Δευτέρα, Ιανουαρίου 28, 2008

Ο «Δήμος Ιδεών» και ο αυτοεγκλωβισμός του κ. Γ. Παπανδρέου

Αν δεν υπήρχε το θέμα με τον πρώην γεν. γραμματέα του ΥΠΠΟ κ. Χρήστο Ζαχόπουλο, σίγουρα τα ΜΜΕ θα ασχολούνταν περισσότερο με τη συνάντηση Παπανδρέου – Βενιζέλου, που έγινε το απόγευμα της Πέμπτης. Και κατά μιαν έννοια αυτό θα ήταν λογικό, καθότι τα όσα ελέχθησαν από τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ –αν μη τι άλλο– σηκώνουν πολύ συζήτηση. Ο κ. Γιώργος Παπανδρέου έδωσε στην ουσία τελεσίγραφο στον πρώην υπουργό, λέγοντας του ότι εάν προχωρήσει στην ίδρυση του Ομίλου του, θα διαγραφεί από την Κ.Ο. του Κινήματος. Έκανε, δηλαδή, σαφές ότι δε θα επιτρέψει την ίδρυση του «Δήμου Ιδεών», διότι θεωρεί την ύπαρξη του (δυνάμει) «κόμμα μέσα στο κόμμα».

Από θεωρητικής πλευράς, ο κ. Παπανδρέου έχει ίσως κάποιο δίκιο. Είναι όντως λίγο άκομψο μετά τα όσα έχουν διαμειφθεί στο χώρο του ΠΑΣΟΚ το τελευταίο τετράμηνο και την ώρα που το Κίνημα ψάχνει (ακόμα) το βηματισμό του, να ιδρύει ο κ. Βενιζέλος έναν φορέα σκέψης, ουσιαστικά «εξαργυρώνοντας» το 40% του περασμένου Νοεμβρίου. Αν εξετάσουμε, όμως, την πρακτική πλευρά του ζητήματος, θα δούμε ότι τα επιχειρήματα της πλευράς Παπανδρέου είναι έωλα. Κι αυτό γιατί ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ δεν έδειχνε να ενοχλείται όταν ο πρώην πρωθυπουργός κ. Κ. Σημίτης ίδρυε τον Όμιλο Προβληματισμού για τον Εκσυγχρονισμό της Κοινωνίας (ΟΠΕΚ). Πέραν τούτου, το ίδιο το Καταστατικό του ΠΑΣΟΚ δεν απαγορεύει την ίδρυση «δεξαμενών σκέψης».

Φυσικά οι τακτικοί ελιγμοί του προέδρου του ΠΑΣΟΚ ερμηνεύονται λογικά αν σκεφτεί κάποιος τους εσωκομματικούς συσχετισμούς στο κόμμα. Ο κ. Παπανδρέου θεωρεί ότι –με πολύ πρόσφατη την καθαρή νίκη του στις εκλογές για την προεδρία του Κινήματος– μπορεί να φέρει την αντιπαράθεση με τον κ. Βενιζέλο εκεί που τον βολεύει, χρησιμοποιώντας τις προεδρικές εξουσίες. Πιστεύει πως με αυτή του την κίνηση απομονώνει τον κ. Βενιζέλο, στέλνοντας ταυτόχρονα μήνυμα πυγμής προς όλες τις κατευθύνσεις.

Όμως στην ουσία συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Ο κ. Παπανδρέου με τις κινήσεις του αυτοεγκλωβίζεται, «νομιμοποιώντας» παράλληλα τις όποιες επιλογές Βενιζέλου. Κι αυτό διότι στην καθόλου απίθανη περίπτωση διάσπασης του κόμματος, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ θα φαίνεται πως είναι ο «κακός» της υπόθεσης, δικαιώνοντας –τρόπον τινά– τον κ. Ευ. Βενιζέλο για την επιλογή του να αποχωρήσει, ιδρύοντας νέο πολιτικό φορέα.

Όπως και να ‘χει θα υπάρξουν ακόμα πολλά επεισόδια στο «σίριαλ ΠΑΣΟΚ». Ωστόσο, επιπόλαιες κινήσεις όπως αυτή της περασμένης Πέμπτης, τραυματίζουν ακόμα πιο πολύ το προφίλ και το κύρος του κ. Παπανδρέου και δίνουν τη δυνατότητα στον κ. Βενιζέλο να γίνει «επαναστάτης με αιτία». Με ότι μπορεί να σημαίνει αυτό για το μέλλον του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης...

