενδιαφέρον τις τελευταίες μέρες τα τεκταινόμενα στο ΠΑΣΟΚ, μετά το εκλογικό αποτέλεσμα της 16ης Σεπτεμβρίου. Ομολογουμένως είναι θετικό σε ένα κόμμα να υπάρχουν ζυμώσεις και συζητήσεις για τον ιδεολογικό προσανατολισμό του.

Ταυτόχρονα, όμως, παρατηρείται και μια πρωτοφανής έλλειψη αλληλεγγύης μεταξύ των στελεχών της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Σχεδόν στο σύνολο τους τα στελέχη του κόμματος τάσσονται αναφανδόν υπέρ του ενός ή του άλλου υποψηφίου, χωρίς να υπάρχει καμία αναμονή για τις «προγραμματικές» τους δηλώσεις.
Το πιο λυπηρό, κατά τη γνώμη μου, είναι ότι τα περισσότερα στελέχη του κόμματος παρουσιάζονται (εκ των υστέρων) αυτοκριτικά. Αναγνωρίζουν ότι η αντιπολίτευση που άσκησαν τα τελευταία τριάμισι χρόνια ήταν μηδενιστική και χωρίς να αρθρωθεί επ’ ουδενί θετικός πολιτικός λόγος. Το ερώτημα που προκύπτει είναι ότι έπρεπε να έρθει αυτή η ήττα για να αντιληφθούν το ότι η αντιπολίτευση που άσκησαν επί τριάμισι χρόνια δεν ήταν καθόλου υπεύθυνη;

Αν οδηγούμαι σε ένα συμπέρασμα από τις πρόσφατες εκλογές αυτό είναι ότι οι πολίτες έχουν πλέον την ωριμότητα να καταδικάσουν αυτούς που θεωρούν ότι με υπερβολικούς χαρακτηρισμούς (π.χ. κυβέρνηση σικελών, σπείρα) μπορούν να κερδίσουν εκλογές. Αυτό νομίζω ότι πρέπει να το έχει στην άκρη του μυαλού του ο νέος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, όποιος και αν είναι. Γιατί μόνο με (στοιχειώδη έστω) συνεννόηση μεταξύ των κομμάτων μπορεί ο τόπος να πάει μπροστά…

Δ. Τζ.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 11.10.2007

Τετάρτη, Οκτωβρίου 10, 2007

Η προστασία του περιβάλλοντος

«Η προστασία του περιβάλλοντος είναι ζήτημα δημοκρατίας». Νομίζω ότι αυτή η αποστροφή του λόγου του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Κάρολου Παπούλια, στην πρόσφατη δεξίωση για τα 33 χρόνια από την αποκατάσταση της δημοκρατίας στη χώρα, δίνει το στίγμα για το πως οφείλει ο πολίτης να βλέπει τα ζητήματα που σχετίζονται με το περιβάλλον.

Κατά κοινή ομολογία η Ελλάδα υστερεί σημαντικά έναντι των χωρών της Κεντρικής και Βόρειας Ευρώπης στον τομέα της διαχείρισης περιβαλλοντικών κρίσεων. Έχω την άποψη ότι τα αίτια αυτής της υστέρησης είναι διττά: οι προαναφερθείσες χώρες έχουν, αφενός, ένα ολοκληρωμένο πλάνο διαχείρισης περιβαλλοντικών καταστροφών. Σε περιόδους έντονης επικινδυνότητας για πυρκαγιές, πυροσβεστικά αεροσκάφη επιθεωρούν από αέρος τις περιοχές με το μεγαλύτερο κίνδυνο και είναι σε θέση να επέμβουν ανά πάσα στιγμή. Το πρόβλημα, όμως, δεν είναι μόνο διαχειριστικό, αλλά άπτεται και της γενικότερης παιδείας μας. Δυστυχώς, στην Ελλάδα δεν φαίνεται να έχουμε αναπτύξει περιβαλλοντική συνείδηση. Ανακυκλώνουμε ελάχιστα, πετάμε τα σκουπίδια οπουδήποτε, αδιαφορούμε για τις συνέπειες των πράξεών μας…

Είναι αλήθεια ότι δεν είναι καθόλου εύκολο να μάθουμε να σεβόμαστε το περιβάλλον από τη μια μέρα στην άλλη. Επίσης, δεν είναι καθόλου εύκολο να μάθουν να λειτουργούν οι πολιτικοί μας σκεπτόμενοι τις μέσο – μακροπρόθεσμες συνέπειες μιας πολιτικής. Ωστόσο, ο κόμπος φαίνεται ότι έχει φτάσει στο χτένι. Ο κίνδυνος ανεπανόρθωτων οικολογικών καταστροφών από την συντελούμενη αποψίλωση των δασών είναι προ των πυλών. Ένα πρώτο επιβεβλημένο βήμα φαντάζει η δημιουργία αυτόνομου υπουργείου Περιβάλλοντος και η στελέχωση του από κατάλληλο πρόσωπο, έτοιμο να έρθει σε ρήξεις με νοοτροπίες και συμφέροντα, αλλά με δεδομένη την ευρεία στήριξη της κοινωνίας.

