Κυριακή, Νοεμβρίου 30, 2008

Για την υπόθεση Βατοπεδίου

Η υπόθεση Βατοπεδίου που μας απασχολεί τους τελευταίους μήνες έχει πολλές πτυχές, περίπου όσα είναι και τα ερωτήματα που παραμένουν ακόμα αναπάντητα. Δυστυχώς δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα μάθουμε πολλά περισσότερα για το θέμα από τη διαδικασία της εξεταστικής, ενώ τα στοιχεία που παρέχει η δημοσιογραφική έρευνα περνούν σχεδόν απαρατήρητα με τον καταιγιστικό ρυθμό που δημοσιοποιούνται.

Το μείζον ερώτημα που πρέπει να μας απασχολεί είναι ποιος βρίσκεται πίσω από τις επίμαχες ανταλλαγές οικοπέδων εις βάρος του ελληνικού Δημοσίου. Εδώ τα πράγματα είναι περίπου ξεκάθαρα. Η προκλητική μεταχείριση υπέρ της μονής (και εις βάρος των χρημάτων ημών) ξεκίνησε από υφυπουργούς του ΠαΣοΚ και κλιμακώθηκε κατά την πενταετία της Νέας Δημοκρατίας. Η κύρια λοιπόν ευθύνη αφορά τη σημερινή κυβέρνηση, η οποία προχώρησε και στις περισσότερες επαχθείς για το Δημόσιο συμφωνίες.

Αυτή η ευθύνη είναι περισσότερο πολιτική και όχι νομική. Οι αποφάσεις είχαν την βούλα δημόσιων οργάνων, οπότε τα στελέχη των δύο κυβερνήσεων ελέγχονται μόνο πολιτικά, για το εάν δηλαδή οι αποφάσεις τους ήταν λογικές, ορθές και όχι για το αν υπήρχε δόλος ή ενέργειες αντίθετες στο νόμο. Η απάντηση στο σκέλος των πολιτικών ευθυνών είναι νομίζω προφανής.

Τις δικές του ευθύνες έχει δίχως αμφιβολία και ο έτερος πρωταγωνιστής της υπόθεσης, ηγούμενος Εφραίμ. Ο κ. Εφραίμ εγκαλείται σε ένα άλλο πεδίο: αυτό της ηθικής. Είναι σαφές ότι οι κινήσεις του ηγούμενου, αν και ισχυροποίησαν τη μονή του, ωστόσο δε συνάδουν με το πνεύμα της θρησκείας που εκπροσωπεί. Ο ρόλος της θρησκείας είναι καθαρά πνευματικός και φυσικά όχι επιχειρηματικός. Έστω και αν «έκανα ό,τι έκανα για το καλό της μονής μου».

Το πιο λυπηρό είναι ότι ο ηγούμενος της μονής Βατοπεδίου αδυνατεί να αντιληφθεί ότι με τα όσα πράττει ή λέει μόνο κακό κάνει στον εαυτό του. Δεν παρέστη στην εξεταστική επιτροπή, αλλά υπέβαλε υπόμνημα! Χειρότερα: αντί να προχωρήσει έστω και την ύστατη ώρα σε μια αυτοκριτική, εμφανίστηκε αλαζόνας, αποκαλώντας τους δημοσιογράφους «αλειτούργητους, αλιβάνιστους και μπερδεμένους».

Παραφράζοντας τον κ. Εφραίμ θα μπορούσαμε να πούμε ότι αλειτούργητοι, αλιβάνιστοι και (κυρίως) μπερδεμένοι πρέπει να είναι όλοι οι Έλληνες που δυσκολεύονται να αντιληφθούν πως η πνευματικότητα συνδυάζεται με τις business και πως η εκκλησία (έστω κομμάτι αυτής) μπαίνει στα εντελώς ξένα χωράφια του real estate…

Δ. Τζ.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Θάρρος» στις 30.11.2008

Κυριακή, Νοεμβρίου 23, 2008

Ένα επικίνδυνο πείραμα

Μια ταινία δεν κρίνεται μόνο από την εισπρακτική της επιτυχία, αλλά και από το κατά πόσο κοινό και κριτικοί θα ασχοληθούν μαζί της. Η γερμανική ταινία «Το Κύμα» («Die Welle») πετυχαίνει και τα δύο. Πηγαίνει πολύ καλά σε επίπεδο εισπράξεων, ενώ κριτικοί και σινεφίλ την επαινούν διότι αγγίζει ένα θέμα ταμπού για τη γερμανική κοινωνία με αξιοθαύμαστη ωριμότητα.