Δ. Τζ.

Τρίτη, Ιανουαρίου 22, 2008

Η απαξίωση της πολιτικής και μια πιθανή διέξοδος από την κρίση

Το πολιτικό στερέωμα –με τη σημερινή του μορφή– σχετικά αργά, αλλά σταθερά απαξιωνόταν τα τελευταία χρόνια. «Ύποπτα» ζητήματα, όπως διορισμοί ημετέρων, οικονομικές ατασθαλίες, συναλλαγές κάτω από το τραπέζι κλπ. έβγαιναν και βγαίνουν σχεδόν σε καθημερινή βάση στην επιφάνεια, δημιουργώντας ένα νοσηρό κλίμα και μια αίσθηση γενικότερης απαξίωσης της πολιτικής. Πολύ συχνά, τα πρώτα θέματα στην ατζέντα της επικαιρότητας είναι σκάνδαλα (ή υποθέσεις με «οσμή» σκανδάλου), κι έτσι η πολιτική αυτή καθαυτή περνάει σε δεύτερο πλάνο, δίνοντας τη θέση της στην ακατάσχετη σεναριολογία και στη δημοσιογραφία της «κλειδαρότρυπας».

Υπεύθυνα για την προαναφερθείσα απαξίωση της πολιτικής είναι σαφώς και τα δύο κόμματα εξουσίας και –σε μικρότερο βαθμό– τα υπόλοιπα κόμματα που εκπροσωπούνται στο Κοινοβούλιο.

Οι εκ περιτροπής κυβερνόντες (ΝΔ και ΠΑΣΟΚ), φέρουν ευθύνες τόσο για τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίστηκαν τα δημόσια ταμεία, όσο και για τις επιλογές των στελεχών του ευρύτερου δημοσίου τομέα. Τα κριτήρια αξιολόγησης και επιλογής των διοικητών και των υπαλλήλων των δημοσίων υπηρεσιών ήταν κατά κανόνα κομματικά. Αυτό δε θα δημιουργούσε ιδιαίτερο πρόβλημα, αν τα στελέχη που επιλέχθηκαν ήταν σε θέση να φέρουν εις πέρας τις υποθέσεις που τους ανατέθηκαν. Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις, άτομα που τοποθετήθηκαν σε θέσεις ευθύνης, αποδείχθηκαν κατώτερα των περιστάσεων. Κι αυτό γιατί στην κομματική επετηρίδα δεν προωθούνται οι κατά κανόνα ικανότεροι διαχειριστές, αλλά αυτοί που (λόγω συγκυριών ή γνωριμιών) βρίσκονται πιο κοντά στο περιβάλλον του πρωθυπουργού ή των αρμόδιων υπουργών.

Άμοιρα ευθυνών, βέβαια, δεν είναι και τα μικρότερα κόμματα. Αυτό που θα περίμενε ο πολίτης από τους φορείς της ελάσσονος αντιπολίτευσης, θα ήταν ένα εναλλακτικό πλάνο για τη χώρα. Διότι, δεχόμαστε την κριτική ότι ο τόπος δεν πάει μπροστά. Αλλά δυστυχώς η διάγνωση δεν αρκεί. Για να υπάρξει πρόοδος χρειάζονται και συγκεκριμένες (υλοποιήσιμες) προτάσεις, τις οποίες τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν κατέθεσαν ποτέ. Αντί αυτού, επέλεξαν –μηδέ της αξιωματικής αντιπολίτευσης εξαιρουμένης– τη λογική της στείρας άρνησης, τον εύκολο δρόμο του «όχι» σε οτιδήποτε πρότειναν οι κυβερνήσεις.