Δ. Τζ.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος» στις 22.08.2007

Τρίτη, Οκτωβρίου 09, 2007

Όλοι διαφορετικοί - Όλοι ίσοι

Αναμφίβολα ένα από τα ζητήματα που απασχολούν τη διεθνή κοινότητα επί μονίμου βάσεως, είναι η δυνατότητα παροχής ίσων ευκαιριών μεταξύ των ανθρώπων, ανεξάρτητα από τη φυλετική και εθνική τους προέλευση, τα θρησκευτικά τους «πιστεύω», την αρτιμέλειά ή το φύλο τους. Τις τελευταίες δεκαετίες παρουσιάζεται πρόοδος σε όλους τους δείκτες που δίδονται στη δημοσιότητα, αλλά ακόμα είμαστε στα μισά της διαδρομής. Κι αυτό γιατί η πραγματική ισότητα είναι μια διαρκής διαδικασία που άπτεται των καθημερινών μας πρακτικών, ένα ζήτημα πέρα και πάνω από τις στατιστικές, οι οποίες (ας μη το λησμονούμε) δε λένε πάντοτε την αλήθεια. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις υποδηλώνουν και επεξηγούν πολλά.

Σε καθημερινή βάση μπορούμε να διακρίνουμε, ακόμα και στον περίγυρο μας, της διαφορετικής μεταχειρίσεως που τυγχάνουν πολλές φορές οι γυναίκες. Κάτι τέτοιο, άλλωστε, δεν υποδηλώνεται και από τον χαρακτηρισμού των γυναικών ως «ασθενές φύλου»; Κάποια επαγγέλματα και κάποιες δραστηριότητες θεωρούνται de facto αδύνατον να επιτευχθούν από γυναίκες. Όπως παρατηρούμε, σύμφωνα με στατιστική του ΟΗΕ, οι άνεργες γυναίκες στην Ελλάδα το 2001 έφτασαν το 16, 2% του πληθυσμού, ενώ οι άνεργοι άνδρες το 7, 3%. Την ίδια χρονιά, η εκπροσώπηση των γυναικών στο κοινοβούλιο άγγιζε μόλις το 8%. Τα παραπάνω –ενδεικτικά– στοιχεία καταδεικνύουν στην πράξη την έλλειψη παροχής ίσων ευκαιριών μεταξύ των δύο φύλων. Κάποια απλά βήματα θα μπορούσαν να γίνουν π.χ. μέσω θέσπισης ποσοστώσεων στο κοινοβούλιο και παροχής κινήτρων στις επιχειρήσεις για πρόσληψη νεαρών μητέρων.

Δυστυχώς, η άνιση αντιμετώπιση των γυναικών σε σχέση με τους άνδρες είναι μόνον ένας παράγοντας της έλλειψης παροχής ίσων ευκαιριών. Πολλά μπορεί να πει κανείς και για τα άτομα με αναπηρίες (τα οποία στη Ελλάδα χαρακτηρίζουμε με τον αρνητικά φορτισμένο τίτλο «άτομα με ειδικές ανάγκες»). Και σ’ αυτή την περίπτωση η προσφώνηση δείχνει κάποια πράγματα. Δείχνει ότι οι συνάνθρωποι μας με κινητικά προβλήματα θεωρούνται a priori ανίκανοι να συμμετέχουν στην παραγωγική και κοινωνική διαδικασία. Μεγάλο λάθος! Το ότι κάποιος μπορεί να μην είναι αρτιμελής, το γεγονός καθ’ αυτό δεν υποδηλώνει τίποτα για τις δυνατότητες του. Μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις άτομα με αναπηρίες λόγω των περιορισμών που αντιμετωπίζουν εξαιτίας των προβλημάτων τους, αναπτύσσουν και εξελίσσουν ιδιαιτέρως άλλους τομείς της προσωπικότητας τους.

Αν στην περίπτωση των γυναικών η λύσεις έως ενός σημείου μπορούν να προωθηθούν μέσω της θεσμοθέτησης κινήτρων, στον θέμα των ατόμων με αναπηρίες τα πράγματα φαίνονται πιο δύσκολα. Το πιο σημαντικό είναι να αναπτύξουμε μια κουλτούρα η οποία να αντιλαμβάνεται και να κατανοεί το διαφορετικό και όχι να του κλείνει την πόρτα κατάμουτρα, δημιουργώντας ένα «σύγχρονο Καιάδα».