Βασισμένο σε πραγματική ιστορία που έλαβε χώρα σε σχολείο της Καλιφόρνιας το 1967, το «Κύμα» έχει στον πυρήνα του ένα απλό ερώτημα: μπορεί να υπάρξει σήμερα μια νέα μορφή απολυταρχίας (όπως ο Ναζισμός) στην προηγμένη Δύση; Και αν ναι με ποιον τρόπο;

Ο Ράινερ Βένγκερ είναι καθηγητής σε λύκειο της Γερμανίας και αναλαμβάνει τη διδασκαλία του μαθήματος της Απολυταρχίας. Ο νεαρός καθηγητής όντας ριζοσπάστης ψάχνει έναν πρωτότυπο τρόπο διδασκαλίας και αποφασίζει να κάνει τους μαθητές του συμμέτοχους σε ένα πείραμα. Για μια εβδομάδα θα δρουν και θα συμπεριφέρονται με πολύ συγκεκριμένο τρόπο, με απόλυτη πειθαρχεία στον καθηγητή – αρχηγό. Από τη μια στιγμή στην άλλη ο Ράινερ γίνεται «κύριος Βέγκνερ» και ζητάει από τους μαθητές να στέκονται όρθιοι όταν παίρνουν τον λόγο. Τις επόμενες μέρες το πείραμα παίρνει συγκεκριμένη μορφή: οι μαθητές φορούν τα ίδια ρούχα (αποκτώντας με αυτόν τον τρόπο μια ψευδαίσθηση ισότητας), ονοματίζουν το «κίνημα» τους (εξ ου και το «Κύμα» του τίτλου), ενώ τίθενται συγκεκριμένοι κώδικες επικοινωνίας. Έτσι η βασική αρχή λειτουργίας του σύγχρονου δημοκρατικού σχολείου καταστρατηγείται με τη σύμφωνη γνώμη της ομάδας: όποιος εκφράζει μια αντίθετη άποψη περιθωριοποιείται. Η δύναμη του «κινήματος» είναι η πειθαρχεία, ή καλύτερα η τυφλή υπακοή στον αρχηγό.

Στα μέσα της εβδομάδας το πείραμα αρχίζει να ξεφεύγει από τον αρχικό παιδαγωγικό του σχεδιασμό. Το «Κύμα» γίνεται ορμητικό, εξαπλώνεται σε ολόκληρο το σχολείο και τα μέλη του προχωρούν σε βανδαλισμούς και βίαιες ενέργειες για να προωθήσουν τις ιδέες τους. Παιδιά –πλην ελαχίστων εξαιρέσεων– ανώριμα και εύπλαστα, χειραγωγούνται εύκολα από τον πανέξυπνο καθηγητή. Στο μυαλό τους μόνο ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο: «Όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας».

Στην αρχή της ταινίας ο Βέγκνερ ρωτάει τους μαθητές του εάν πιστεύουν ότι θα μπορούσε να υπάρξει σήμερα κάτι αντίστοιχο με το Γ’ Ράιχ. Εκείνοι γελούν και «στολίζουν» με διάφορα κοσμητικά επίθετα τους φασίστες. Μόνο όταν το πείραμα φθάνει (ανορθόδοξα) στο τέλος του αντιλαμβάνονται πανικόβλητοι και τρομαγμένοι τον παραλογισμό στον οποίο είχαν οδηγηθεί (και συμμετάσχει).

Το «Κύμα», γράφει ο Τζόνι Ντι στον «Guardian», είναι μια προειδοποίηση για το πως απλά ψυχολογικά τρικ μπορούν να μετατρέψουν δυσφορούσες κοινωνικές ομάδες σε φασίστες και πόσο εύκολα μπορεί μια κοινωνία να μεταβληθεί σε δικτατορία. Ο σκηνοθέτης Ντένις Γκάνσελ στην ουσία μας καλεί να τοποθετήσουμε στη θέση του Βέγκνερ έναν λαοπλάνο ηγέτη (συχνά ξεχνάμε ότι ο Χίτλερ δεν ξεκίνησε ως φασίστας) και στη θέση της τάξης («μια συνηθισμένη τάξη μαθητών που μετατράπηκε σε ζωντανή ενσάρκωση της νεολαίας του Χίτλερ» κατά τον αρθρογράφο) την κοινωνία.