Με όλα αυτά οδηγούμαστε στη σημερινή κατάσταση, όπου οι πολιτικοί καταλαμβάνουν μια από τις χαμηλότερες θέσεις στην εκτίμηση των πολιτών, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Ο πολίτης έχει συνδέσει την πολιτική με έννοιες που καθόλου δεν την τιμούν, όπως διαπλοκή, διαφθορά, αδιαφάνεια, κομματοκρατία, μετριοκρατία. Δυστυχώς, τίποτα δεν είναι πιο επικίνδυνο από το σημείο που οδηγούμαστε σήμερα, την αποστροφή των πολιτών για τα πολιτικά πράγματα. Τέκνο αυτής της αποστροφής είναι η αδιαφορία για τα κοινά. Και αυτό διότι είναι πολύ πιο εύκολο να πεις «δε βαριέσαι, γιατί να κάθομαι να ασχολούμαι με αυτούς», από το να προσπαθήσεις να ανατρέψεις την υφιστάμενη κατάσταση. Αυτή η αποστροφή, όμως, μπορεί να έχει πολύ επικίνδυνη κατάληξη. Πολίτες που δεν ασχολούνται με τα κοινά, που δεν ενημερώνονται, δε συζητούν τα της πολιτικής γίνονται πιο εύκολα «έρμαια» της οποιασδήποτε εξουσίας.

Φτάνουμε λοιπόν σε ένα σημείο στο οποίο οφείλουμε να δούμε πως μπορούμε να βγούμε από το τέλμα. Υπάρχει τρόπος να συζητήσουμε ξανά καθαρά πολιτικά (και όχι παραπολιτικά); Φαίνεται στον ορίζοντα κάποια κυβέρνηση η οποία θα μπορούσε να συμφωνήσει στην προώθηση μερικών βασικών μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η χώρα και που δεν προωθούνται λόγω «πολιτικού κόστους»; Η απάντηση μου είναι ναι. Και η λύση στα δικά μου μάτια δεν είναι άλλη από τη συνεργασία των δύο κομμάτων εξουσίας.

Τόσο στη Νέα Δημοκρατία, όσο και στο ΠΑΣΟΚ, πέρα από πολλούς μέτριους πολιτικούς, υπάρχουν και αρκετά αξιόλογα στελέχη. Φανταστείτε λοιπόν να κάθονται στο ίδιο τραπέζι ο Σουφλιάς με τη Διαμαντοπούλου, η Ντόρα με το Βενιζέλο, ο Παυλόπουλος με τον Πάγκαλο. Αν και η εικόνα μου φαίνεται κάπως ξένη με τα πολιτικά ήθη της χώρας μας, ωστόσο θεωρώ ότι αυτή η συνεργασία φαντάζει ως μια λύση με αρκετές πιθανότητες επιτυχίας. Καταρχάς, γιατί –λόγω του «μοιράσματος» της τράπουλας– θα τίθεντο αυτόματα στο περιθώριο ανίκανα στελέχη, που έχουν επιτελικές θέσεις σήμερα. Έπειτα, τα ίδια τα κόμματα θα ήταν αναγκασμένα εκ των πραγμάτων να συνεργαστούν και να παράξουν έργο, ειδάλλως θα φθείρονταν ακόμα περισσότερο στη συνείδηση των πολιτών. Τρίτον, διότι τα πρόσωπα που προαναφέρθηκαν –όπως και μερικά ακόμη– έχουν περισσότερους κοινούς τόπους μεταξύ τους, από ότι με ορισμένα στελέχη στο εσωτερικό των παρατάξεών τους, άρα θα ήταν μάλλον εύκολο να συνεργαστούν.

Με το πολιτικό σύστημα απαξιωμένο και σχεδόν σε πλήρη ακινησία και με δεδομένο ότι ο εκλογικός νόμος που θα ενισχύσει το πρώτο κόμμα με το μπόνους των πενήντα εδρών θα ισχύσει από τη μεθεπόμενη εκλογική αναμέτρηση, υπάρχουν ισχυρές πιθανότητες να επιβεβαιωθεί το σενάριο του «μεγάλου συνασπισμού». Το αν αυτό το σενάριο αποδειχθεί μια επαρκής (πλην όμως μεταβατική) λύση για τη διέξοδο της χώρας από την κρίση, μένει να αποδειχθεί. Πάντως, υπάρχουν ενδείξεις πως στο τέλος του τούνελ υπάρχει φως. Ίσως λοιπόν από τη γενικότερη αρνητική συγκυρία να βγει κάτι καλό…

Δ. Τζ.