Πολλές φορές, ωστόσο, ο «σύγχρονος Καιάδας» δεν αφορά μόνο τους μη αρτιμελείς συνανθρώπους μας, αλλά και τους διαφορετικούς σε επίπεδο θρησκείας, κουλτούρας και εθνικής ή φυλετικής προέλευσης. Ο θρησκευτικός αλλά και εθνικιστικός ριζοσπαστισμός έχει οδηγήσει πολλές φορές τα τελευταία χρόνια σε γεγονότα δυσάρεστα έως τραγικά. Πέρσι δημοσιεύθηκαν σε μια δανέζικη εφημερίδα σκίτσα τα οποία σατίριζαν τον Μωάμεθ. Στις μουσουλμανικές χώρες που διαδόθηκε το περιστατικό και αναπαρήχθησαν ορισμένα απ’ αυτά τα σκίτσα, η κατάσταση ξέφυγε από κάθε έλεγχο. Εκατοντάδες άνθρωποι τραυματίστηκαν και δεκάδες έχασαν τη ζωή τους, στο όνομα αυτού του θρησκευτικού φανατισμού και της συνακόλουθης μισαλλοδοξίας. Κάποιοι μάλιστα μίλησαν για διαφαινόμενο “πόλεμο θρησκειών” «μεταφράζοντας» δήλωση του Πάπα Βενέδικτου ΙΣΤ’, αναφερόμενου στο Ισλάμ με όχι και τόσο κολακευτικά λόγια, αλλά και παρασυρόμενοι από τις ακραίες αντιδράσεις μιας μερίδας μουσουλμάνων.

Εξάλλου, καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζονται πολλοί αλλοεθνείς στη χώρας μας. Δυσκολεύονται να βρουν δουλειά, στέγη ακόμα και να συναναστραφούν, αντιμετωπίζονται με δυσπιστία ακόμα και από την Δικαιοσύνη, ιδίως αν είναι από δυο – τρεις συγκεκριμένες χώρες. Αυτό εν πολλοίς φαίνεται να οφείλεται στα ταμπού που έχουν π.χ. οι Έλληνες και οι Ιταλοί με τους Αλβανούς, οι Γερμανοί με τους Τούρκους κοκ. και όχι τόσο σε γενικευμένες παραβατικές ή αντικοινωνικές συμπεριφορές. Εξάλλου, η παραβατικότητα οφείλεται αποδεδειγμένα σε σύνθετους παράγοντες, όπως χαμηλό βιοτικό επίπεδο, ανεργία, έλλειψη παιδείας και όχι φυσικά στα «γονίδια» ορισμένων λαών ή φυλών που δεν πολυσυμπαθούμε.

Ισότητα ευκαιριών είναι σίγουρα και πολλά ακόμα πέρα από τα παραπάνω. Είναι η δυνατότητα να γράφεις και να διατυπώνεις ελεύθερα τη γνώμη σου. Είναι η πρόσβαση σε καθαρό νερό, τροφή και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Είναι η δυνατότητα να εκλέγεις ανόθευτα αυτόν που θεωρείς ικανότερο να σε κυβερνήσει. Είναι το να ζεις ειρηνικά με τους δίπλα σου, που δε σε χωρίζει και κάτι πέρα από τη διαφορετική γλώσσα, ίσως και την κουλτούρα. Είναι η ελεύθερη πρόσβαση στη γνώση και η μείωση του αναλφαβητισμού. Είναι και άλλα πολλά.

Εμείς, τι μπορούμε να κάνουμε για να δημιουργήσουμε μια πραγματικότητα με την ισότητα στο επίκεντρο; Πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να μάθουμε να ακούμε και να προσπαθούμε να κατανοήσουμε την διαφορετική προσέγγιση. Πρέπει να μην δεχόμαστε κανενός είδους απολυταρχισμό και βεβαιότητα. Πρέπει να αντιληφθούμε τη διαφορετικότητα ως προοπτική σύνθεσης και δημιουργίας και όχι ως περιβάλλον περιορισμών. Παραφράζοντας το Βολτέρο θα μπορούσαμε να πούμε ότι «μπορεί να διαφωνώ με τις αντιλήψεις και τον τρόπο ζωής σου, αλλά θα αγωνιστώ για το δικαίωμά σου να ακολουθείς αυτά που πιστεύεις».

Δ. Τζ.

Το παρόν άρθρο τιμήθηκε με το 1ο βραβείο γραπτού δημοσιογραφικού κειμένου στον Πανελλήνιο Διαγωνισμό Ρεπορτάζ «Όλοι διαφορετικοί – Όλοι ίσοι» ,που έγινε υπό την αιγίδα της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων και της Γ. Γ. Νέας Γενιάς