Για να είμαστε ειλικρινείς το δημοκρατικό μας πολίτευμα δεν κινδυνεύει. Η δημοκρατία –τουλάχιστον στην Δύση– είναι εδραιωμένη, έχει γερά θεμέλια και τίποτα δε συνηγορεί στο ότι μπορεί να υπάρξει στο εγγύς μέλλον μια νέα μορφή φασισμού. Αυτό που μας προτείνει στην ουσία ο Γκάνσελ είναι απλώς να μην εφησυχάζουμε και να μην επαναπαυόμαστε, να μη θεωρούμε τίποτα δεδομένο και αυτονόητο, αλλά να είμαστε σε διαρκή επαγρύπνηση. Μόνο έτσι μπορούμε να αισθανόμαστε σίγουροι ότι δε θα ξαναζήσουμε τους εφιάλτες του (σχετικά πρόσφατου) παρελθόντος…

Δ. Τζ.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Θάρρος» στις 23.11.2008

Τετάρτη, Νοεμβρίου 19, 2008

Ζητείται ηγέτης με όραμα

Σε περιόδους κρίσης (οικονομικής ή άλλης μορφής), όπως η σημερινή, η κοινωνία διακατέχεται από αίσθημα έντονης ανασφάλειας και οι άνθρωποι αναζητούν μια στιβαρή ηγεσία, έτσι ώστε να αισθάνονται λιγότερο εκτεθειμένοι. Η συγκεκριμένη ανάγκη της κοινωνίας να πιαστεί από κάπου οδηγεί σε δύο τινά: Από την μια την συσπειρώνει γύρω από έναν δυναμικό ηγέτη, ο οποίος διαχειρίζεται σωστά την κρίση (εν προκειμένω παραδείγματα τέτοιας συσπείρωσης είναι οι Σαρκοζί, Μέρκελ και Μπράουν, αλλά και ο Ομπάμα με τις προσδοκίες που έχει μέχρι τώρα δημιουργήσει). Όμως συμβαίνει και το αντίστροφο: σε τέτοιες στιγμές η ολιγωρία και η έλλειψη δυναμικής ηγεσίας φαίνεται περισσότερο, μεγεθύνει τα όποια λάθη και τις αδυναμίες και προφανώς επιτείνει το αίσθημα ανασφάλειας των πολιτών.

Έχουμε την αίσθηση ότι στην περίπτωση της χώρας μας ισχύει το δεύτερο. Φαίνεται ότι δεν υπάρχει μια ηγεσία με φαντασία, με ζωντάνια, με σχέδιο και τόλμη, ηγεσία που θα μπορέσει να διαχειριστεί σωστά την οικονομική κρίση που –σε συνδυασμό με την πανθομολογούμενη κρίση του πολιτικού συστήματος– δημιουργεί κλίμα ρευστότητας στην κοινωνία. Δεν είναι μόνο τα «ήξεις – αφήξεις» σε σχέση με το πακέτο στήριξης των 28 δισ. ευρώ προς τις τράπεζες. Δεν είναι καν η προχειρότητα και οι λάθος πολιτικές από πλευράς κυβέρνησης (σε περίοδο οικονομικής κρίσης είναι αυτονόητο ότι δεν βάζεις νέους φόρους). Είναι η γενικότερη αίσθηση ότι δεν υπάρχει σε ολόκληρο το πολιτικό στερέωμα ηγέτης που να μπορεί να μας βγάλει από την άσχημη συγκυρία με τις λιγότερες δυνατές απώλειες.

Η αλήθεια είναι ότι ζηλέψαμε λίγο βλέποντας τον χαρισματικό Αφροαμερικανό Μπαράκ Ομπάμα να επελαύνει προς το Λευκό Οίκο. Μας γοήτευσε η ύπαρξη ενός πραγματικά άφθαρτου προσώπου, αυτοδημιούργητου, με φρέσκιες ιδέες και ηγετική φυσιογνωμία. Ενός πολιτικού που κάνει το χιλιοειπωμένο σλόγκαν της αλλαγής να μοιάζει ρεαλιστικό, εφικτό. Ζηλέψαμε επίσης την ενεργοποίηση του πολιτικού ενστίκτου των Αμερικανών, την αυτοργάνωση, την δραστηριοποίησή τους καθώς και τη συνακόλουθη μαζική προσέλευσή στις κάλπες. Ενός λαού που λατρεύουμε να μισούμε, που τόσες και τόσες φορές τον έχουμε κατηγορήσει (όχι άδικα πάντα) για υπέρμετρο καταναλωτισμό και αποχαύνωση και που τώρα μας παρέδωσε μαθήματα πολιτικοποίησης (και όχι κομματικοποίησης κατά τα ειωθότα στην Ελλάδα).