Σάββατο, Ιανουαρίου 19, 2008

Όταν το μέσο γίνεται είδηση

Η υπόθεση Ζαχόπουλου συνεχίζει να μονοπωλεί τον τηλεοπτικό χρόνο και τις σελίδες των εφημερίδων. Αυτό είναι έως ένα σημείο λογικό, μιας και πρόκειται για ένα ζήτημα με παραμέτρους οι οποίες χρήζουν διερεύνησης. Το πρόβλημα, όμως, έγκειται στο ότι δεν ασχολούμαστε με την υπόθεση αυτή καθαυτή, με το αν δηλαδή υπήρξε οικονομικό ή πολιτικό σκάνδαλο πίσω από τη «ροζ» ιστορία και την απόπειρα αυτοκτονίας του πρώην γενικού γραμματέα. Το θέμα πλέον έχει μετατραπεί περίπου σε εσωτερική υπόθεση των ΜΜΕ.

Έτσι παρατηρούμε εκδοτικά συγκροτήματα να αλληλοκατηγορούνται για «ύποπτες» συναλλαγές. Οι ανακοινώσεις διαδέχονται η μία την άλλη και πάλαι ποτέ φίλοι και συνεταίροι βγάζουν τα μαχαίρια. Κανείς δεν ασχολείται με την ουσία της υπόθεσης. Μας ενδιαφέρει ποιος ήταν ο δημοσιογράφος που έδωσε το οπτικοακουστικό υλικό στο Μαξίμου και όχι αν υπήρξε κάποια παράνομη συναλλαγή κάτω από το τραπέζι. Σπαταλάμε το χρόνο μας για να σχολιάσουμε τις φωτογραφίες των πολύ προσωπικών στιγμών του ζευγαριού Ζαχόπουλου – Τσέκου, αντί να αναρωτηθούμε ποιος και για ποιο λόγο βιντεοσκόπησε τη συνεύρεση και ποιος μόνταρε το υλικό για να κρύψει τι.

Φτάνουμε λοιπόν σε ένα σημείο που καλούμαστε να προβληματιστούμε. Διότι, όταν τα τεκταινόμενα στα media γίνονται είδηση, εγείρεται ζήτημα. Ρόλος των μέσων επικοινωνίας είναι η έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωση του πολίτη για το τι συμβαίνει γύρω του. Αν το ίδιο το μέσον (ή ο δημοσιογράφος) γίνεται θέμα, τότε κάτι δεν πάει καλά. Για να γίνει ο δημοσιογράφος πρωτοσέλιδο ή πρώτο θέμα στα δελτία ειδήσεων σημαίνει ότι έχει υπερβεί το ρόλο του, που είναι η καταγραφή και ο σχολιασμός της επικαιρότητας και έχει προβεί σε ελέγξιμες πράξεις.

Αν υπάρχει κάποιο επιμύθιο από τα όσα είδαμε και ακούσαμε έως τώρα γύρω από την υπόθεση Ζαχόπουλου, αυτό είναι η κατακόρυφη πτώση της αξιοπιστίας της πολιτικής και των ΜΜΕ στα μάτια των πολιτών. Βέβαια, η πολιτική είχε ανέκαθεν την τάση να παρασύρει όσους ασχολούνταν μαζί της σε σκοτεινές ατραπούς. Αν όμως και τα ΜΜΕ βαδίζουν στον ίδιο δρόμο με την πολιτική και καταστήσουν την εξουσία προνομιακό συνομιλητή τους, τότε οδηγούμαστε σε μια αντιφατική και άκρως επικίνδυνη εξωθεσμική σχέση.

Δ. Τζ.

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Δημοτικός Τύπος» στις 24.01.2008

Τετάρτη, Ιανουαρίου 16, 2008

Η δική τους «αλήθεια»

Πριν από λίγες μέρες επανακυκλοφόρησε ο «Οδηγητής», η μηνιαία εφημερίδα της νεολαίας του ΚΚΕ. Τόσο η ραδιοφωνική, όσο και η διαδικτυακή διαφήμιση του εντύπου έκλεινε με τη φράση «η αλήθεια γράφεται με κόκκινο». Στη φράση αυτή λανθάνει ένας συλλογισμός: η παραδοχή ότι η αλήθεια είναι μια έννοια την οποία κατέχουν τα στελέχη και οι οπαδοί μιας και μόνο παράταξης.

Φυσικά, φορέας αυτής της ιδέας δεν είναι μόνον ο Περισσός, αλλά όλοι οι κομματικοί σχηματισμοί που εκπροσωπούνται σήμερα στο Κοινοβούλιο. Πόσες φορές δεν ακούσαμε στελέχη της αντιπολίτευσης να κατηγορούν τους (νυν) κυβερνώντες ότι δεν παράγουν κανένα έργο, αλλά αντιθέτως κατέστρεψαν την «ισχυρή Ελλάδα» που παρέλαβαν από την προηγούμενη κυβέρνηση. Και το αντίθετο: σύσσωμη τη «γαλάζια» παράταξη να δηλώνει ανενδοίαστα πως ό,τι έχει γίνει από το 2004 μέχρι σήμερα είναι «στη σωστή κατεύθυνση».

Όταν κάποιος αισθάνεται φορέας της απόλυτης αλήθειας έχει παράλληλα την τάση να μηδενίζει τα πάντα. Οι βουλευτές τις αντιπολίτευσης δεν έχουν να πουν ούτε μια καλή κουβέντα για το έργο της κυβέρνησης, παρά μόνο ασκούν κριτική. Η κυβερνώσα παράταξη, από την πλευρά της, μας ενημέρωνε το 2004 ότι παραλάμβανε «καμένη γη». Κατ’ αυτόν τον τρόπο κυριαρχεί στο πολιτικό στερέωμα μια ισοπεδωτική λογική του παραλόγου. Ό,τι κάνει ο αντίπαλος είναι ντε φάκτο καταστροφικό ή στην καλύτερη περίπτωση εντελώς λανθασμένο.

Βέβαια, όλα τα παραπάνω δεν μπορούν να αναγνωστούν πλήρως και σωστά χωρίς να έχουμε κατά νουν ότι μιλάμε για πολιτική, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Είναι π. χ. σαφές ότι ο ρόλος της αντιπολίτευσης είναι κατά κανόνα να αντιτίθεται στις πολιτικές της κυβέρνησης. Ωστόσο, όταν κυριαρχεί ο δογματισμός και η ξύλινη γλώσσα και κάποιοι ομιλούν στο όνομα της μιας και μοναδικής αλήθειας, αναρωτιέμαι ποιον πείθουν, πέρα από μερικούς φανατικούς οπαδούς, που θα ψήφιζαν την «παράταξη» ούτως ή άλλως.

Ένας από τους μεγαλύτερους φιλοσόφους της αρχαιότητας, ο Πρωταγόρας συνήθιζε να λέει στους μαθητές του ότι «δεν υπάρχει αλήθεια, μόνο ανθρώπινη γνώμη». Αυτό, οι πολιτικοί μας ταγοί δείχνουν να το αγνοούν. Ίσως επειδή δε «συμφωνεί» με τη δική τους «αλήθεια»…

Δ. Τζ.

Σάββατο, Ιανουαρίου 12, 2008

Ο Τσάβες, ο Πούτιν και οι «συγκεκαλυμμένες» δικτατορίες

Πριν από περίπου ενάμισι μήνα έγινε στη Βενεζουέλα ένα κρίσιμο δημοψήφισμα. Ο δημοφιλής πρόεδρος της χώρας Ούγκο Τσάβες, σε μια προσπάθεια να ενισχύσει τις εξουσίες του, έθεσε στην κρίση των πολιτών ένα πακέτο μεταρρυθμίσεων. Σύμφωνα με αυτό, ο πρόεδρος της Βενεζουέλας θα μπορούσε να διεκδικεί εφ’ όρου ζωής την επανεκλογή του (σήμερα το όριο είναι δύο εξαετίες), να έχει τον πλήρη έλεγχο στον Τύπο «σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης» καθώς και στις ένοπλες δυνάμεις. Παράλληλα, το σχέδιο προέβλεπε την κατάργηση της αυτονομίας της κεντρικής τράπεζας της χώρας.

Ο λαός της Βενεζουέλας απέρριψε (έστω και με οριακό τρόπο) την πρόταση Τσάβες. Την ίδια ώρα, πολλοί αναλυτές συνδύαζαν τη φιλοσοφία του απορριφθέντος «μεταρρυθμιστικού» πακέτου με ορισμένες προηγούμενες αποφάσεις και δράσεις του Τσάβες. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με νόμο που ψηφίστηκε τον περασμένο Ιανουάριο με στόχο την «εμβάθυνση της σοσιαλιστικής επανάστασης», δόθηκε η δυνατότητα στον πρόεδρο να νομοθετεί μέσω διαταγμάτων (κάτι που συνέβη καταχρηστικά τη διετία 2000 – 2001), τα οποία θα πρέπει να κυρωθούν από τη βουλή μέσα σε 18 μήνες.