Αυτό που χρειαζόμαστε είναι έναν ηγέτη τύπου Ομπάμα. Έναν πολιτικό ο οποίος θα καταφέρει αυτό που πέτυχε ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των ΗΠΑ. Ο Ομπάμα, λέει ο πολιτικός φιλόσοφος Μάικλ Σάντελ, ξύπνησε «έναν υπνώτοντα ιδεαλισμό, μια δίψα των Αμερικανών να υπηρετήσουν έναν σκοπό μεγαλύτερο από τον εαυτό τους, μια λαχτάρα να ξαναγίνουν πολίτες» (Πάσχος Μανδραβέλης, «Η Καθημερινή» 09.11.2008). Με λίγα λόγια ζητείται ηγέτης με όραμα και πυξίδα που θα πείσει μια πλειοψηφική μάζα να τον ακολουθήσει…

Δ. Τζ.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Θάρρος» στις 19.11.2008

Τρίτη, Νοεμβρίου 11, 2008

Τα δύσκολα για τον Ομπάμα είναι μπροστά…

Η εκλογή του Μπαράκ Ομπάμα στην προεδρία των ΗΠΑ ανακούφισε εκατομμύρια ανθρώπους ανά τον πλανήτη. Αυτοί αντιμετώπιζαν –δικαίως ή αδίκως– τον Τζον Μακέιν ως συνεχιστή της οκταετίας Μπους. Όμως περισσότερο από αυτό έβλεπαν κάτι διαφορετικό στο πρόσωπο του Γερουσιαστή του Ιλινόις: έβλεπαν ένα καθαρό βλέμμα, έναν αυτοδημιούργητο κοσμοπολίτη Αφροαμερικανό με φρέσκιες ιδέες, ζωντανή απόδειξη πραγμάτωσης του «αμερικανικού ονείρου».

Αν θα είναι καλός πρόεδρος ο Μπαράκ Ομπάμα θα φανεί στην πορεία και θα το κρίνει –με μεγαλύτερη αποστασιοποίηση– ο ιστορικός του μέλλοντος. Πάντως μέχρι τώρα έχουμε ένα δείγμα γραφής σε σχέση με την προσωπικότητα και την ιδιοσυγκρασία του νέου προέδρου. Γιος μιας Αμερικανίδας και ενός Κενυάτη, μεγαλωμένος στην Τζακάρτα και τη Χονολουλού, ο Ομπάμα, έχει το ρητορικό χάρισμα και το επικοινωνιακό ταλέντο που κερδίζει τις μάζες, καθώς και ορισμένες φρέσκιες ιδέες για τον τρόπο άσκησης της πολιτικής. Πρόκειται για έναν άνθρωπο με μεγάλες αντοχές και πολύ ισχυρή προσωπικότητα. Δεν είναι τυχαίο ότι αντιμετώπισε επιτυχώς την οικογένεια Κλίντον και επικράτησε έναντι του σκληροτράχηλου (ήρωα πολέμου) Τζόν Μακείν. Κυρίως: κατάφερε να πείσει την συντηρητική Αμερική να τον ψηφίσει, βάζοντας στην άκρη στερεότυπα και ιδεοληψίες του παρελθόντος.

Με βάση αυτά τα χαρακτηριστικά –και έχοντας κατά νουν το εύρος της νίκης του– ο κ. Ομπάμα φαίνεται αν μη τι άλλο ισχυρός μπροστά σε όσα έχει να αντιμετωπίσει. Κι αυτό γιατί παρά τα όσα πέτυχε μέχρι τώρα, τα δύσκολα είναι μπροστά. Με μια οικονομία σε ύφεση και με την ανεργία και τους πλειστηριασμούς να απειλούν την κοινωνική συνοχή, με το αδιέξοδο στο Αφγανιστάν και το Ιράκ, με ένα σύστημα κοινωνικής πρόνοιας που χρήζει αναδιάρθρωσης, με τις υπεσχημένες φορολογικές μεταρρυθμίσεις που ειδικά σε αυτή την περίοδο κρίσης μοιάζουν επιβεβλημένες, κυρίως όμως με τον πλανήτη ολόκληρο να περιμένει από εκείνον μια διαφορετική προσέγγιση σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, βασισμένη στην συνεργασία και το διάλογο, ο Ομπάμα καλείται να αποδείξει τις ικανότητες, τις αντοχές του, αλλά και το κατά πόσον μπορεί να μείνει ανεπηρέαστος από τα διάφορα λόμπυ της Ουάσιγκτον.