Όλα αυτά θυμίζουν τον πρότερο βίο του κ. Τσάβες. Ο –από το 1998– ανώτατος πολιτειακός άρχον της «Μπολιβαριανής Δημοκρατίας» επιχείρησε δύο φορές να καταλάβει την εξουσία με πραξικοπηματικό τρόπο το 1992 και απέτυχε, οδηγούμενος στη φυλακή. Η μια από τις δύο απόπειρές του είχε τραγική κατάληξη: 18 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, ενώ άλλοι 60 τραυματίστηκαν. Μερικά χρόνια αργότερα, επί της προεδρίας του πλέον, στη διάρκεια διαδηλώσεων άλλοι 17 άνθρωποι σκοτώθηκαν και εκατοντάδες τραυματίστηκαν. Πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι σύμφωνα με γιατρούς πολλά από τα θύματα πυροβολήθηκαν από ελεύθερους σκοπευτές. Ωστόσο, η έρευνα για την εξιχνίαση του τι πραγματικά εκείνη συνέβη τη μέρα δεν προχώρησε ποτέ.

Μολαταύτα, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι πολλές από τις πολιτικές Τσάβες διαπνέονται από φιλολαϊκό πνεύμα και είχαν την ευρεία στήριξη της κοινής γνώμης της Βενεζουέλας, γεγονός που οδήγησε στην επανεκλογή του ακριβώς ένα χρόνο πριν.

Την ίδια ώρα, μια άλλη αμφιλεγόμενη προσωπικότητα της διεθνούς πολιτικής σκακιέρας, ο Ρώσος πρόεδρος Βλάντιμιρ Πούτιν, αν και είχε τόσο το λαϊκό έρεισμα όσο και την πλειοψηφία των δύο τρίτων στη Δούμα, επέλεξε να μην τροποποιήσει το σύνταγμα της χώρας του, για να αποκτήσει δικαίωμα επανεκλογής.

Κανείς δεν ισχυρίζεται ότι ο κ. Πούτιν είναι ο πλέον δημοκράτης πολιτικός. Παρότι οι πολιτικές του έδωσαν στη Ρωσία τη δυνατότητα να ανασυνταχτεί πολιτικά μετά το διπλό «σοκ» Γιέλτσιν – Γκορμπατσόφ, ο πρώην αρχηγός των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών –και πιο συγκεκριμένα το «σύστημα» που εγκαθίδρυσε, το οποίο στηρίζεται σε ολιγάρχες– κατηγορείται για δολοφονίες δημοσιογράφων, αλλά και πολιτικών αντιπάλων.

Αν βγαίνει κάποιο συμπέρασμα από τα παραπάνω, αυτό είναι ότι πολιτικοί ηγέτες με παρόμοια διαδρομή (ή έστω παρόμοιο σημείο τερματισμού) τυγχάνουν διαφορετικής αντιμετώπισης από σημαντική μερίδα της παγκόσμιας κοινής γνώμης. Την στιγμή που ο Βλ. Πούτιν αντιμετωπίζεται περίπου ως ο μεγαλύτερος εχθρός της δημοκρατίας, ο πρόεδρος της Βενεζουέλας θεωρείται υπόδειγμα δημοκράτη σοσιαλιστή πολιτικού. Όμως η «συγκεκαλυμμένη» δικτατορία είτε έχει αριστερό «αμπαλάζ» είτε δεξιό δεν παύει να αποτελεί απολυταρχικό καθεστώς…

Δ. Τζ.

Info: Εγκυκλοπαίδεια Wikipedia (http://el.wikipedia.org/)
Π. Μανδραβέλης «Ο σοσιαλισμός του 21ου αιώνα;», εφ. «Καθημερινή» 30.11.2007
Εφ. «Καθημερινή» 04.12.2007

Πέμπτη, Ιανουαρίου 10, 2008

Η ελαφρότητα των δελτίων ειδήσεων

Έχει περάσει σχεδόν ένας μήνας από το απονενοημένο διάβημα του τέως γ.γ. του υπουργείου Πολιτισμού κ. Χρήστου Ζαχόπουλου. Τις τελευταίες μέρες η υπόθεση φαίνεται πως είναι στάσιμη, ενώ οι μέχρι τώρα ενδείξεις της δικαστικής, αλλά και της δημοσιογραφικής έρευνας κάνουν λόγο για «ροζ» και όχι οικονομικό σκάνδαλο. Παρόλα αυτά τα δελτία ειδήσεων ασχολούνται (σχεδόν) αποκλειστικά με το θέμα Ζαχόπουλου, έστω και αν δεν έχουν να προσθέσουν κάτι καινούργιο πάνω σ’ αυτό.

Την ίδια ώρα στο διεθνές στερέωμα συμβαίνουν μείζονος σημασίας γεγονότα, τα οποία οι τηλεοπτικοί δίαυλοι προσπερνούν, θεωρώντας τα προφανώς μικρότερης σημασίας σε σχέση με τη βουτιά στο κενό ενός πρώην γεν. γραμματέα υπουργείου. Ενδεικτικά αναφέρουμε τη σφαγή στην Κένυα, με τους νεκρούς να ξεπερνούν τους 600, τις πολιτικές εξελίξεις και την αναταραχή στο Πακιστάν μετά τη δολοφονία της ηγέτιδας της αντιπολίτευσης, αλλά και τις προκριματικές εκλογές για την ανάδειξη των υποψηφίων για τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ το 2008.

Εν αντιθέσει με ότι συμβαίνει στα καθ’ ημάς, η δομή ενός δελτίου ειδήσεων κάποιου βρετανικού, αμερικανικού ή γαλλικού τηλεοπτικού δικτύου βασίζεται σε δύο στοιχεία: αφενός η παρουσίαση και η ανάλυση των θεμάτων δεν κρατάει περισσότερο από δύο – τρία λεπτά, αφετέρου υπάρχει ένας μόνον σχολιαστής, κι αυτός μόνον στα θέματα που χρίζουν περεταίρω ανάλυσης. Στη χώρα μας συμβαίνει το εξής απίθανο: στις ειδήσεις παρουσιάζονται 3 – 4 ρεπορτάζ συνολικής διάρκειας 12 – 15 λεπτών, τα οποία σχολιάζονται από τους «ειδήμονες» για περισσότερη από μισή ώρα. Πέρα, λοιπόν, από μονοθεματικά, τα δελτία ειδήσεων της ελληνικής τηλεόρασης είναι περισσότερο talk shows, παρά ειδήσεις.

Από κάποιους θα ακουστεί η γνωστή επωδός ότι «αυτά θέλει ο κόσμος». Δεν είμαι όμως και τόσο σίγουρος ότι συμβαίνει κάτι τέτοιο. Ο τηλεθεατής καταφεύγει σε αυτά τα προγράμματα αφενός για να γεμίσει την ώρα του με κάτι ανάλαφρο –χωρίς αυτό να σημαίνει απαραίτητα ότι το εγκρίνει– και αφετέρου επειδή είναι ίσως εθισμένος σε τέτοιου είδους προγράμματα. Ίσως πάλι τα ποσοστά τηλεθέασης των δελτίων ειδήσεων να οφείλονται στον τρόπο με τον οποίο ιεραρχεί τα θέματα η κοινωνία μας. Αν ισχύει αυτή η υπόθεση μπορούμε πιθανώς να καταλάβουμε γιατί η είδηση περνάει σε δεύτερη μοίρα, δίνοντας τη θέση της στο σχόλιο…

Δ. Τζ.

Τρίτη, Ιανουαρίου 08, 2008

Πράγα, η παραμυθούπολη στις όχθες του Μολδάβα

Η γέφυρα του Καρόλου

Η πτήση από το «Ελευθέριος Βενιζέλος» προς το αεροδρόμιο της Πράγας είχε μερικές ώρες καθυστέρηση. Αρχικά θα φεύγαμε πρωί, αλλά τελικά πετάξαμε στις οκτώ το βράδυ. Λογικό να υπάρχει λοιπόν μια κάποια δυσφορία στους επιβαίνοντες το πούλμαν με προορισμό το ξενοδοχείο “Corinthia Panorama”. Ωστόσο, οι όποιες αρνητικές σκέψεις φεύγουν μεμιάς από το μυαλό όταν λίγα λεπτά μετά την αναχώρηση από το αεροδρόμιο της Πράγας αντικρίσαμε την επιβλητική γέφυρα του Καρόλου, το πιο καλά φωτισμένο σημείο της πόλης.