Η αλήθεια είναι ότι ο νεοεκλεγείς πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών θα κριθεί με βάση τα υπεσχημένα. Για το αν και κατά πόσον θα τηρήσει το χρονοδιάγραμμα αποχώρησης από το Ιράκ, για το αν θα θωρακίσει την αγορά απέναντι στην βουλιμία των golden boys, για τις φορολογικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που έχει προαναγγείλει, πάντοτε με βάση το διαφορετικό στυλ διακυβέρνησης για το οποίο μας έχει προϊδεάσει. Είναι δε αυτονόητο ότι θα κριθεί αυστηρά, εφόσον έχει δημιουργήσει τόσο υψηλές προσδοκίες σε τόσο πολύ κόσμο εντός και εκτός των ΗΠΑ…

Δ. Τζ.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Θάρρος» στις 13.11.2008

Κυριακή, Νοεμβρίου 02, 2008

Επενδύοντας στην ελληνική γραφειοκρατία…

Στις 25 Μάιου 2007 οι (τότε) υπουργοί Μεταφορών κ. Μ. Λιάπης και Ναυτιλίας κ. Μ. Κεφαλογιάννης συμμετείχαν στην παρθενική πτήση υδροπλάνου στο Αιγαίο. Μόνο που τα υδροπλάνα με προορισμό μικρά νησιά της άγονης γραμμής σταμάτησαν να αποθαλασσώνονται περίπου δύο μήνες μετά, όταν τα φώτα της δημοσιότητας και τα φλας των φωτογράφων είχαν φύγει από το λιμάνι του Λαυρίου.

Μια ακόμη περίπτωση γραφειοκρατικών αγκυλώσεων και αδικαιολόγητης ολιγωρίας του κράτους. Ένα μείγμα που διώχνει τους σοβαρούς επενδυτές από τη χώρα μας. Όπως ανέφερε –με έκδηλη απογοήτευση– (στο ραδιόφωνο του «ΣΚΑΪ») ο κ. Μιχάλης Πατέλης, διευθύνων σύμβουλος της Air Sea Lines, εταιρείας που είχε αναλάβει να φέρει εις πέρας το εγχείρημα, είναι αποφασισμένος να μην περιμένει άλλο και να μεταφέρει τον στόλο του στα Βαλκάνια κα την Ιταλία.

Σύμφωνα με στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η εταιρεία, μέχρι σήμερα έχει επενδύσει το ποσό των 20 εκατ. ευρώ. Δίχως αντίκρισμα, όμως, μιας και οι υποσχέσεις των δύο υπουργών για τη δημιουργία 26 υδατοδρομίων στα ακριτικά νησιά δεν έγιναν πραγματικότητα. Η κωλυσιεργία των αρμόδιων υπηρεσιών και η συμπεριφορά της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας είναι, σύμφωνα με τον κ. Πατέλη, ο λόγος που τα νησιά της άγονης γραμμής βλέπουν τις υποσχέσεις να μένουν στα λόγια.

«Φιλοδοξούμε να ολοκληρώσουμε ένα δίκτυο από σαράντα υδροπλάνα (…) για να καλύψουμε την άγονη γραμμή, για να προσφέρουμε ποιοτικές υπηρεσίες σε όλους τους Έλληνες πολίτες κυρίως στους ακρίτες (…). Είναι μια υποχρέωση της ελληνικής πολιτείας, που η κυβέρνηση θα υλοποιήσει στο ακέραιο». Αυτά δήλωνε ο κ. Μανώλης Κεφαλογιάννης στις 17 Ιουνίου του 2007, στο προσυνέδριο της Νέας Δημοκρατίας στο Ηράκλειο. Ο υπουργός αντικαταστάθηκε μετά από τρεις μήνες. Μαζί με αυτόν φαίνεται ότι άλλαξε (ως είθισται) και η στρατηγική για τη δημιουργία υδροδρομίων που θα έκαναν τους κατοίκους των ακριτικών νησιών να αισθάνονται λιγότερο απομονωμένοι.

Η γραφειοκρατία και η έλλειψη σοβαρού σχεδίου από πλευράς πολιτείας καθιστούν τις ιδιωτικές επενδύσεις στη χώρα μας μια υπόθεση για γερά νεύρα, πολλά (συχνά πεταμένα) χρήματα και αρκετή υπομονή. «Ξέρετε κανέναν επενδυτή που θεωρεί λογικό να επενδύσει χρήματα στην ελληνική γραφειοκρατία;» αναρωτιόταν ο κ. Πατέλης. Ρητορικό βέβαια το ερώτημα, αλλά τα αναπάντητα ερωτήματα παραμένουν, αφού το κράτος συνεχίζει να διώχνει τους επενδυτές. Δυστυχώς η πολυθρύλητη «επανίδρυση» παραμένει το ζητούμενο…

Δ. Τζ.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Θάρρος» στις 02.11.2008