Έτσι είναι η Πράγα, η γοητευτική πρωτεύουσα της πάλαι ποτέ Βοημίας και νυν Τσέχικης Δημοκρατίας. Οι όποιες επιφυλάξεις του ταξιδιώτη σβήνονται μεμιάς με την πρώτη βόλτα στην πόλη. Η γέφυρα του Καρόλου Δ’, μιας εμβληματικής φυσιογνωμίας της ιστορίας της Βοημίας, είναι το πιο εντυπωσιακό σημείο της πόλης. Περιδιαβαίνοντάς την βλέπεις από κάτω τα παγωμένα νερά του Μολδάβα και στο βάθος ολόκληρη την Πράγα, σαν έργο τέχνης. Σε διάφορα σημεία της γέφυρας Τσέχοι καλλιτέχνες πωλούν την πραμάτεια τους. Λίγο πιο πέρα, στον Πύργο της Πυρίτιδας και πιο συγκεκριμένα από την κορυφή του έχεις μια πανοραμική θέα της πόλης. Προχωρώντας προς το κέντρο της παλαιάς πόλης δεσπόζει το Αστρονομικό Ρολόι. Δεν πρόκειται, όμως, για ένα απλό ρολόι. Είναι δομημένο έτσι ώστε όχι μόνο να δείχνει την ώρα, αλλά και να παρουσιάζει την κίνηση των πλανητών.

Φυσικά όσα προαναφέρθηκαν είναι μερικά μόνο από τα αξιοθέατα της πρωτεύουσας της Τσεχίας. Μιας πόλης η οποία μετά την κατάρρευση του κομμουνιστικού καθεστώτος το 1989 και κυρίως την τελευταία δεκαετία γίνεται κέντρο ανάπτυξης αστικού τύπου. Μεγάλα ξενοδοχειακά συγκροτήματα, πολυτελείς κατοικίες κτίζονται στη θέση των εργατικών κατοικιών – γκέτο του κομμουνιστικού παρελθόντος. Η Πράγα φαίνεται ότι ξεπερνά σιγά αλλά σταθερά το μετα-κομμουνιστικό σοκ και ακολουθεί τις επιταγές της δυτικού τύπου ανάπτυξης, χωρίς όμως να καταστρέφει κάθε τι που έχει αξία, ακόμα και όταν αυτό θυμίζει το προηγούμενο καθεστώς.

Το ότι η χώρα βρίσκεται ακόμα σε μια μεταβατική φάση φαίνεται και από τον τρόπο με το οποίο εξυπηρετείται ο ταξιδιώτης. Σπάνια βλέπεις ένα χαμόγελο ή κάτι πέρα από τα «τυπικά», ακόμη ένα δείγμα της προσπάθειας που κάνει η Τσεχία να απαλλαγεί από τα σύνδρομα του παρελθόντος της.

Όμως, τι αλήθεια κάνει την Πράγα τόσο ξεχωριστή στα μάτια του επισκέπτη; Τα εντυπωσιακά κτίρια (από μπαρόκ μέχρι art nouveau), οι πύργοι και τα κάστρα, σε κάνουν να πιστεύεις ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να βρεθεί δίπλα σου κάποια μυθιστορηματική φιγούρα. Ούτως ή άλλως μιλάμε για την Πράγα, μια πόλη συνδεδεμένη με βασιλιάδες, δολοπλοκίες, εκπαραθυρώσεις (το «έθιμο» του να πετάει κάποιος κάποιον άλλον από το μπαλκόνι). Είναι, λοιπόν, πολύ δυσδιάκριτο το που τελειώνει το παραμύθι και που αρχίζει η πραγματικότητα. Σ’ αυτό, βέβαια, συντελεί και η αρχιτεκτονική της πόλης. Στην Πράγα τα κτίρια μιλάνε από μόνα τους, θέλουν να σου πουν την ιστορία τους. Όμως σε αφήνουν να πλάσεις και τα δικά σου σενάρια…

Δ. Τζ.

Info: Ο πιο εύκολος τρόπος να πάει κανείς στην Πράγα είναι με αεροπλάνο. Η CSA (Τσέχικες Αερογραμμές) πραγματοποιεί τακτικά πτήσεις από το αεροδρόμιο της Αθήνας. Το συνολικό κόστος κατ’ άτομο για πέντε ημέρες είναι περίπου 750 Ευρώ. Είναι βέβαιο ότι αν κλείσετε οργανωμένο πακέτο με κάποιο ταξιδιωτικό γραφείο το κόστος είναι πολύ χαμηλότερο σε σχέση με το να οργανώσετε το ταξίδι μόνοι σας.